Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη συμβουλή που μου έδωσε μία αγαπημένη ιδιωτική εκπαιδευτικός, όταν η κόρη μου πήγε, πριν κάμποσα χρόνια, στην Α΄Δημοτικού: «Να σέβεσαι περισσότερο τον δάσκαλο του δημόσιου σχολείου». Τη συμβουλή –που μου δόθηκε με αφορμή μια μικρή προστριβή που παρ΄ολίγο να έχω με μια δασκάλα– την ακολούθησα έκτοτε πιστά. Με προφύλαξε από πολλές βεβιασμένες κινήσεις και με θωράκισε από την ύψιστη γονεϊκή μανία: να θεωρώ ότι το παιδί μου είναι προϊόν ευγονικής και έχει πάντα δίκιο.
Διότι, αν το δει κανείς ψύχραιμα, στο ελληνικό δημόσιο σχολείο μια μεγάλη πληγή είναι, ναι, οι γονείς. Οι εκπαιδευτικοί περνούν δύσκολα, γιατί κάθε Σεπτέμβριο οι τάξεις τους γεμίζουν με πολλά αφόρητα παιδιά, που ακολουθούνται από ακόμα πιο αφόρητους γεννήτορες. Που θεωρούν τον δάσκαλο/καθηγητή του δημόσιου σχολείου «χαραμοφάη», ο οποίος πληρώνεται για να κάνει τρεις μήνες διακοπές, ενώ τα «παίρνει» από τα ιδιαίτερα. Και είναι έτοιμοι να τον απαξιώσουν, να τον «στριμώξουν» (για τους βαθμούς,για τις απουσίες κοκ), να καλύψουν το «bullying» που ασκούν πάνω τους τα παιδιά τους (ακόμα και μαθητές τους Δημοτικού πλέον!), να βγάλουν το άχτι τους για την υποβαθμισμένη ελληνική εκπαίδευση και, εν γένει, την άτιμη, την κοινωνία.
Είναι κάμποσες οι συνομοταξίες γονέων που ταλαιπωρούν το δημόσιο σχολείο στην Ελλάδα του 2019 (ενδεχομένως και το ιδιωτικό, αλλά εκεί υπάρχουν άλλα ζητήματα). Η πιο μεγάλη βέβαια είναι η «φυσικά-και-θα-ήθελα να έχω πάει σε ιδιωτικό-αλλά- ας όψεται -η κρίση-αναγκάστηκα- να το φέρω εδώ». Οι γονείς αυτοί είναι, στην πλειονότητά τους, passive-aggressive. Γνωρίζουν ότι το παιδί τους άξιζε κάτι καλύτερο, αλλά κάνουν την καρδιά τους πέτρα και το γράφουν στο δημόσιο της γειτονιάς τους με το κτιριακό πρόβλημα, τους β΄διαλογής δασκάλους κοκ. Αν, όμως, τολμήσει κανείς και τους πει το οτιδήποτε, θα υποστηρίξουν την επιλογή τους μέχρις εσχάτων, βάλλοντας μαινόμενοι κατά των ιδιωτικών.
Αγαπημένο σπορ αυτών των γονέων, η διοργάνωση εξτραβαγκάν σχολικών εκδρομών που θα έκαναν το Κολέγιο Αθηνών να ωχριά (πχ γύρος της Ιταλίας στην Α΄Γυμνασίου). Και, βέβαια, η απαξίωση των δασκάλων\καθηγητών που, προφανώς, για να είναι στην δημόσια εκπαίδευση, δεν είναι δα και η crème de la crème. Είναι εκδικητικοί και δικομανείς· ακόμα και μαθητές του Δημοτικού έχουν εκπαιδευτεί να απαντούν χαιρέκακα μέσα στην τάξη: «H μαμά μου θα σας κάνει καταγγελία». Δεν θέλουν να το λένε, αλλά χασκογελούν που η καθηγήτρια των γαλλικών πήγε να υποβάλει την παραίτησή της, γιατί δεν αντέχει να της πετάνε μολύβια μέσα στην τάξη.
