Μια τροπολογία που κατατέθηκε –άγνωστο γιατί– μισή μόλις ώρα πριν την ψηφοφορία του διυπουργικού νομοσχεδίου, που ήδη ήταν ένα νομοσχέδιο-σκούπα με πολλές άσχετες μεταξύ τους διατάξεις, και πολύ λογικά προκάλεσε την αντίδραση της αντιπολίτευσης (εδώ), θέτει ανώτατο πλαφόν σε όλες τις συντάξεις.
Στην τροπολογία που κατέθεσε ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης εισάγεται ανώτατο πλαφόν σε όλες τις συντάξεις στα 4.608 ευρώ και έρχεται να ρυθμίσει το πρόβλημα που ανέκυψε πρόσφατα με τις προκλητικές συντάξεις-μαμούθ άνω των 10.000 ευρώ που είχε αφήσει να εκδίδονται η προηγούμενη κυβέρνηση (εδώ).
Σύμφωνα με την τροπολογία, επιβάλλεται ανώτατο όριο σε όλες τις συντάξεις που χορηγεί ο ΕΦΚΑ, στο 12πλάσιο της εθνικής σύνταξης, που αντιστοιχεί σε 20 έτη ασφάλισης, δηλαδή, στις 4.608 ευρώ, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται τα ποσά των χορηγούμενων από τον ΕΦΚΑ επιδομάτων αναπηρίας.
Το σχετικό ανώτατο όριο εφαρμόζεται και επί των συντάξεων που έχουν χορηγηθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου 4387/2016 (12/5/2016) ή ανατρέχουν στην ανωτέρω ημερομηνία, ενώ οι συντάξεις που απονεμήθηκαν και υπερβαίνουν το συγκεκριμένο πλαφόν, αναζητούνται ως καλοπίστως εισπραχθείσες.
Μιλώντας στη Βουλή, και απαντώντας στις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης που αποχώρησε από το κοινοβουλευτικό «φάουλ» της κυβέρνησης, ο κ. Βρούτσης μίλησε για ενδεχόμενη εσκεμμένη αποχώρηση ενώ τόνισε ότι «αποτελεί τιμή να εισηγούμαι δύο κρίσιμες και θετικές διατάξεις και την ίδια στιγμή να φέρνω δύο τροπολογίες».
Είπε ότι επειδή η Ελλάδα δεν μπορεί να περιμένει, έφερε δύο ρυθμίσεις. «Δύο ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων ενημερώνομαι ότι υπάρχουν υπέρογκες συντάξεις για να απονεμηθούν και τι πρέπει να κάνουμε. Η πρώτη αντίδραση μου ήταν να ξαφνιαστώ. Με κατεπείγον email δόθηκε η εντολή να παγώσουν όλες οι υπέρογκες συντάξεις. Υπήρχαν πράγματι. Παραδίδω τις συντάξεις τις καταθέτω στα πρακτικά», είπε και έδωσε νούμερα, όπως 6.500 ευρώ , 7.200 ευρώ, 10.500 ευρώ και 23.571 ευρώ μηνιαίες συντάξεις. «Τι ζητούσαν να καθίσω με σταυρωμένα τα χέρια; Έπρεπε να το σταματήσω με διάταξη νόμου», τόνισε.
Παράλληλα έδωσε δύο παραδείγματα σχετικά με τον τρόπο που νομοθετούσε η προηγούμενη κυβέρνηση: «Αν ένας ιδιώτης αναθέσει σε ξυλουργό για να του φτιάξει έπιπλα και τον εξοφλήσει αλλά ο ξυλουργός δεν πληρώσει τους εργαζόμενους τότε οι τελευταίοι μπορούν να ζητήσουν την αμοιβή τους στον εργοδότη. Αν ένας καταστηματάρχης υγειονομικού ενδιαφέροντος για να του προμηθεύει κρέατα και ο καταστηματάρχης πληρώνει τακτικά. Αν αυτός με την αλυσίδα κρεάτων σταματά να πληρώνει, τότε οι εργαζόμενοι θα πάνε να ζητήσουν τα χρήματά του από το κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος».
Η δεύτερη τροπολογία
Σε ότι αφορά τη δεύτερη τροπολογία, ο κ. Βρούτσης είπε πως η ισχύουσα διάταξη ήρθε προεκλογικά δήθεν για να προστατεύσει τον εργαζόμενο. Ομως σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε οι απολύσεις αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια που ο νόμος ίσχυε.
Η τροπολογία προβλέπει ότι καταργείται η διάταξη του άρθρου 48 του Ν. 4611/2019 η οποία εισήγαγε την έννοια του «βάσιμου λόγου» ως σωρευτικό κριτήριο για να θεωρηθεί έγκυρη η καταγγελία σύμβασης εργασίας και το οποίο σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, προκάλεσε σύγχυση σε εργοδότες και εργαζόμενους.
Ειδικότερα, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, η διάταξη για τις «αιτιολογημένες απολύσεις» πρακτικά λειτουργούσε ως «κόφτης προσλήψεων». Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται η διάταξη όχι μόνο δεν ήταν «φιλεργατική» αλλά λειτουργούσε εναντίον των εργαζομένων, καθώς:
(α) δυσχέραινε τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, και
(β) έφερνε τους ήδη εργαζόμενους σε χειρότερη θέση, καθώς στιγματιζόταν για τον υπόλοιπο εργασιακό βίο ο εργαζόμενος που απολυόταν.
Όπως επισημαίνουν κυβερνητικές πηγές με την κατάργηση αυτών των άρθρων – με βασικό της μέλημα τη δημιουργία πολλών νέων θέσεων εργασίας και την αποτελεσματική προστασία των υφιστάμενων – επιτυγχάνονται τα εξής:
I. Καταργείται τον «κόφτη» στις προσλήψεις που έβαλε η προηγούμενη κυβέρνηση. Ενδεικτικά, από το συνδυασμό των πολιτικών της προηγούμενης κυβέρνησης και της εφαρμογής του άρθρου 48, τον Ιούλιο 2019 το ισοζύγιο προσλήψεων-αποχωρήσεων ήταν αρνητικό κατά 14.691 θέσεις.
II. Μπαίνει τέλος στον ουσιαστικό διαχωρισμό μεταξύ εκείνων που έχουν εργασία και εκείνων που είναι άνεργοι, ή μόλις ξεκινούν τον εργασιακό τους βίο (insiders/outsiders της αγοράς εργασίας).
III. Αποτρέπεται τη μαζική μετατροπή σχέσεων εργασίας σε ορισμένου χρόνου, σε συμβάσεις έργου, και σε υπεργολαβίες, και θα οδηγούσε τελικά σε σημαντική ενίσχυση της «μαύρης», αδήλωτης, εργασίας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News