Εγώ δεν πιστεύω ότι ο Μητσοτάκης έπαθε διπλωματικό Βατερλό επειδή επί πρωθυπουργίας του η Ελλάδα δεν εκλήθη στην διάσκεψη του Βερολίνου, όπως λέει ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν πιστεύω επίσης ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ επέδειξε ανικανότητα και ολιγωρία όταν προετοιμαζόταν το διπλωματικό και γεωπολιτικό παίγνιο που κατέληξε στην γερμανική πρωτεύουσα, όπως διατείνεται η ΝΔ. Και οι δύο απόψεις εκφράζουν την επαρχιωτική αντίληψη περί εξωτερικής πολιτικής που κυριαρχεί στην Ελλάδα.
Οι ελληνικές κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις, αλλά και πολλά μέσα ενημέρωσης, δεν τολμούν να ομολογήσουν την αλήθεια στον λαό που εναλλάξ κυβερνούν ή πληροφορούν. Κρύβουν κάτω από το χαλί τις ελαχιστοποιημένες αντικειμενικές δυνατότητες της χώρας μέσα στο διεθνές στερέωμα και καταφεύγουν σε υπεραπλουστεύσεις εσωτερικής κατανάλωσης που κινούνται στο ρηχό κομματικό δίπολο, «εγώ είμαι ο μάγκας και ο ικανός, το αντίπαλο κόμμα είναι ο υποτελής και ο ανίκανος». Κανείς δεν λέει ότι στην διεθνή σκακιέρα όλα εξαρτώνται από τον συσχετισμό δυνάμεων.
Οι διεθνείς σχέσεις δεν έχουν διόλου να κάνουν με την ικανότητα και την εξυπνάδα των ηγετών ή των στενών επιτελείων τους. Θεωρητικώς, η κάθε σύγχρονη και συγκροτημένη χώρα διαθέτει τους μηχανισμούς (διπλωματικούς, ενημερωτικούς, στρατιωτικούς, κ.λ.π.) που της επιτρέπουν να αναλύσει επαρκώς τα διεθνή δεδομένα και να διαπραγματευτεί εντός τους τα συμφέροντα της μέχρι το έσχατο όριο των δυνατοτήτων της. Όταν δυο χώρες συγκρούονται ή διαπραγματεύονται, αμφότερες θεωρούν αυτονόητο ότι ο αντίπαλος δεν είναι ούτε χαζός, ούτε ατζαμής, ούτε απληροφόρητος, ούτε απροετοίμαστος.
Το μόνο πραγματικό ζήτημα που υπάρχει και για τις δυο μεριές, είναι η ορθή ανάγνωση των δυνατοτήτων του εαυτού τους, του αντιπάλου τους και η ορθολογική τους σύγκριση. Εκεί έγκειται και η αποτελεσματικότητα των πολιτικών ηγεσιών. Η λάθος κίνηση μιας ηγεσίας που ίσως οδηγήσει σε εθνική υποχώρηση ή ήττα, δεν είναι τίποτα άλλο παρά αποτέλεσμα λανθασμένης ανάγνωσης του συσχετισμού δυνάμεων ανάμεσα στους δύο. Είναι αποτέλεσμα υποεκτίμησης των αντικειμενικών δυνατοτήτων της αντίπαλης χώρας ή υπερεκτίμησης των δυνατοτήτων της δικής της χώρας, γεγονός που οδηγεί σε λανθασμένη σύγκριση των δύο.
Σε καμιά περίπτωση όμως, η ορθή κρίση μιας πολιτικής ηγεσίας δεν μπορεί να υπερκεράσει τις ίδιες τις αντικειμενικές δυνατότητες της χώρας της. Η εξυπνάδα κανενός πρωθυπουργού δεν μετέτρεψε την αδύναμη χώρα του σε δυνατή, ούτε η βλακεία κάποιου προέδρου κατέστησε ποτέ αδύναμη την δυνατή χώρα του. Κάθε κρατικός συλλογικός οργανισμός βρίσκει τον τρόπο να ισορροπεί στοιχειωδώς στο εσωτερικό του και εν τέλει να ασκεί την πολιτική που αντιστοιχεί στην δύναμη της.
Κοντολογίς, η διαμαρτυρία της Ελλάδας για τον αποκλεισμό της από την σύνοδο του Βερολίνου, είναι μια διαμαρτυρία για τις αντικειμενικές δυνατότητες της έναντι των αντιστοίχων δυνατοτήτων της Τουρκίας. Τέτοιες διαμαρτυρίες δεν έχουν ουσία στη διεθνή πολιτική. Η διεθνής πολιτική ασκείται με βάση συμφέροντα και όχι με βάση ηθικές αρχές ή αισθήματα δικαιοσύνης. Το διεθνές δίκαιο που επικαλούμαστε, εφαρμόζεται μόνο ανάμεσα σε αντιπάλους με ίδιες δυνατότητες. Όπου υπάρχει διαφορά ισχύος, το διεθνές δίκαιο είναι κενό γράμμα.
Η Ελλάδα πληρώνει αυτή την στιγμή την οικονομική κρίση που την έπληξε και της πληθυσμιακή της συρρίκνωση. Και τα δυο μείωσαν την διπλωματική της επιρροή και την στρατιωτική της ικανότητα. Στο δίπολο Ελλάδα-Τουρκία, η Τουρκία υπερέχει και αυτό το διαβάζουν τόσο οι Τούρκοι όσο και οι υπόλοιποι διεθνείς παίκτες. Όσο αυτή η υπεροχή θα παραμένει σαφής, ας μην περιμένουμε ισότιμη αντιμετώπιση μας με τους Τούρκους, ανεξαρτήτως ελληνικών κυβερνήσεων. Η ορθή ελληνική ανάγνωση των σημερινών συσχετισμών θα μας βοηθήσει να αποφύγουμε κάποια βαριά ζημιά αυτή την δυσμενή για μας περίοδο και η δρομολόγηση μιας άλλης εθνικής πορείας εφεξής ενδέχεται να αλλάξει το αποτέλεσμα της ελληνοτουρκικής ζυγαριάς εν ευθέτω χρόνω.
Όλα τα άλλα, για τα καταφερτζίδικα των (νυν ή πρώην) Πρωθυπουργών και τα τσαλίμια των (χθεσινών ή σημερινών) υπουργών Εξωτερικών είναι για εσωτερική κατανάλωση.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News