Είναι οι νεοσυντηρητικοί. Δεν το δείχνουν ανοιχτά αλλά δυσανασχετούν με τους νεωτερισμούς της δασκάλας της Γ΄ Δημοτικού («Τι σημαίνει, δηλαδή, κάθεται και τους διαβάζει μυθιστόρημα;») ή την άλλη που τόλμησε να κάνει, εκτός διδακτέας ύλης, νύξη για σεξουαλικά ζητήματα σε σπυριάρηδες δεκαπεντάχρονους. Δεν τρελαίνονται για τους αλλοδαπούς συμμαθητές και αφήνουν, συγκαλυμμένα, υπονομευτικά σχόλια: «Θα με πεις ρατσιστή, αλλά μπορεί να βάζει το παιδί να κάθεται δίπλα σε Φιλιππινέζο;».
Ετερη πολυπληθής συνομοταξία είναι οι urban/hippies γονείς (ή, επί το λαϊκότερον, «ουρμπανοχίπηδες»). Είναι συνήθως ευκατάσταστοι, εναλλακτικοί, χρησιμοποιούν όρους όπως «έμφυλη βία», το παιδί σίγουρα κάνει βιολί ή θεατρικό παιχνίδι και πιθανότατα φωνάζει τη μαμά και τον μπαμπά με το μικρό τους όνομα. Υποστηρίζουν την υποβαθμισμένη δημόσια εκπαίδευση, συχνά έχουν κάνει μετεγγραφή από ιδιωτικό σχολείο, θέλουν να παρεμβαίνουν στην εκπαιδευτική δραστηριότητα και στις συναντήσεις με τους δασκάλους/ καθηγητές θέτουν τις πιο «ψαγμένες» και ανούσιες ερωτήσεις («Πότε σκοπεύετε να ασχοληθείτε πιο ενεργά με τα τριτόκλιτα;»). Είναι, αναμφίβολα, εκείνοι που θα μαζέψουν στο τέλος της σχολικής χρονιάς χρήματα για εκείνη την λίγο- τσιμπημένη πασμίνα, δώρο για την «υπέροχη» δασκάλα της Ε’ τάξης. Γκρινιάζουν βέβαια ακατάσχετα με τις συντηρητικές αγκυλώσεις του εκπαιδευτικού συστήματος και δεν το έχουν σε πολύ να την «πουν» στην καθηγήτρια των Θρησκευτικών που έβαλε 14 στον γιο τους (ο οποίος έσπασε την έδρα την ώρα του μαθήματος).
Είναι οι σκληροπυρηνικοί, παλαιάς κοπής γονείς που καταφεύγουν στις γνωστές, παλαιοκομματικές πρακτικές. Προσέγγιση και ακατάσχετο «γλείψιμο» του δασκάλου ( από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού), συστηματική «βοήθεια» του παιδιού στις σχολικές εργασίες κοκ. Είναι εκείνοι που θα ρωτήσουν (όταν εσύ δεν είσαι μπροστά) την κόρη σου τι βαθμούς έχει στον έλεγχο, που κυνηγούν σαν δαιμονισμένοι τις πρωτιές στους διαγωνισμούς της Μαθηματικής Εταιρείας, που δεν θεωρούν την αυθεντία του δασκάλου passé (όπως η πλειονότητα των γονέων στην Ελλάδα σήμερα), αλλά εξαργυρώσιμη.
Τη μέθοδο του ασφυκτικού «κόρτε», αλλά για άλλους λόγους, υιοθετούν «οι γονείς του τελευταίου θρανίου». Κάνουν το σχολείο δεύτερο σπίτι, ενίοτε φέρνουν και γλυκά, συζητούν δήθεν εξομολογητικά τα οικογενειακά τους προβλήματα και ζητούν επιείκεια για το «παιδί» (νταγλαράς δύο μέτρων που φουμάρει μέσα στο σχολείο), που σχεδόν πάντα κινδυνεύει να μείνει από απουσίες.
Είναι, τέλος, οι συστηματικά απόντες. Εμφανίζονται μόνο στους ελέγχους, δεν έχουν ιδέα ποιος καθηγητής διδάσκει τι, στήνονται στην ουρά μόνο για τη φιλόλογο και τον μαθηματικό (οι υπόλοιποι είναι για τα μπάζα), κάνουν καμιά ερώτηση σε καμιά μπάνικη καθηγήτρια και στο επόμενο τετράμηνο πλέον.
Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, υπενθυμίζω ότι εμπίπτω σε αρκετές από τις άνω συνομοταξίες. Η συμβουλή, όμως, που έλαβα εγκαίρως, με έσωσε, θέλω να πιστεύω, από το να πουλάω εξουσία σε εκείνους που κάθε Σεπτέμβριο περνούν τη μισή τους μέρα με το παιδί μου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News