Απειλές πάνω στην απειλή για τη δημόσια υγεία, ειδικά σε μία φάση τόσο επείγουσα και κρίσιμη, είναι τα fake news διά στόματος και πένας επιστημόνων.
Ο υπεύθυνος λοιμωξιολόγος του υπουργείου Σωτήρης Τσιόδρας εμφανίστηκε έντονα ενοχλημένος από συναδέλφους του οι οποίοι με επιστολή τους στον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη απεύθυναν δραματικές εκκλήσεις, λέγοντας πώς οδηγούμαστε σε κατάσταση Ιταλίας επειδή γίνονται απειροελάχιστα τεστ για τον κορονοϊό.
«Θα μου επιτρέψετε να πω ότι δυστυχώς μιλούν με ανακρίβειες και διαδίδουν fake news σχετικά με τη διασπορά της νόσου όσον αφορά τον γενικό πληθυσμό», τόνισε ο κ. Τσιόδρας. Το φαινόμενο δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Είναι πολύ πιο έντονο και επικίνδυνο σε παγκόσμια κλίμακα.
Ο Γιάννης Ιωαννίδης, καθηγητής Παθολογίας, Ερευνας, Πολιτικής Υγείας και Στατιστικής στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και ένας από τους ειδικούς που βρίσκεται στο top 20 της παγκόσμιας κατάταξης, δημοσίευσε πρόσφατα έρευνα που δείχνει ότι το πρόβλημα με τα fake news μεταξύ επιστημόνων για τον κορονοϊό έχει πάρει μορφή επιδημίας.
Οι πιο επικίνδυνες ψευδείς ειδήσεις
Η πιο ψευδής επιστημονική είδηση των τελευταίων οκτώ ετών αφορά τον κορονοϊό. Ηταν η πιο σχολιασμένη και διαβασμένη μελέτη που δημοσιεύτηκε από περισσότερα από 20 εκατομμύρια μελέτες των τελευταίων οκτώ ετών, σε όλα τα επιστημονικά πεδία.
Οι συντάκτες της μελέτης ισχυρίζονταν ότι η βασική πρωτεΐνη του κορονοϊού έχει μία «παράξενη ομοιότητα» με τις πρωτεΐνες που παράγει ο ιός HIV που προκαλεί AIDS.
Η ειδική βαθμολογία αυτής της fake μελέτης έφτασε το αστρονομικό σκορ των 13.725 πόντων μέχρι τις 5 Μαρτίου. Ευτυχώς επικρίθηκε ταχύτατα και οι συγγραφείς της την απέσυραν. «Ωστόσο, είχε ήδη γίνει σοβαρή ζημιά», γράφει ο κ. Ιωαννίδης σε ανάλυσή του που έχει γίνει δεκτή προς δημοσίευση στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of Clinical Investigation.
Τι προβλήματα προκάλεσε; Η μελέτη ήταν μία από τις βάσεις τροφοδότησης για θεωρίες συνομωσίας επιστημόνων που κατασκευάζουν επικίνδυνους ιούς στα εργαστήρια, στην προσπάθειά τους να ανακαλύψουν νέα εμβόλια.
Η πρώτη δημοσίευση για ασθενή με κορονοϊό δίχως συμπτώματα που μετέδωσε τη νόσο, δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση New England Journal of Medicine στις 30 Ιανουαρίου. Ωστόσο, ο συγκεκριμένος τελικά είχε συμπτώματα, αλλά οι ερευνητές είχαν ξεχάσει να τον ρωτήσουν και απλώς έγραψαν ότι ήταν ασυμπτωματικός. Κατανοώντας τις πιθανότητες μετάδοσης σε φάση που κάποιος δεν έχει συμπτώματα, μπορεί κάτι τέτοιο να οδηγήσει σε λάθος στρατηγική για λήψη μέτρων μετάδοσης, πρόληψης και αντιμετώπισης της νόσου.
Το The Lancet, ένα από τα κορυφαία επιστημονικά περιοδικά, στις 24 Φεβρουαρίου δημοσίευσε μαρτυρίες από δύο κινέζες νοσηλεύτριες, οι οποίες περιέγραφαν την προσωπική τους εμπειρία τους στη διαχείριση των περιστατικών με κορονοϊό. Ωστόσο, ο συντάκτης της μελέτης σύντομα αντιλήφθηκε ότι μετέφεραν τις περιγραφές κάποιου άλλου, οπότε η μελέτη αποσύρθηκε.
Η πραγματική κατάσταση
Η πρώιμη εικασία ότι το 40% με 70% του παγκόσμιου πληθυσμού θα μολυνθεί έγινε viral. Οι πρώιμες, πάλι, εκτιμήσεις για το πόσα άτομα θα μολύνει κάθε άτομο που έχει κορονοϊό, έχουν ποικίλει από 1,3 έως 6,5.
Αυτά τα νούμερα όμως αλλάζουν καθημερινά και εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες, αναφέρει ο κ. Ιωαννίδης, όπως τα μέτρα και η εφαρμογή των μέτρων συγκράτησης της μετάδοσης, φαρμάκων, εμβολίων κ.λπ. Μάλιστα, ο επιστήμονας που είχε κάνει την πρώτη εκτίμηση, στις 3 Μαρτίου την άλλαξε και είπε ότι θα μολυνθεί από το 20% ως το 60% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Οι πρώιμοι αριθμοί του ποσοστού θνησιμότητας φαίνονται επίσης υπερβολικοί. Στις αρχές Μαρτίου ο ΠΟΥ είχε αναφέρει ότι ήταν 3,4%. Αυτό στην πραγματικότητα προέκυπτε από τη διαίρεση του συνολικού αριθμού καταγεγραμμένων περιστατικών, με τον αριθμό των θανόντων.
Βέβαια, αυτός ο αριθμός αγνοεί τις ανεπιβεβαίωτες περιπτώσεις και όλους τους μη συμπτωματικούς. Τα μοναδικά πλήρη δεδομένα για συγκεκριμένο πληθυσμό προέρχονται από το κρουαζιερόπλοιο Diamond Princess, όπου η θνητότητα των επιβατών ήταν 1%.
Οσον αφορά τα μέτρα προστασίας, το μόνο αποδεδειγμένο μέτρο είναι οι απλοί κανόνες υγιεινής. Η παραμονή στο σπίτι, η αποφυγή επαφών όταν έχουν ύποπτα συμπτώματα, είναι πολύ χρήσιμα επίσης.
Για τον κορονοϊό γνωρίζουμε ελάχιστα, όσο και αν πιέζουμε τους επιστήμονες να μας πουν περισσότερα. Και οι υπερβολές στις επιστημονικές πληροφορίες, περιπλέκουν ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Γι’ αυτό και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να εμπιστευόμαστε επιστήμονες και ανθρώπους που έχουν βαθιά γνώση και άμεσα αντανακλαστικά.
Και θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση τα fake news μπορούν να σκοτώσουν χιλιάδες ανθρώπους, καθώς θα ληφθούν λανθασμένες ενέργειες πρόληψης και αντιμετώπισης της νόσου.
Οσον αφορά την ενημέρωση του κοινού, οι επιστήμονες που δεν είναι καλά «διαβασμένοι» θα πρέπει να σταματήσουν να εμφανίζονται στα τηλεοπτικά παράθυρα, όσο και αν τους δίνεται η ευκαιρία τη συγκεκριμένη περίοδο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News