Δεν έχει παρά να σκύψει κάποιος πάνω από την Ιστορία, για να αντιμετωπίσει ένα εντυπωσιακό πυροτέχνημα, που αφορά σε ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της ανθρωπότητας όπως ο Παρθενώνας. Πυροτέχνημα, το οποίο συζητιέται σήμερα από αρκετά διεθνή μέσα ενημέρωσης, με αφορμή την ανακοίνωση στο «American Journal of Archaeology» και στην ολλανδική έκδοση του «National Geographic» από τον ολλανδό αρχαιολόγο Γιάνρικ βαν Ρουκχούιτσεν.
Δεν πρέπει να ονομάζουμε λοιπόν Παρθενώνα τον ναό που έχτισαν ο Ικτίνος και ο Καλλικράτης, με εντολή του Περικλή, τον «Χρυσό Αιώνα» (από το 447 έως το 432 π.Χ.), παγκόσμιο σύμβολο του μέτρου, της αρμονίας και της ομορφιάς, όσο και της (μαθηματικής) «χρυσής τομής»; Αλλά να θεωρούμε, όπως υποστηρίζει, ότι Παρθενώνας είναι το Ερέχθειο; Και σε εκείνο που αναγνωρίζουμε ως Παρθενώνα, διεθνώς, θα έπρεπε – κατά τον ολλανδό αρχαιολόγο – να του αποδίδουμε την λέξη – γλωσσοδέτη «Εκατόμπεδον» ή τον «πιο φιλικό χαρακτηρισμό: Μέγας Ναός της Αθηνάς»;
Πάμε από την αρχή, λοιπόν. Ιστορία, τώρα! Μετά την νίκη τους στις Θερμοπύλες και τη Ναυμαχία του Αρτεμισίου, το 480 π.Χ., οι Πέρσες πρόλαβαν να περάσουν από την αφύλακτη από τα στρατεύματα Αθήνα. Καίγοντας και γκρεμίζοντας. Πρώτα από όλα τον λεγόμενο Προπαρθενώνα, που είχαν στήσει οι Αθηναίοι στην Ακρόπολη ως ναό της Αθηνάς Παρθένου, πολιούχο της Αθήνας, το 490 π.Χ., μετά την νικητήρια Μάχη του Μαραθώνα. Και αυτό το έκαναν, αποσυναρμολογώντας έναν ακόμη πρόδρομο του Παρθενώνα: τον ναό που είχε στηθεί στην Ακρόπολη των Αθηνών το 570–550 π.Χ., κατά την εποχή του τυράννου Πεισίστρατου. Έναν αποκλειστικά δωρικού ρυθμού ναό, πάντα προς τιμήν της πολιούχου Αθηνάς Παρθένου, τον οποίο ονόμαζαν «Εκατόμπεδο ή Εκατόμπεδον», καθώς είχε μήκος εκατό (αρχαιοελληνικών) ποδιών ή 30,88 μ.
Στο Νέο Μουσείο Ακρόπολης, τμήματα από το δυτικό αέτωμα του Εκατόμπεδου, που σώθηκε από την μανία καταστροφής των Περσών, δεσπόζουν στην κορυφή του μεγάλου κλιμακοστασίου. Μάλιστα, στα γλυπτά του αετώματος, όπως ένα περίφημο του τρισώματου Δαίμονα, στα δεξιά, υπάρχουν ακόμη τα ίχνη των χρωμάτων, στα οποία στηρίχθηκαν πολλοί αρχαιολόγοι με τα χρόνια για να μας «θυμίσουν» ότι οι ναοί στην αρχαία Ελλάδα δεν ήταν ολόλευκοι, μαρμάρινοι, αλλά πολύχρωμοι.
Με δυο λόγια, αν στηριχθούμε στην εκδοχή της ερευνητικής ομάδας του Γιάνρικ βαν Ρουκχούιτσεν, θα πρέπει να υιοθετήσουμε ως ονομασία για τον σημερινό μικτού ρυθμού (δωρικού κυρίως, αλλά και ιωνικού) Παρθενώνα, που έχει μήκος 69,50 μ. και πλάτος 30,88 ή 100 αρχαιοελληνικά πόδια, εκείνη του πολύ προγενέστερου – και μικρότερου – ναού που υπήρχε στη θέση του.
