Η περιώνυμη επόμενη μέρα θα έρθει προφανώς για τον ελληνικό τουρισμό, αλλά θα είναι λάθος και έγκλημα να συνοδεύεται είτε από την ευκολία της «κοντής μνήμης» είτε από την ευφορία των άπειρων δυνατοτήτων του τομέα. Υπάρχουν αρχικά ζητήματα τα οποία είναι προφανή (;) προαπαιτούμενα και αφορούν τόσο τα διεθνοποιημένα χαρακτηριστικά του τομέα, την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης και την εθνική κρατική πολιτική.
Η μετάβαση αρχικά στη μετά Covid-19 εποχή θα απαιτήσει να υπάρχουν σαφή δεδομένα και πρωτόκολλα σε ζητήματα δημόσιας υγείας και ταξιδιών, τα οποία να αφορούν ευρύτερα τον παγκόσμιο τουρισμό ως αποτέλεσμα διεθνών συμφωνιών και επειδή στις πανδημίες τα σύνορα καταρρέουν, δεν χωρούν διαφορετικές πολιτικές εθνικά ή περιφερειακά σε τέτοια ζητήματα. Η Ευρωπαϊκή Ενωση ιδιαίτερα, η οποία άλλωστε αποτελεί την κύρια πηγή παγκοσμίως παραγωγής πολιτικών και παρεμβάσεων στον βιώσιμο τουρισμό εδώ και δεκαετίες, ενώ παράλληλα είναι και ο μεγαλύτερος γεωγραφικά ενιαίος προορισμός της παγκόσμιας τουριστικής ζήτησης, θα πρέπει ανάλογα να αναλάβει δράσεις και πολιτικές σε πολλά επίπεδα (ανάπτυξη, απασχόληση, αερομεταφορές) για την επόμενη μέρα. Τέλος, η ελληνική κυβέρνηση, η οποία ήδη έχει λάβει σημαντικά μέτρα, θα χρειαστεί να παρέμβει πολυεπίπεδα τουλάχιστον τα επόμενα δύο χρόνια στηρίζοντας με χρηματοδοτήσεις, πολιτικές και έργα τον βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας.
Ορισμένες επισημάνσεις αναφορικά με τον ελληνικό τουριστικό τομέα είναι όμως αναγκαίες.
Αρχικά, ο τουριστικός τομέας της χώρας δεν αφορά προφανώς μόνον 600-800 χιλιάδες εργαζόμενους αυτοαπασχολούμενους και επιχειρηματίες του τουρισμού, αλλά σύμφωνα με έγκυρες εκτιμήσεις 1,5 -1,7 εκατομμύρια άτομα άμεσα ή έμμεσα απασχολούμενα ή με εισοδήματα από διάφορες πηγές επιχειρηματικής δραστηριότητα ή επενδύσεων σε τουριστικούς προορισμούς.
Οι πολλαπλασιαστικές επιδράσεις του τομέα ενισχύουν (με υψηλά ποσοστά τζίρου και απασχόλησης) και στηρίζουν πολλούς άλλους κλάδους της οικονομίας (εμπόριο, βιοτεχνία, βιομηχανία, αγροτική παραγωγή, υπηρεσίες, μεταφορές, οικοδομή) σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.
Πολύ αργοπορημένα (μετά το 2000 ουσιαστικά), ο τομέας έχει πλέον αποκτήσει σταδιακά και όχι πλήρως, την αναγκαία πολιτική και θεσμική νομιμοποίηση του ως Κοινωνικός Εταίρος του κράτους και καθοριστικός αναπτυξιακός πυλώνας της εθνικής οικονομίας της χώρας μας.
Η αναβάθμιση της ποιότητας του τουριστικού προϊόντος της χώρας και η παράλληλη αύξηση της εφαρμογής βιώσιμων πρακτικών και πολιτικών σε επιχειρήσεις και προορισμούς την τελευταία εικοσαετία συνέβαλε αποφασιστικά στην – διόλου τυχαία – επίτευξη εξαιρετικά θετικών αποτελεσμάτων στην ιδιαίτερα δύσκολη λόγω μνημονίου περίοδο 2014-2019, αναφορικά με τις αφίξεις και τα έσοδα του τουρισμού.
