Ναι, απαιτούνται τεράστιες δημοσιονομικές δαπάνες για την καταπολέμηση των επιπτώσεων της πανδημίας κορονοϊού, ωστόσο πρόκειται για ζήτημα ζωής ή θανάτου (και των φυσικών προσώπων και της οικονομίας). Ναι, αυτή είναι η στιγμή κατά την οποία πρέπει να ανοίξουν οι κάνουλες της χρηματοδότησης. Πρέπει να ξοδευτούν πολλά λεφτά ώστε να ησυχάσει ο κόσμος, να δει ότι το εισόδημά του δεν θα μειωθεί, ότι θα δύναται και στο εξής να καταναλώνει.
Αυτό είναι κάτι που πρέπει να γίνει όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Χωρίς ροή χρήματος, η κρίση που προκαλεί ο ιός θα είναι κυριολεκτικά και μεταφορικά φονική. Ο σχολιαστής των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» Μάρτιν Σάντμπου καταδικάζει την «καταραμένη λιτότητα» που απειλεί την ανθρώπινη υπόσταση, τη φυσική αλλά και την οικονομική-κοινωνική. Τα δημοσιονομικά ελλείμματα δεν πρέπει να τρομάζουν, γράφει. Η πολιτική πρέπει να κάνει τη δουλειά της.
Η πανδημική οικονομική επιβράδυνση είναι εν εξελίξει, η κρίση εξαιτίας του κορονοϊού θα είναι τόσο βαθιά όσο ήταν και η προηγηθείσα χρηματοπιστωτική. Η δραματική συρρίκνωση θα αφορά και την Κίνα και την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Ηδη υπάρχουν εκτιμήσεις: αν τα έκτακτα μέτρα προς περιορισμό της πανδημίας μείωσαν την οικονομική δραστηριότητα στο μισό μέσα σε έναν μήνα, και κατόπιν, στους επόμενους δύο μήνες, τη μειώσουν στα τρία τέταρτα, τότε το ετήσιο αποτέλεσμα θα είναι συρρίκνωσή της κατά 10%. Εάν η εφετινή κρίση αποδειχθεί βαθύτερη από του 2008, τότε θα έχουμε μεγαλύτερα δημοσιονομικά ελλείμματα από τότε. Ενα δημοσιονομικό κίνητρο ύψους 1,5% του ΑΕΠ, όπως αυτό που εφήρμοσε η Ευρωπαϊκή Ενωση προ δεκαετίας, πλέον δεν αρκεί.
Γιατί δεν αρκεί; Επειδή, εκτός από τα επείγοντα μέτρα για την υγεία, αυτό που απαιτείται είναι «να υποστηρίξουμε τα εισοδήματα που οι άνθρωποι αναμένουν να έχουν». Το σοκ της προσφοράς λόγω της παράλυσης των δραστηριοτήτων «ελπίζω να είναι προσωρινό» γράφει ο Σάντμπου. Ομως «οι επιπτώσεις στη ζήτηση θα επιφέρουν τη βαθύτερη και πιο παρατεταμένη ύφεση» εφ’ όσον ο κόσμος σταματήσει να καταναλώνει. Κάτι τέτοιο θα είναι «αποτέλεσμα της αβεβαιότητας». H επαρκής χρηματοδότηση, λοιπόν, θα απαλλάξει τους ανθρώπους από τον φόβο του μέλλοντος. (Και αυτός ο φόβος «είναι ο πρώτος λόγος για το σπιράλ αρνητικής ζήτησης».) Ο Σάντμπου αποκλείει και την πιθανότητα με τη χρηματοδότηση το χρέος να καταστεί μη βιώσιμο.
Στην ένσταση ότι σε περίπτωση συνέχισης της κατανάλωσης η μείωση της προσφοράς θα προκαλούσε πληθωρισμό, ο αρθρογράφος αντιτείνει ότι, σε τέτοια περίπτωση, και η παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών θα εξακολουθήσει, με συνέπεια την αύξηση της προσφοράς και τη μείωση του πληθωρισμού. Υποστηρίζει ακόμη ότι η επιστροφή στην εργασία έπειτα από κάποιο διάστημα συνοδεύεται από το όφελος της αυξημένης παραγωγικότητας.
Ο αρθρογράφος εκφράζει την άποψη ότι πρέπει να δοθεί μία ώθηση ρευστότητας ίση με τη μείωση του ΑΕΠ. Και χαρακτηριστικά γράφει: «Αν οι κυβερνήσεις έχουν μονοψήφια ελλείμματα στο τέλος του έτους, πιθανότατα θα έχουν κάνει ελάχιστα πράγματα» για τη σωτηρία της οικονομικής (και κοινωνικής) ζωής. Η ταχύτητα στη λήψη της απόφασης μετράει όσο και το ποσό. Διότι προέχει «να καθησυχάσουμε τους ανθρώπους ότι δεν θα φτωχύνουν περισσότερο».
Κλείνοντας το άρθρο του ο Σάντμπου γράφει ότι ο κορονοϊός δεν «αναποδογύρισε» μόνο την καθημερινότητά μας: τα αναγκαία μέτρα με τις δημοσιονομικές εκτροπές θα αλλάξουν άρδην και ορισμένες ιδέες περί οικονομίας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News