Σαν να λέμε, αντί για την παλαιότερη ονομασία «Στήλες του Ολυμπίου Διός» και την νεότερη «Στύλοι του Ολυμπίου Διός», που χρησιμοποιούμε, να γυρίσουμε στην λέξη «Ολυμπιείον» της αρχαιότητας. Μόνον που ακόμη και εδώ μιλάμε για το ίδιο μνημείο, ενώ στην περίπτωση του Εκατόμπεδου μιλάμε για ένα πολύ προγενέστερο μνημείο από τον Παρθενώνα, που γνωρίζουμε σήμερα. Σε δουλειά να βρισκόμαστε, δηλαδή. Ή πολύ κακό για το (λάθος;) τίποτα.
Η αλήθεια είναι πως από τις αρχαίες πηγές δεν προκύπτει ότι οι Αθηναίοι του «χρυσού αιώνα» ονόμαζαν Παρθενώνα τον ναό υπέρ της πολιούχου Αθηνάς Παρθένου. Και θα χρειαστεί ειδική επιστημονική έρευνα για να διαπιστωθεί πότε άρχισε να χρησιμοποιείται η λέξη «Παρθενών». Η ομάδα του ολλανδού αρχαιολόγου, πάντως, βασίζεται στην ερμηνεία «ναός των παρθένων», των ιερειών της Αθηνάς δηλαδή, για την… αλλαγή ονόματος. Ενώ η επικρατέστερη εκδοχή είναι ότι η λέξη «Παρθενών» αναφέρεται στην Παρθένο Αθηνά.
Επίσης, για τον Περικλή και την αρχαία Αθήνα ο Παρθενώνας, τον οποίο έστησαν πάνω στα ερείπια που άφησαν πίσω τους οι Πέρσες, ήταν σύμβολο ανάκαμψης καταρχάς, κλέους της Αθήνας κατά δεύτερον και σύμβολο πολιτικής και οικονομικής ηγεμονίας και λιγότερο θρησκευτικό. Εκεί, δέσποζε, ακόμη και πάνω από την στέγη, σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές, και εμφανές σε όλη την Αθήνα, το περίφημο ογκώδες χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς Παρθένου, έργο του γλύπτη Φειδία.
Στο (θρησκευτικό) άδυτον του ναού της Αθηνάς, όπου θα λειτουργούσαν οι παρθένοι – ιέρειες, είχε διαμορφωθεί το θησαυροφυλάκιο της Αθήνας του Περικλέους. Και οι αμιγώς θρησκευτικές τελετουργίες γίνονταν κυρίως στο Ερέχθειο και στο ξύλινο ξόανο δίπλα σε αυτό. Κατά τους Ολλανδούς, το Ερέχθειο με τις… παρθένες Καρυάτιδες στην θέση των κιόνων του, είναι ένδειξη ότι εκεί ήταν ο Παρθενώνας και όχι στον Περίκλειο «Μέγα Ναό της Αθηνάς».
Εκείνο που μας λέει η Ιστορία και οι πηγές της είναι ότι οι Πέρσες, την ίδια χρονιά που νίκησαν στις Θερμοπύλες, το 480 π.Χ., πρόλαβαν με τα πλοία τους να φτάσουν στην αρχαία Αθήνα και να κάψουν και να γκρεμίσουν τον Προπαρθενώνα, που είχε χτιστεί στην θέση του Εκατόμπεδου, έφτασαν να νικηθούν στην Ναυμαχία της Σαλαμίνας (χώρια η Μάχη των Πλαταιών, το 479 π.Χ.). Και έτσι ανατράπηκαν οριστικά τα επεκτατικά σχέδιά τους από την Ασία στην, τότε, Ευρώπη.
Οι αλλαγές ή τα «λάθη» στις καθιερωμένες από αιώνων ονομασίες, που κάθε τόσο ανακαλύπτουν ερευνητές, σκορπώντας πυροτεχνήματα εντυπωσιασμού και ντόρου γύρω από το όνομά τους, είναι ακριβώς αυτό που είπαμε και παραπάνω: πολύ κακό για το τίποτα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News