Στις 17 Ιουλίου ξεκίνησε η 74η σεζόν του αυστριακού Φεστιβάλ Μπρέγκεντς της Αυστρίας, το οποίο για έναν ολόκληρο μήνα δοξάζει την όπερα. Όπως και τα προηγούμενα καλοκαίρια, περισσότεροι από 200.000 άνθρωποι θα επισκεφθούν φέτος την παραλίμνια πόλη Μπρέγκεντς με τους περίπου 29.500 κατοίκους, που είναι χτισμένη στους πρόποδες του όρους Πφέντερ.
Φέτος θα ανέβουν διάφορες παραστάσεις, μεταξύ άλλων δύο παραλλαγές του «Δον Κιχώτη» (μία όπερα και ένα μιούζικαλ), μια μουσική θεατρική παράσταση του «Wunderwandelwelt» του Φρανσουά Σαράν, το έργο «La Ronde» του Αρθρουρ Σνίτσλερ (θα εκτελεσθεί και ως συναυλία), ο «Ευγένιος Ονέγκιν» του Τσαϊκόφσκι, και μια σειρά από παραστάσεις, που ονομάζονται «Musik & Poesie», οι οποίες θα δοθούν σε τρεις διαφορετικές τοποθεσίες, ενώ όπως απαιτεί η παράδοση του φεστιβάλ, το κορυφαίο καλλιτεχνικό γεγονός θα παρουσιαστεί σε ένα τεράστιο πλωτό σκηνικό στην Κωνσταντία, μια λίμνη μήκους περίπου 65 χλμ στους πρόποδες των Άλπεων .
Για φέτος έχει προγραμματιστεί ο «Ριγκολέττο», η διάσημη τραγική όπερα σε τρεις πράξεις του Τζουζέπε Βέρντι και τα σκηνικά διαφέρουν από αυτά παλαιότερων παραστάσεων, αφού σχεδόν όλα τα μέρη της σκηνής κινούνται.
«Η πρόκληση ήταν να επινοήσουμε κάτι που δεν έχει ξαναπαρουσιαστεί εδώ», λέει στο Smithsonian, ο Φίλιπ Στέλτζλ, σκηνοθέτης και σκηνογράφος της φετινής παράστασης, αποκαλύπτοντας ότι η αρχική ιδέα για τα σκηνικά απορρίφθηκε και τα πρώτα σχέδια πετάχτηκαν στα σκουπίδια: «Τελικά καταλήξαμε σε ένα σχέδιο που προσφέρει πολλή κίνηση και μετασχηματισμούς, κάτι που είναι πραγματικά μια νέα προσέγγιση για το Μπρέγκεντς». Και πράγματι το φετινό σκηνικό διαφέρει, αφού οι περισσότερες από τις προηγούμενες παραγωγές ήταν μάλλον στατικές, θυμίζοντας μάλλον γλυπτά.
Το πρώτο Φεστιβάλ του Μπρέγκεντς έγινε το 1946, όταν ακόμη η πόλη δεν είχε καν το δικό της θέατρο. Ετσι, η εναρκτήρια παράσταση-«Bastien et Bastienne»-παρουσιάστηκε σε δύο ποταμόπλοια αγκυροβολημένα στη λίμνη Κωνσταντία. Στο ένα ποταμόπλοιο στήθηκε η σκηνή, και στο άλλο ανέβηκε την ορχήστρα.
Αλλά από τότε, η σκηνή της λίμνης έχει διανύσει πολύ δρόμο. Τη σεζόν 1991-1992, τα σκηνικά της «Κάρμεν» ήταν σα να έβγαιναν από μια κοιλάδα ανάμεσα στα βουνά. Ο «Φιντέλιο» ανέβηκε το 1995-1996, με μια σειρά από σπίτια το ένα πλάι στο άλλο κατά μήκος της σκηνής και η «La Bohème» το 2001-2002 με ένα τεράστιο τραπέζι του καφέ και καρέκλες μισοβυθισμένες στο νερό, ενώ η «Τόσκα» του 2007-2008, παίχτηκε μπροστά σε μια οθόνη όπου προβαλλόταν ένα μάτι, μάλιστα εμφανίστηκε σε μια σκηνή της ταινίας «Quantum of Solace» με τον Ντάνιελ Κρεγκ στον ρόλο του Τζέιμς Μποντ.
