Αρχισε τη χρονιά υπέροχα. Εφτασε στους ημιτελικούς του Αυστραλιανού Οπεν, νικώντας (και) τον Ρότζερ Φέντερερ. Επίσης, στον τελικό στο Ντουμπάι, τον Μάρτιο, όπου έχασε από τον Ελβετό «βασιλιά». Κέρδισε δύο τίτλους, στη Μασσαλία τον Φεβρουάριο και στο Εστορίλ τον Μάιο (που ήταν το πρώτο τρόπαιο της καριέρας του στο χώμα). Στο Ρολάν Γκαρός, τον Ιούνιο, αποκλείστηκε έπειτα από μια επική μονομαχία του με τον Βαβρίνκα. Οι επιτυχίες του τον ανέβασαν στο Νο 5 της παγκόσμιας κατάταξης.
Εκεί, στο Παρίσι, κάποιο αόρατο χέρι γύρισε τον διακόπτη. Ισως, η απογοήτευση του Στέφανου Τσιτσιπά για την ήττα του σε ένα παιχνίδι που είχε πολλές ευκαιρίες να κερδίσει. Τον Αύγουστο, στο Citi Open της Ουάσινγκτον, αποκλείστηκε (στον ημιτελικό) από τον Νικ Κύργιο. Στα Masters του Τορόντο και του Σινσινάτι έμεινε εκτός από πολύ νωρίς. Στη Νέα Υόρκη αναζητούσε μια νέα αρχή, αλλά έχασε στον πρώτο γύρο από τον Αντρέι Ρούμπλεφ: τον Ρώσο που πριν από μερικές ημέρες, στο Σινσινάτι, είχε αποκλείσει τον Φέντερερ.
Τέσσερις ήττες στη σειρά ήταν αρκετές για τις Κασσάνδρες των πληκτρολογίων, που άρχισαν να προφητεύουν δυστυχίες για τον έλληνα «πρίγκηπα» του παγκόσμιου τένις. Τα social media έσταξαν δηλητήριο. «Θυμήθηκαν» τις φωτογραφίες του στο Instagram και τα αρχαιοελληνικά ρητά στο Twitter. Για κάποιους άλλους, φταίει ο… παλιοχαρακτήρας του: η τεράστια δημοσιότητα και τα εκατομμύρια που έχει κερδίσει στα τουρνουά, τον «τρέλαναν». Ακόμη και πρώην θαυμαστές του βιάστηκαν να τον χαρακτηρίσουν «φωτοβολίδα που έσβησε». Μόνον οι Ελληνάρες θα μπορούσαν να ισχυριστούν κάτι τέτοιο, για έναν αθλητή που υπήρξε Νο 1 ως junior και στα 21 του βρίσκεται στο Top-10 (Νο 8).
Το καλοκαίρι του Στέφανου ήταν απογοητευτικό, με απρόσμενες ήττες και πρόωρους αποκλεισμούς σε μεγάλα και μικρότερα τουρνουά. Οχι, όμως, επειδή το ταλέντο του εξατμίστηκε ξαφνικά, ή γιατί «τα μυαλά του πήραν αέρα». Αυτό που του συνέβη, το εξήγησε ο ίδιος αμέσως μετά τον αποκλεισμό του από το Αμερικανικό Οπεν: «Νιώθω ότι κάνω διαρκώς το ίδιο πράγμα και το μυαλό μου δεν αντέχει άλλο. Ακολουθώ την ίδια ρουτίνα, την ίδια στρατηγική. Εχω χάσει την έμπνευσή μου. Για να την ξαναβρώ, πρέπει να αρχίσω πάλι από το μηδέν».
Ηταν βέβαιο, πως η δεύτερη χρονιά του στο επαγγελματικό τένις θα ήταν πολύ δυσκολότερη από την πρώτη. Το 2018 ήταν ενθουσιασμένος που μπήκε στο Top-100. Κάθε του νίκη ήταν ένας θρίαμβος. Κάθε του ήττα, απολύτως δικαιολογημένη για έναν «πρωτάρη». Ο Στέφανος σκαρφάλωνε στην παγκόσμια κατάταξη, κέρδιζε όλο και πιο συχνά, όλο και πιο σπουδαίους αντιπάλους. Νίκησε και τους Big-3, και στο πρώτο μισό του 2019 βρέθηκε στο Νο 5 του Κόσμου. Αδιανόητο! Το τένις ήταν το μαγικό φίλτρο που τον μεταμόρφωνε σε Σούπερμαν. Αλλά, μαζί με τον Τσιτσιπά, εκτοξεύονταν και οι προσδοκίες.
Μετά την πρόκρισή του στα ημιτελικά του Αυστραλιανού Οπεν, ο ίδιος ανέβασε τόσο ψηλά τον πήχη για τον εαυτό του, κάνοντας λόγο για κατάκτηση Γκραν Σλαμ τίτλου. Το άγχος της υποχρέωσης να νικά, τον έκανε να απολαμβάνει το παιχνίδι όλο και λιγότερο. Οι ρόλοι έχουν, πια, αντιστραφεί: ο Στέφανος είναι το φαβορί, ενώ οι περισσότεροι από τους αντιπάλους που στέκονται απέναντί του δεν έχουν τίποτα να χάσουν. Δεν είναι τυχαίο, που ηττήθηκε στις πρεμιέρες δύο διαδοχικών Γκραν Σλαμ. Ούτε το ότι χάνει τον έλεγχο και αντιδρά παρορμητικά, όταν βλέπει το ματς να «στραβώνει».
