Επιχειρηματίας που επλήγη από την κρίση λόγω του κορονοϊού, αλλά και με προβλήματα αλκοολισμού ήταν ο μακελάρης στη Νέα Σκωτία του Καναδά, της χειρότερης ένοπλης επίθεσης στα χρονικά της χώρας.
Παριστάνοντας τον αστυνομικό, για 12 ώρες ο Γκάμπριελ Γουόρταν πυρπολούσε κατοικίες και πυροβολούσε τους ενοίκους που έντρομοι προσπαθούσαν να διαφύγουν. Τουλάχιστον 23 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, σύμφωνα με τον τελευταίο -αλλά ακόμη όχι οριστικό- απολογισμό.
Αργά το βράδυ του Σαββάτου, τοπική ώρα, οι Αρχές εντόπισαν νεκρούς μέσα και έξω από σπίτι στην μικρή πόλη Πορταπίκ στον ίδιο δρόμο όπου και ο Γουόρτμαν είχε μια κατοικία. Πτώματα και πυρπολημένες κατοικίες εντοπίστηκαν και σε άλλα σημεία σε μια ακτίνα 50 χιλιομέτρων.
Το πορτρέτο του δράστη, που έρχεται στο φως από τις αναφορές των Αρχών, δείχνει έναν άνθρωπο με σοβαρά προβλήματα.
Ο 51χρονος δράσης, που σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια ένοπλης αντιπαράθεσης με αστυνομικούς, περιγράφεται ως εκατομμυριούχος οδοντίατρος με προβλήματα αλκοολισμού. Η κλινική του ήταν στο Ντάρτμουθ, πόλη που απέχει πάνω από 100 χιλιόμετρα από το Πορταπίκ. Ωστόσο η επιχείρηση έκλεισε αναγκαστικά στο πλαίσιο των μέτρων κατά της covid-19, της νόσου που προκαλεί ο κορονοϊός.
Αυτόπτες μάρτυρες είπαν ότι ο Γουόρτμαν έκαψε το σπίτι του, όπως και άλλα, πριν αρχίσει να πυροβολεί κατά των ανθρώπων που προσπαθούσαν να φύγουν από τα δικά τους. Αν και μάλλον επέλεγε τα θύματά του τυχαία, τουλάχιστον δύο τα δολοφόνησε από πρόθεση: ήταν η πρώην σύντροφός του και ο νέος φίλος της.
Μία αστυνομικός προσπάθησε να τον σταματήσει, εμβολίζοντας το αυτοκίνητό του με το δικό της όχημα. Την πυροβόλησε εξ επαφής και έκλεψε το υπηρεσιακό αυτοκίνητό της.
Τα κίνητρα του δράστη παραμένουν ακόμη ασαφή. Ο Telegraph ανέφερε ότι η σφαγή στον Καναδά συνέπιπτε με την επέτειο της βομβιστικής επίθεσης στην Οκλαχόμα το 1995 στην οποία σκοτώθηκαν 168 άνθρωποι και της πολιορκίας του ράντσου μίας σέχτας στο Τέξας το 1993 όπου σκοτώθηκαν 80 άνθρωποι.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News