Το «Να τελειώνουμε με τον Εντί Μπελγκέλ», που παρουσιάζεται μέχρι τις 17 Νοεμβρίου στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, σε δραματουργική επεξεργασία και σκηνοθεσία του Ηλία Αδάμ, βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Εντουάρ Λουί, που έκανε ιδιαίτερη αίσθηση στη Γαλλία, έγινε best seller και μεταφράστηκε σε περισσότερες από 20 γλώσσες.
Πρόκειται για την αληθινή ιστορία του ίδιου του συγγραφέα, που μεγάλωσε όντας ομοφυλόφιλος σ’ ένα χωριό της Γαλλίας στη δεκαετία του ’90. Ένα χωριό περίπου 1000 κατοίκων που οι περισσότεροι άνδρες δούλευαν στο κοντινό εργοστάσιο μπρούντζου – κάποιοι χωρίς να έχουν προλάβει να τελειώσουν το σχολείο – και η μεγάλη πλειοψηφία των γυναικών δεν εργαζόταν.
Ένα χωριό, όπως πάρα πολλά χωριά της γαλλικής επαρχίας (και όχι μόνο), που οι άνθρωποι είναι καταδικασμένοι να υπηρετούν τους κοινωνικούς τους ρόλους που άλλοι διάλεξαν για εκείνους. Γεννήθηκαν εργάτες και θα πεθάνουν εργάτες. Βυθισμένοι στη φτώχεια και στην έλλειψη παιδείας. Η μοίρα τους είναι καθορισμένη. Η τράπουλα είναι σημαδεμένη. Και τα στερεότυπα είναι ισχυρά. Όπως σε κάθε κοινωνία που βασιλεύει η ανέχεια.
Σε αυτό το περιβάλλον γεννιέται ο ΕντίΜπελγκέλ. Έτοιμος να παίξει κι αυτός τον προκαθορισμένο του ρόλο. Μόνο που αυτός είναι διαφορετικός. Αν και αγόρι συμπεριφέρεται πιο πολύ σαν κορίτσι. Ούτε ο ίδιος ξέρει το γιατί. Όμως σε μία κοινωνία που οι απόψεις περί ζωής, φύλων και κοινωνικών ρόλων είναι τόσο παγιωμένες, αυτό συνιστά πρόβλημα. Πρόβλημα τόσο για τον πατέρα του Μπελγκέλ, που στην παιδική του ηλικία έβλεπε τον δικό του πατέρα του να σπάει στο ξύλο τη μάνα του προτού τους εγκαταλείψει, όσο και για τη μητέρα του, που παράτησε το σχολείο για να γεννήσει στα 17 της και από τότε έκανε επτά παιδιά, αν και στην πραγματικότητα δεν ήθελε κανένα.
Πρόβλημα όμως κυρίως για τον Εντύ που η διαφορετικότητά του τον αφήνει έκθετο στο έλεος μία ακραίας σωματικής και λεκτικής βίας. Μίας βίας που γεννιέται και αναπαράγεται μέσα από ένα κοινωνικό σύστημα εξουσίας, που δεν επιθυμεί να την περιορίσει στο ελάχιστο. Οι ήρωες στο έργο του Λουί είναι απελπιστικά εγκλωβισμένοι, απελπιστικά μόνοι μέσα στη φτώχεια τους. Και γι’ αυτό βαθιά θυμωμένοι.
Ο Εντί λοιπόν γίνεται ο εύκολος στόχος. Περιφρονείται και χλευάζεται από τους γονείς του, κουτσομπολεύεται από τους συγχωριανούς του και δέχεται μπουνιές, κλωτσιές και φτυσιές από δύο συμμαθητές του στο σχολείο.
«Δεν ξέρω αν τα αγόρια στον διάδρομο θα όριζαν τη συμπεριφορά τους ως βίαιη. Στο χωριό οι άντρες δεν έλεγαν ποτέ αυτή τη λέξη, δεν έβγαινε από το στόμα τους. Για έναν άντρα η βία ήταν κάτι φυσιολογικό, προφανές» γράφει στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο «Να τελειώνουμε με τον Εντί Μπελγκέλ», σχεδόν μία δεκαετία μετά – στα 22 του χρόνια – ο Εντουάρ Λουί. Ένα βιβλίο που όπως ομολογεί και ο ίδιος «είναι μια προσπάθεια να καταλάβω».
Ο νεαρός σκηνοθέτης Ηλίας Αδάμ φτιάχνει μια εξαιρετική παράσταση στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, στο υπόγειο του REX, με όχημα το βιβλίο του Λουί. Μία παράσταση, που μέσα από μία ευφυή δραματουργική επεξεργασία, φωτίζει τον πραγματικό πυρήνα του έργου του, που δεν είναι μόνο η ομοφοβία, αλλά η συνθήκη που γεννά τη βία απέναντι στο οτιδήποτε διαφορετικό. Κι αυτή η συνθήκη έχει να κάνει άμεσα με το βιοτικό και εκπαιδευτικό επίπεδο της εκάστοτε κοινωνίας.
Πολύ σωστά η παράσταση ξεκινάει με την αναφορά σε μία σειρά από αντεργατικούς νόμους των πρόσφατων γαλλικών κυβερνήσεων. Του Σαρκοζί, του Ολάντ, του Μακρόν. Νόμοι που περιορίζουν τα κοινωνικά επιδόματα, ενισχύουν τις ανισότητες, διογκώνουν το ρατσιστικό μίσος και συντελούν στην έκρηξη της βίας. Η εξουσία δεν επιθυμεί τον περιορισμό των κοινωνικών ανισοτήτων ούτε της βίας που αυτές προκαλούν. Το ίδιο το σύστημα επενδύει στη βία. Αυτή είναι η ουσία. Και αυτός είναι και ο λόγος που τόσο η εξιστόρηση του Λουί, όσο και η παράσταση του Αδάμ είναι βαθιά πολιτικές.
Η σκηνοθετική ματιά του Αδάμ είναι ρηξικέλευθη, πρωτότυπη και ουσιαστική. Με ελάχιστα σκηνικά μέσα (αν και η χρήση της κινηματογραφικής προβολής αποδεικνύεται εξαιρετικά χρήσιμη), ευθεία αφήγηση από τους δύο νεαρούς ηθοποιούς (ο Τζέο Πακίτσας και Σοφία Πριόβολου τόσο απλοί και τόσο καίριοι), καμία απόπειρα αναπαράστασης των γεγονότων (ευτυχώς!) και έξυπνες – και καθόλου συμβατικές – σκηνοθετικές επιλογές για να ενισχυθεί το νόημα των όσων λέγονται και ακούγονται. Είναι μία παράσταση απόλυτα σύγχρονη, που πρέπει να δεις με ανοιχτά τα μάτια και τα αυτιά σου. Μία παράσταση που αξίζει που βρίσκεται στο ρεπερτόριο του Εθνικού Θεάτρου. Αν ο στόχος μίας Πειραματικής Σκηνής ενός κρατικού θεάτρου δεν είναι τέτοιες παραστάσεις, τότε ποιος είναι;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News