756
Μια χαρακτηριστική σκηνή από την ταινία «Αγαπητοί Σύντροφοι» | IMDB

Η (ιστορική) επιστροφή του Αντρέι Κοντσαλόφσκι στη Βενετία

Protagon Team Protagon Team 9 Σεπτεμβρίου 2020, 19:22
Μια χαρακτηριστική σκηνή από την ταινία «Αγαπητοί Σύντροφοι»
|IMDB

Η (ιστορική) επιστροφή του Αντρέι Κοντσαλόφσκι στη Βενετία

Protagon Team Protagon Team 9 Σεπτεμβρίου 2020, 19:22

Ιστορική από κάθε άποψη είναι η επιστροφή του Αντρέι Κοντσαλόφσκι στη Βενετία.

Ιστορική, γιατί ο 83χρονος ρώσος σκηνοθέτης επιστρέφει στο φεστιβάλ, μετά από 58 ολόκληρα χρόνια -είχε πρωτοπάει εκεί ως νεαρός σεναριογράφος της ταινίας «Τα Παιδικά Χρόνια του Ιβάν» του στενού του φίλου, Αντρέι Ταρκόφσκι.

Και (επιπλέον) γιατί συμμετέχει στη Μόστρα με την νέα ιστορική ταινία του, η οποία βασίζεται σε αληθινά γεγονότα, μια σκοτεινή πτυχή της ΕΣΣΔ, την «Σφαγή του Νοβοτσερκάσκ», του 1962.

Η σφαγή ξεκίνησε από μια απλή απεργία σε ένα εργοστάσιο ατμομηχανών στο Νοβοτσερκάσκ, μια πόλη της Σοβιετικής Ένωσης πολύ κοντά στο Ροστόφ.

Η απεργία κατέληξε τελικά σε διαδηλώσεις στις 1-2 Ιουνίου 1962, όταν 26 διαδηλωτές σκοτώθηκαν από άνδρες του Κόκκινου Στρατού, ενώ υπήρξαν και άλλοι 87 τραυματίες.

Η διαμαρτυρία ξεκίνησε την 1η Ιουνίου στο Εργοστάσιο Ηλεκτρικών Ατμομηχανών Μπουντιόνι, όταν εργαζόμενοι από το χυτήριο και το σφυρηλατήριο σταμάτησαν να εργάζονται μετά την άρνηση της διαχείρισης του εργοστασίου να ακούσει τα παράπονά τους.

Με κόκκινο χρώμα η τοποθεσία του Νοβοτσερκάσκ

Οι εργάτες διαμαρτύρονταν για την έλλειψη τροφίμων και προμηθειών στο εργοστάσιο και ενώ μερικές ώρες νωρίτερα ο Νικίτα Χρουστσόφ είχε αυξήσει κατακόρυφα τις τιμές για το κρέας και το βούτυρο σε όλη την Σοβιετική Ένωση.

Μέχρι το μεσημέρι, η στάση εργασίας είχε εξαπλωθεί σε όλο το εργοστάσιο και ενώ νωρίς το πρωί είχε ανακοινωθεί από τους διευθύνοντες του εργοστασίου ότι, όπως απαιτούνταν από το συγκεκριμένο οικονομικό πλάνο της κυβέρνησης Χρουστσόφ, ο κάθε εργάτης θα έπρεπε να εργάζεται ως… σταχανοβίτης, δηλαδή για πολλές περισσότερες ώρες προκειμένου το εργοστάσιο να φτάσει τους στόχους παραγωγής.

Η εργατική διαμαρτυρία κορυφώθηκε με μια μεγάλη πορεία στο δημαρχείο της πόλης και το αρχηγείο της αστυνομίας.

Και τότε ήταν που ξέσπασε η τραγωδία.

Μονάδες μηχανοκίνητου πεζικού κλήθηκαν να καταστείλουν τους διαδηλωτές.

Ο στρατηγός Ματβέι Κούζμιτς Σαπότσνικοφ αρνήθηκε να εκτελέσει την εντολή επίθεσης σε διαδηλωτές με ειρηνικές προθέσεις χρησιμοποιώντας τεθωρακισμένα οχήματα καθώς φέρεται να είπε: «Δεν βλέπω κάποιον εχθρό που θα μπορούσαμε να στρέψουμε τα όπλα μας εναντίον του».

Γι’ αυτό το λόγο συνελήφθη και στη συνέχεια εξέπεσε του στρατιωτικού βαθμού του.