Το σκηνικό της «Αΐντα» της σεζόν 2009-2010, ήταν ένα ημιαποδομημένο Αγαλμα της Ελευθερίας. Και η περσινή «Κάρμεν» τονίστηκε από δύο γιγαντιαία χέρια που πέταγαν στον αέρα ένα μάτσο τραπουλόχαρτα, μάλιστα, οι φιγούρες τους άλλαξαν με προβολές καθώς φαινόταν να πέφτουν. Μάλιστα, όλα τα σκηνικά στη λίμνη Κωνστάντια είναι τόσο «φωτογενή», ώστε έχουν κατακλείσει τα social media!
Φέτος όμως ο σχεδιασμός των σκηνικών του Ριγκολέττο τραβάει τα πράγματα στα άκρα, με ένα κεφάλι κλόουν ύψους περίπου 14 μ ανάμεσα σε δύο χέρια, το ένα από τα οποία κρατάει ένα μπαλόνι και είναι το μόνο που μένει ακίνητο.
Το βάρος του κεφαλιού είναι τεράστιο: ζυγίζει σχεδόν 40 τόνους ενώ μαζί με τα μηχανήματα που το κάνουν να κινείται φθάνει τους 150 τόνους. Και η σκηνή, για να αντέξει αυτό το βάρος, είναι χτισμένη πάνω σε 119 ξύλινους και χαλύβδινους πασσάλους. Το δεξί χέρι κινείται σαν ανθρώπινο, χάρη σε έναν υδραυλικά περιστρεφόμενο μοχλό, και όταν ανοίγει, το ύψος του φθάνει περίπου τα 11μ. Ακόμη και ο γιακάς με τις σούρες γύρω από το λαιμό του κλόουν κινείται σα να τον φυσάει ο αέρας. Τα ηχεία για τις ανάγκες της παράστασης είναι ενσωματωμένα στα σκηνικά: πέντε από αυτά βρίσκονται στο κεφάλι και δύο στο δείκτη του δεξιού χεριού.
Ο Στέλτζλ ξεκίνησε την σταδιοδρομία του ως βοηθός σκηνογράφου στο θέατρο Καμερσπίλε του Μονάχου, και στη συνέχεια σκηνοθέτησε μουσικά βίντεο κλιπ της Μαντόνα και κινηματογραφικές ταινίες. Αλλά, όπως πολλοί άλλοι σκηνογράφοι, πάντα ονειρευόταν να δουλέψει στο Φεστιβάλ Μπρέγκεντς, το οποίο όπως λέει «συνδυάζει με θαυμάσιο τρόπο την μνημειακή κλίμακα, το ευρύ κοινό και τη δημιουργική φιλοδοξία»”, λέει. Και τώρα πραγματοποιεί το όνειρό του με ένα τεχνικό επίτευγμα: ένα γιγαντιαίο μπαλόνι που αλλάζει χρώματα καθώς πετάει στον ουρανό με τους τραγουδιστές μέσα του.
Και επειδή το σκηνικό επιπλέει στο νερό, έπρεπε να ληφθούν ειδικά μέτρα για να κρατηθεί ασφαλές από τον άνεμο, το νερό και τα κύματα. Φέτος, 46 διαφορετικές εταιρείες βοήθησαν στην μελέτη και την κατασκευή της σκηνής, μεταξύ άλλων τεχνικές εταιρείες, ξυλουργικών εργασιών, της μεταλλοτεχνίας και των επαγγελματικών καταδύσεων.
Ακόμη, όλα τα στοιχεία της σκηνής είναι κατασκευασμένα ώστε να αντέχουν σε ταχύτητες ανέμου άνω των 120χλμ/ώρα, οι γύψινες επιφάνειες και τα χρώματα στρώθηκαν πολλές φορές ώστε το σκηνικό να γίνει αδιάβροχο για ένα χρόνο, παρόλα πρέπει να γίνεται τακτική συντήρηση. Η κατασκευή μιας σκηνής απαιτεί προγραμματισμό περίπου 2-3 χρόνων διαρκεί σχεδόν ένα χρόνο για να ολοκληρωθεί, και κοστίζει κατά μέσο όρο 8 εκατ. ευρώ.
Όμως, πραγματικά αξίζει τον κόπο όταν γίνεται πραγματικότητα το όνειρο ενός ευφάνταστου σκηνογράφου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News