Στο Αμερικανικό Οπεν, για παράδειγμα. Η εφετινή ήταν η τρίτη του εμφάνιση. Στην πρώτη, το 2017, δεν κατόρθωσε να μπει στο «ταμπλό». Στη δεύτερη, το 2018, έφτασε στον 2ο γύρο. Τώρα, που είναι αυτός που είναι, όλοι περίμεναν ότι θα προχωρούσε αρκετά στο τουρνουά. Αυτό έλεγε η λογική, όμως στο τένις -στα σπορ, γενικότερα- δεν πάει έτσι. Οι προηγούμενες επιδόσεις δεν εγγυώνται τις επόμενες. Ιδίως όταν ο αθλητής φτάνει στο σημείο να αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο της ήττας ως μια μικρή καταστροφή, ενώ ο αντίπαλός του παίζει απαλλαγμένος. Δεν το έκρυψε, ο Στέφανος, ότι αγωνίζεται με μια… αλυσίδα στα πόδια: «Νιώθω πως όλοι θέλουν να με νικήσουν, ενώ εκείνοι δεν έχουν κάτι να χάσουν. Σχεδόν πάντα το φαβορί είμαι εγώ, κι αυτό όντως δημιουργεί ένα βάρος».
Για να απολαύσει το τένις και πάλι, ο Τσιτσιπάς πρέπει να συνηθίσει στην ιδέα της αποτυχίας – μια έννοια που μέχρι πρότινος του ήταν παντελώς άγνωστη. Επιπλέον, χρειάζεται να ξεπεράσει τον κορεσμό από την τιτάνια προσπάθεια που κατέβαλε για να φτάσει ως εδώ. Ελάτε λίγο στη θέση του. Σε όλη του την παιδική και εφηβική ζωή στερήθηκε την ανεμελιά, τις βόλτες, τους έρωτες, τις παρέες, τις καταχρήσεις, τις νεανικές «τρέλες». Στα 21 του, επιτυχημένος και πλούσιος, πλέον, είναι λογικό να ζηλεύει μια κανονική ζωή, έξω από το αυστηρό πρόγραμμα «προπόνηση – βαλίτσα – αεροδρόμιο – αγώνες – προπόνηση».
Ο Στέφανος… έπαθε Τζόκοβιτς. Ο Σέρβος, μάλιστα, δεν ήταν 21 ετών παιδί όταν ένιωσε αυτό το «κενό», αλλά τριαντάρης. Αυτός ο φοβερός παίκτης, ο οποίος τον Ιούνιο του 2016 είχε κατακτήσει 16 από τους 22 τίτλους που διεκδίκησε σε διάστημα 16 μηνών, κέρδισε μόλις δύο από τους επόμενους 15, γνωρίζοντας ταπεινωτικούς αποκλεισμούς. Στο Λονδίνο ηττήθηκε από το Νο 41, Σαμ Κουέρι, και στη Μελβούρνη από το Νο 117, τον Ουζμπέκο Ντένις Ιστόμιν, στον πρώτο γύρο. Στο Ρολάν Γκαρός του 2017 η Μέρι Καρίλο, τηλεσχολιαστής και πρώην τενίστρια, δεν δίστασε να πει «με πιάνει η καρδιά μου να τον βλέπω σε αυτή την κατάσταση», παρακολουθώντας τον να διασύρεται στον προημιτελικό από τον τον 22χρονο Ντομινίκ Τιμ.
Στο Γαλλικό Οπεν του 2018 ο Τζόκοβιτς είχε αποκλειστεί από τον 25χρονο Μάρκο Τσετσινάτο, έναν παγκοσμίως άγνωστο ιταλό από το Παλέρμο -Νο 72 στην κατάταξη- που στο παρελθόν δεν είχε νικήσει ούτε μία φορά σε κυρίως ταμπλό τουρνουά Γκραν Σλαμ. Αυτός ο κορυφαίος τενίστας, που φημιζόταν για τη συγκέντρωση και την αυτοκυριαρχία του, πρωταγωνίστησε σε μια από τις πιο θεαματικές… κατρακύλες στην ιστορία των σπορ. Αλλά, δεν έφταιγε ο ποδόγυρος, όπως πολλοί είχαν βιαστεί να συμπεράνουν. Οπως εξομολογήθηκε ο ίδιος, ο «Νόλε» είχε πάψει να απολαμβάνει το τένις, του έλειπε το κίνητρο, καταπιεζόταν, ένιωθε μοναξιά.
Ο Τζόκοβιτς ξαναβρήκε τον εαυτό του και επέστρεψε, στο Νο 1. Το ίδιο θα συμβεί και με τον Στέφανο, που τώρα πληρώνει το τίμημα της επιτυχίας του. Αλλά είναι θέμα χρόνου, να μάθει να τη διαχειρίζεται. Ισως χρειαστεί να απέχει, για λίγο, από τους αγώνες. Σε κάθε περίπτωση, το άθλημα δεν το ξέχασε, από τη μια στιγμή στην άλλη. Ούτε πρόκειται να… αράξει στα εκατομμύρια που έχει κερδίσει, ή στην καθολική του αναγνώριση από την κοινωνία του τένις. Είναι υπερβολικά φιλόδοξος, για να κάνει κάτι τέτοιο. Κάποτε έπαιξε Ντέιβις Καπ στον τελευταίο του μήνα στους juniors. Για να μην του πάρει κάποιος άλλος το Νο 1 στην παγκόσμια κατάταξη! Υγιής να ‘ναι, και θα τον ξαναδούμε σύντομα σε νέους άθλους.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News