Ωστόσο, το καθεστώς είχε στείλει επίσης και μια επίλεκτη μονάδα με 10 ελεύθερους σκοπευτές και δυο πολυβόλα, οι οποίοι τοποθετήθηκαν στην ταράτσα ενός παρακείμενου εργοστασίου.

Συνολικά 26 εργάτες έπεσαν νεκροί από τα πυρά των ελεύθερων σκοπευτών, ενώ άλλοι κατέληξαν με βαριά τραύματα στο νοσοκομείο και υπέστησαν ακρωτηριασμούς.

Η υπόθεση λογοκρίθηκε και παρέμεινε ένα καλά κρυμμένο μυστικό του σοβιετικού καθεστώτος μέχρι το 1992, όταν οι σοροί 20 νεκρών ανακτήθηκαν, ταυτοποιήθηκαν και θάφτηκαν στο κοιμητήριο του Νοβοσακτίνσκ.

Ο βετεράνος ρώσος σκηνοθέτης, την Δευτέρα, στο Φεστιβάλ Βενετίας

Σχεδόν έξι δεκαετίες μετά, η σφαγή γίνεται ταινία δια χειρός Κοντσαλόφσκι με τον τίτλο «Αγαπητοί Σύντροφοι».

«Ο ρώσος σκηνοθέτης είναι αρκετά μεγάλος [σε ηλικία] για να γνωρίζει πολύ καλά και σε βάθος την ιστορία αυτή και γι’ αυτό καταφέρνει να απεικονίσει με καταπληκτικό τρόπο την απεργία των εργαζομένων – αλλά και τι προέκυψε από αυτήν», σημειώνει ο σινεκριτικός της Guardian που είδε την ταινία ήδη στη Μόστρα.

Ο ίδιος ο σκηνοθέτης περιγράφει την ταινία ως «ένα φιλμ για τη γενιά των γονιών του»: τους καλούς, υπάκουους κομμουνιστές, που απογοητεύονται διαρκώς από το κράτος.

Και τοποθετεί ως φιλμικό alter ego του την πρωταγωνίστρια της ταινίας (και σύζυγό του στην πραγματική ζωή), την εξαιρετική Τζούλια Βισοτσκάγια, η οποία υποδύεται την Λιούντα που προσπαθεί να επιβιώσει μέσα σε όλο αυτό το χάος στην πόλη, η οποία τότε χαρακτηρίστηκε ως «προπύργιο του εσωτερικού αντικομμουνισμού».

Με την σύζυγό του, Τζούλια Βισοτσκάγια

Επιπλέον, ψάχνει και την νεαρή κόρη της, η οποία ίσως και να έχει πέσει νεκρή από τις σφαίρες των ελεύθερων σκοπευτών.

«Δεν ξέρω τίποτα και για κανέναν», ακούει και ξανακούει από τους ντόπιους η Λιούντα, χτυπώντας τις πόρτες τους και ρωτώντας για το παιδί της.

«Το να μην ξέρετε τίποτα στο Νοβοτσερκάσκ είναι να ξέρετε με ποιο τρόπο θα επιβιώσετε»: αυτό είναι το κεντρικό μότο της ταινίας.

Πάντως, η ταινία έχει τα φόντα, όπως σημειώνει η βρετανική εφημερίδα, να φύγει με βραβείο από την Βενετία -όχι ότι περιμέναμε κάτι διαφορετικό ή κάτι λιγότερο από μια από τις πλέον ιδιάζουσες εν ενεργεία μορφές του παγκόσμιου σινεμά.

O Κοντσαλόφσκι – που σημειωτέον είναι αδερφός του επίσης σπουδαίου σκηνοθέτη Νικίτα Μιχάλκοφ –  μεγαλούργησε αρχικά στη γενέτειρά του την δεκαετία του 1970 με σινεφίλ αριστουργήματα όπως η τρίωρη «Σιβηριάδα».

Στη συνέχεια όμως αποφάσισε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του στο Χόλιγουντ.

Μετακόμισε μόνιμα στις ΗΠΑ, εκεί όπου η φιλμογραφία του γνώρισε τη δεύτερη σπουδαιότερη ταινία της, το «Τρένο της Μεγάλης Φυγής» (1985) με τον Γιον Βόιτ, ενώ το 1989 γύρισε το «Τάνγκο και Κας» με τον Σιλβέστερ Σταλόνε.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...