Αναπάντητο εξακολουθεί να παραμένει ένα σημαντικό ερώτημα το οποίο απασχολεί ιδιαίτερα και τους αμερικανούς πολιτικούς αναλυτές και τους ειδικούς στις διεθνείς σχέσεις: σε ποιον ή μάλλον σε ποια – δεδομένου ότι υποσχέθηκε πως θα είναι γυναίκα – θα προσφέρει τελικά ο Τζο Μπάιντεν την υποψηφιότητα για την αντιπροεδρία των ΗΠΑ;
Το ζήτημα είναι κρίσιμο για δύο κυρίως λόγους. Καταρχάς γιατί την 20η Νοεμβρίου του 2020 ο Τζο Μπάιντεν θα συμπληρώσει 78 χρόνια ζωής. Ακόμη και εάν κερδίσει (όπως δείχνουν πολλές δημοσκοπήσεις) την προεδρία 17 ημέρες νωρίτερα και καταφέρει στη συνέχεια να ενώσει τους Αμερικανούς και να αποκαταστήσει τις σχέσεις των ΗΠΑ με τον υπόλοιπο κόσμο, πάρα πολύ δύσκολα θα αποπειραθεί να διεκδικήσει την επανεκλογή του το 2024.
Αυτό σημαίνει πως εάν σε λιγότερο από 100 ημέρες ο Τζο Μπάιντεν αναδειχθεί νικητής της εκλογικής αναμέτρησης και μπορέσει στη συνέχεια να κυβερνήσει δημοκρατικά και ενωτικά και αποδοτικά την πατρίδα του, τότε στο τέλος της τετραετίας θα έχει ανοίξει τον δρόμο για τη φυσιολογική διαδοχή του από το Νο 2 του Λευκού Οίκου, δηλαδή μια γυναίκα.
Και αυτός είναι ο δεύτερος λόγος που το ζήτημα έχει ξεχωριστή σημασία: όποια επιλεγεί τελικά από τον υποψήφιο πρόεδρο των Δημοκρατικών ως υποψήφια αντιπρόεδρός του, εάν ηττηθεί ο Ντόναλντ Τραμπ, θα έχει αυτόματα μεγάλες πιθανότητες να καταστεί έπειτα από μία τετραετία η πρώτη γυναίκα στην Ιστορία που θα πάρει στα χέρια της τα ηνία της Αμερικής.
Ο Τζο Μπάιντεν αναμένεται να ανακοινώσει την επιλογή του κατά τις επόμενες ημέρες. Πριν από την έναρξη του καλοκαιριού είχε δηλώσει πως επρόκειτο να έχει επιλέξει έως την 1η Αυγούστου. Σύμφωνα, όμως, με το ρεπορτάζ του Ντέιβιντ Λίοναρντ των New York Times, ο παλαίμαχος πολιτικός που φιλοδοξεί να κυβερνήσει την Αμερική, θα χρειαστεί μερικές ημέρες ακόμα για να καταλήξει, το αργότερο, όμως, έως τον Δεκαπενταύγουστο, δεδομένου ότι τη Δευτέρα 17η Αυγούστου είναι προγραμματισμένο να αρχίσουν οι εργασίες του εθνικού συνεδρίου των Δημοκρατικών κατά τη διάρκεια του οποίου ο Τζο Μπάιντεν θα λάβει και επίσημα το προεδρικό χρίσμα του κόμματός του.
Στη λίστα των υποψήφιων αντιπροέδρων του Μπάιντεν συγκαταλέγονται τρεις γερουσιαστές – η Κάμαλα Χάρις, η Ελίζαμπεθ Γουόρεν κι η Τάμι Ντάκγουορθ – και δύο βουλευτές – η Κάρεν Μπέις και η Βαλ Ντέμινγκς.
Ενδέχεται, ωστόσο, την αντιπροεδρία των ΗΠΑ να την αναλάβει τελικά μία γυναίκα η οποία δεν έχει εκλεγεί ποτέ σε δημόσιο αξίωμα, η Σούζαν Ράις, η πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στον ΟΗΕ και πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου υπό την προεδρία του Μπαράκ Ομπάμα. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει ο Λίοναρντ και μαζί του συμφωνεί και ο Αλεξάντερ Μπερνς, επίσης αρθρογράφος των New York Times.
Το μεγάλο προσόν της Σούζαν Ράις είναι η τεράστια εμπειρία της στη διεθνή σκηνή. Εάν την επιλέξει τελικά ο Μπάιντεν και κερδίσει την προεδρία, ενόσω εκείνος θα προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές στο εσωτερικό της Αμερικής, εκείνη θα αφοσιωθεί στην αποκατάσταση των σχέσεων της Ουάσιγκτον με τους συμμάχους της ανά τον κόσμο.
Εχει το μειονέκτημα, όμως, ότι δεν έχει διεξάγει ποτέ μια προεκλογική εκστρατεία. Ευνοείται, ωστόσο, από τις συνθήκες που επικρατούν στις ΗΠΑ υπό το φάσμα του κορονοϊού. Γιατί εξαιτίας της άκρως ανησυχητικής εξέλιξης της πανδημίας κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας δεν θα πραγματοποιηθούν μαζικές προεκλογικές συγκεντρώσεις από τον Τζο Μπάιντεν και τους Δημοκρατικούς. Οπότε το γεγονός πως δεν είναι εξοικειωμένη με τα πλήθη, δεν θα την εμποδίσει να αποδείξει μέσω του Διαδικτύου και της τηλεόρασης πως έχει όλα τα ατού για τη δουλειά του αντιπροέδρου.
Στην κρίση, ωστόσο, τω συμβούλων του Τζο Μπάιντεν βαραίνει το ότι η 55χρονη Ράις επικρίθηκε έντονα στον απόηχο της τρομοκρατικής επίθεσης στο αμερικανικό προξενείο της Βεγγάζης στη Λιβύη το 2012. Η τότε πρεσβευτής των ΗΠΑ στον ΟΗΕ βρέθηκε στο στόχαστρο μερίδας Ρεπουμπλικανών βουλευτών και γερουσιαστών επειδή είχε δηλώσει πως η επίθεση δεν ήταν προμελετημένη (όπως αποδείχτηκε) αλλά αυθόρμητη.
Η Σούζαν Ράις κατηγορήθηκε ότι υποβάθμισε εσκεμμένα τον τρομοκρατικό παράγοντα για να μην πληγεί το προφίλ του προέδρου Ομπάμα. Το όλο ζήτημα τής κόστισε τελικά το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ καθώς θεωρούνταν σίγουρο πως θα διαδεχόταν τη Χίλαρι Κλίντον ως επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας.
Πλέον, όμως, δεν αποκλείεται να καθίσει σε αυτήν την περίοπτη και συγχρόνως νευραλγική θέση, εάν ο Μπάιντεν επιλέξει τελικά κάποια άλλη από τις πέντε υπόλοιπες υποψήφιες του για την αντιπροεδρία, τέσσερις εκ των οποίων είναι, όπως και η Σούζαν Ράις, Αφροαμερικανίδες.
Σε κάθε περίπτωση, εάν ο πρώην αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα καταφέρει να διώξει τον Ντόναλντ Τραμπ από τον Λευκό Οίκο, η αμερικανική πολιτική θα είναι σίγουρα πολύ διαφορετική σε σχέση με την προηγούμενη τετραετία, καθώς αναμένεται πως οι γυναίκες θα διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News