Αν υφίσταται μία κάποια διαφορά ανάμεσα σε αυτό που ζούμε σήμερα και σε εκείνα που σωρευτικά μας βρήκαν κατακούτελα την οκταετία 2010-18, είναι η αδυναμία μας να οργιστούμε εναντίον κάποιου. Η οργή, ξέρετε, μπορεί να αποδεικνύεται καταστροφική μακροπρόθεσμα, αλλά βραχυπρόθεσμα είναι λυτρωτική. Σου δίνει μια ψυχολογική διέξοδο για να μην τρελαθείς ή να μην πάθεις εγκεφαλικό, έστω κι αν αυτή η διέξοδος είναι να πυροβολήσεις τον γείτονα σου ή τον συνάδελφο σου.
Τώρα –φευ– δεν έχουμε μήτε το global κίνητρο της νέας εθνικής μας καταστροφής, μήτε τις εξωτερικές δυνάμεις που την απεργάστηκαν, μήτε βδελυρούς εκπροσώπους αυτών των ξένων δυνάμεων εντός της χώρας μας. Οταν όλος ο πλανήτης υποφέρει και σαρώνεται, από πού να πιαστεί ο περιούσιος ελληνικός λαός και να καταγγείλει διεθνή συνωμοσία εναντίον του; Κι όταν η κυβέρνηση εδώ παίρνει τα ίδια μέτρα που παίρνουν όλες οι κυβερνήσεις της υφηλίου, ποιες κακόβουλες προθέσεις μπορεί άραγε να της καταλογίσει ο καχύποπτος Ελληνας;
Ο κορονοϊός δεν κατάργησε μόνο τα σύνορα, αφού τα διαπερνά όπως το νερό ένα σουρωτήρι, κατάργησε εν τέλει και την πολιτική. Δεν είναι μόνο ότι κανένας δεν αντιπαρατίθεται σε κανέναν και ουδείς διαθέτει διαφορετική οπτική γωνία από τον διπλανό του γι’ αυτή την ασύλληπτη αλλαγή που βιώνουν οι ανθρώπινες κοινωνίες. Εδώ καταλήξαμε στο απίθανο –και τρομακτικό συνάμα– σημείο, να επιζητούμε οι ίδιοι τη μείωση των ατομικών μας ελευθεριών και να μεμφόμαστε τις αρχές όταν δείχνουν ελαστικότητα σε αμφισβητίες ή εξεγερμένους.
Πρόκειται για μια πρωτόγνωρη κατάσταση, όχι μόνο διότι έκλεισαν καφέ και μπουζουξίδικα που είχαν έναν σχεδόν αιώνα να κατεβάσουν ρολά, όχι μόνο διότι αμπαρωθήκαμε (οι περισσότεροι) στα σπίτια μας και βλέπουμε τον κόσμο πίσω απ’ τα παντζούρια μας, αλλά διότι για πρώτη φορά στον εθνικό μας βίο ζούμε μέσα σε συνθήκες απόλυτης ομοφωνίας. Ασύλληπτο ως χθες, πλην αληθινό. Κατά τούτο ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως έλληνας Πρωθυπουργός, βιώνει κάτι ιστορικά πρωτόγνωρο.
Πιθανότατα, την απόλυτη αποδοχή (επί του συγκεκριμένου, αλλά που δεν αφορά κάτι δευτερεύον και αμελητέο) που απολαμβάνει ο Μητσοτάκης, δεν την έχει ξαναζήσει συνάδελφός του από συστάσεως ελληνικού κράτους και πολύ δύσκολα θα την ξαναζήσει επίγονός του. Μια πρόχειρη μελέτη της νεοελληνικής Ιστορίας βγάζει στην επιφάνεια αρκετές τραγικές επιδημίες και καταστροφές εντός του ελληνικού χώρου (πανώλες, χολέρες, σεισμούς, εθνικές πείνες), όλες όμως συνοδευμένες από πολιτικές αντιπαραθέσεις και αλληλοκατηγορίες των πολιτικών ανδρών και κομμάτων. Αυτό στις μέρες μας εξέλειπε λόγω του Ιnternet και της παγκόσμιας κυκλοφορίας των ειδήσεων και των εικόνων.
Θα μου πείτε ότι τις αποφάσεις εν τέλει δεν τις παίρνει ο Μητσοτάκης, ο Τσιόδρας τις παίρνει και ο Κυριάκος τις εκτελεί. Θεωρητικώς, το ίδιο κάνει ο Σι Τζινπίνγκ υπακούοντας πιστά στις εντολές του Κινέζου Τσιόδρα. Εστω, αυτό πάντως δεν αναιρεί το θαυμαστόν του πράγματος για τα ελληνικά θέσμια, ούτε την πολιτική είσπραξη που θα κάνει ο Μητσοτάκης αν τελικά το πράγμα δεν καταλήξει σε τραγωδία. Που κι αυτή, αν επισυμβεί, δύσκολα θα τη χρεωθεί έτσι που το πάει και πολιτικά και επικοινωνιακά.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News