Πολλά είναι τα προβλήματα που εξακολουθούν να υπάρχουν και απαιτούν λύσεις και συνέργειες στον σχεδιασμό, στην έρευνα, στην εκπαίδευση, στην αγορά εργασίας, στην εποχικότητα και στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών αλλά και πολλά τα θετικά βήματα που επίσης έγιναν σε αρκετά από αυτά τα ζητήματα προορισμών και επιχειρήσεων της χώρας μας, αναβαθμίζοντας το προσφερόμενο τουριστικό της προϊόν.
Με αφορμή όμως τα προβλήματα του υπερτουρισμού σε κάποιους τουριστικούς προορισμούς τα τελευταία χρόνια, αλλά και την ολιστικών διαστάσεων κρίση της Covid-19 υπάρχουν αρκετοί τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας, οι οποίοι λειτουργούν «τουριστι-φοβικά» και προσεγγίζουν τον τουρισμό ως τομέα ανάπτυξης και ιδιαίτερα ασταθή στις διεθνείς κρίσεις.
Λύσεις για τα προβλήματα του υπερτουρισμού βρίσκονται με συστηματικό σχεδιασμό και διαχείριση των τουριστικών προορισμών.
Ο τουρισμός έχει αποδειχθεί αντίθετα με τα όσα υποστηρίζονται ιδιαίτερα ανθεκτικός στις διεθνείς κρίσεις γεγονός το οποίο εξηγεί και γιατί αποτελεί σταθερή επιλογή ενός τομέα ανάπτυξης διεθνώς. Η μοναδική περίπτωση της Covid-19 αναμφίβολά διαφέρει σε ένταση και έκταση και περιόδους ανάκαμψης θα διαρκέσει 2-3 χρόνια. Η οικονομική και κοινωνική σημασία του τουρισμού και των ταξιδιών είναι αναπόσπαστο τμήμα της λειτουργίας των σύγχρονων κοινωνιών όμως όπως έχει αποδειχθεί και είναι δεδομένο ότι σύντομα θα έχουμε νέα περίοδο ανάπτυξης του Τομέα.
Η επόμενη μέρα –όπως άλλωστε δείχνουν και οι πρώτες έγκυρες εκτιμήσεις για το θέμα θα απαιτήσει ποιοτικά και πολυσύνθετα προϊόντα και βιώσιμες και κοινωνικά υπεύθυνες πρακτικές σε όλα τα επίπεδα. Εκεί οφείλει η χώρα να εστιάσει την πολιτική της: τουρισμός, ο μόνος τομέας της χώρα μεταπολεμικά με τόσα οφέλη για την οικονομία και την απασχόληση σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.
Η χώρα μας ανήκει σε ένα μικρό αριθμό χωρών παγκόσμια που διαθέτουν πολύ πλούσιους και πολυσήμαντους πόρους σε δυο τομείς με σταθερή τουριστική ζήτηση: περιβάλλον και πολιτισμό. Ο βιώσιμος τουριστικός σχεδιασμός αυτών των πόρων είναι ο μονόδρομος για την ανάπτυξη και την ευημερία της χώρας. Η ταξιδιωτική και πολιτισμική εμπειρία αποτελούν πλέον – πέρα κρίσεων και λάθους αναπτυξιακών επιλογών – μία παγκόσμια σταθερά των καταναλωτικών και κοινωνικών επιλογών. Τα viral ή virtual ταξίδια δεν μπορούν παρά σε ένα ποσοστό να αλλάξουν την πρόκληση της in situ αυθεντικής ταξιδιωτικής εμπειρίας. Ας αναλογιστούμε άρα πόσο τυχεροί είμαστε που διαθέτουμε αυτούς τους πόρους, αλλά και ας συντονίσουμε σωστά τις ενέργειες και τις συνέργειες οι οποίες απαιτούνται ώστε να τους διαχειριστούμε μακροπρόθεσμα και βιώσιμα. Ας αναλάβουμε τέλος και ως χώρα τον ρόλο που αναλογεί στο διεθνές επίπεδο στους υπεύθυνους, καινοτόμους και πρωτοπόρους σε μία επόμενη διαφορετική ημέρα.
It’s all right T travel.
It’s your right T travel.
* Ο Πάρις Τσάρτας είναι καθηγητής Τουριστικής Ανάπτυξης στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο και Διευθυντής του Αγγλόφωνου Μεταπτυχιακού Προγράμματος ΤΟURHER
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News