Ο δημόσιος διάλογος στη χώρα μας αναλώνεται γύρω από πρόσωπα και κόμματα. Από την άλλη, πόσο συχνά συζητάμε για ιδέες; Ακούμε συνέχεια: «Ο Τσίπρας, ο Μητσοτάκης, ο ΣΥΡΙΖΑ, η ΝΔ, εσείς, εμείς». Υπάρχει διαχρονικά η αίσθηση πως ένας χαρισματικός ηγέτης ή ένα κόμμα μπορεί ως δια μαγείας να λύσει όλα τα προβλήματα του τόπου.
Αυτό το διάχυτο συναίσθημα ωθεί στην πόλωση, την υπερβολή και κατ’ επέκταση τον παραλογισμό. Όταν ένα πρόσωπο αντιμετωπίζεται ως μεσσίας, αγιοποιείται. Οι απόψεις του δεν τολμούν να αμφισβητηθούν. Οποιοσδήποτε τολμήσει να αντιταχθεί σε επίπεδο δημόσιου διαλόγου, ακριβώς λόγω της ιδεολογικής υπεροχής του μεσσία, μετατρέπεται αυτοστιγμεί σε εχθρό.
Αποτέλεσμα; Ένας απογοητευμένος και συχνά διχασμένος λαός που βλέπει τις προσδοκίες του να διαψεύδονται ξανά και ξανά για δεκαετίες. Κι αυτός εκεί. Με όσο κουράγιο του έχει απομείνει εναποθέτει τις ελπίδες του στα χέρια του επόμενου μεσσία και του επόμενου και του επόμενου…
Το αποτέλεσμα φυσικά είναι πάντα το ίδιο. Λάθη, αστοχίες, παραλήψεις, πανουργίες. Πράγματα ανθρώπινα, ρεαλιστικά. Πράγματα που φανερώνουν πως κάθε άλλο παρά μεσσίας είναι ο εκάστοτε διαχειριστής. Πράγματα που έχουν οδηγήσει τη χώρα σε οριακό σημείο, που έχουν υποβαθμίσει την ποιότητα της Δημοκρατίας, τη λειτουργία των Θεσμών κι έχουν αφήσει άλυτα τα χρόνια προβλήματα.
Τι πάει λάθος;
Ούτε πρόσωπα, ούτε κόμματα λύνουν τα προβλήματα. Οι ιδέες το κάνουν. Πρόσωπα και κόμματα είναι απλά φορείς ιδεών. Οι ιδέες είναι αυτό που καθιστά την επιλογή φορέα θέμα μείζονος σημασίας. Εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι στην παρούσα φάση κοιτάμε το δέντρο και χάνουμε το δάσος…
Τι πρέπει ν’ αλλάξει;
Αρχικά, πρέπει να παραδεχτούμε ότι όλοι κάνουν λάθη, συνεπώς δεν υπάρχει αλάθητο, συνεπώς δεν υπάρχουν «μεσσίες». Ακόμα, να συνειδητοποιήσουμε πως μέσω των επιλογών μας καθορίζουμε τον τρόπο επίλυσης των προβλημάτων μας. Όχι μονάχα μέσω της ψήφου. Μέσω της καθημερινής συμπεριφοράς μας. Την εποχή των social media και των big data, η συνεισφορά όλων είναι πιο άμεση από ποτέ. Όλοι είμαστε συνυπεύθυνοι (περισσότερο ή λιγότερο) για το πού πέφτουν οι προβολείς του δημόσιου διαλόγου. Συζητώντας για φορείς, οι προβολείς πέφτουν στους φορείς. Συζητώντας για ιδέες, οι προβολείς θα πέσουν στα προβλήματα και τις λύσεις τους. Επομένως, πρέπει ν’ αλλάξουμε το περιεχόμενο του δημόσιου διαλόγου, ώστε να τον αναβαθμίσουμε ποιοτικά. Αυτό θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε αποτελεσματικότερες λύσεις.
Πώς θα έρθει η αλλαγή;
Αρχικά, μετατοπίζοντας το βλέμμα από το παρελθόν στο μέλλον. Σταματώντας ν’ αναλωνόμαστε στο ποιος φταίει και ξεκινώντας να μιλάμε για τα προβλήματα καθαυτά και τις λύσεις που προκρίνουμε. Πηγαίνοντας απ’ το «εσείς κι εμείς» στο «εμείς». Χτίζοντας ο ένας επάνω στη θετική λύση που προτείνει ο άλλος. Φέρνοντας εποικοδομητικές αντιρρήσεις στο ίδιο μας το «στρατόπεδο» κι επανεξετάζοντας συνεχώς την αποτελεσματικότητα των δικών μας προτάσεων. Ξεκινώντας να ενδιαφερόμαστε για τους Θεσμούς, την ποιότητα του πολιτεύματος και του δημόσιου διαλόγου. Δημιουργώντας συνθήκες αξιοκρατίας, με τα κατάλληλα άτομα, στις κατάλληλες θέσεις. Δίνοντας επιτέλους την πρέπουσα βαρύτητα στις τεχνικές γνώσεις, παραμερίζοντας τις προσωπικές σχέσεις. Δημιουργώντας τις προϋποθέσεις η εκάστοτε πρόταση να κρίνεται βάσει αποτελεσματικότητας κι όχι βάσει του φορέα της.
Εν ολίγοις, χρειαζόμαστε ιδέες. Χρειαζόμαστε ρεαλισμό, κουράγιο να παραδεχτούμε λάθη κι αστοχίες μας και σθένος να στηρίξουμε αντιδημοφιλείς, αλλά αποτελεσματικές προτάσεις. Παράλληλα, χρειαζόμαστε φορείς που αναβαθμίζουν ποιοτικά και κάνουν ουσιαστικότερο το δημόσιο διάλογο.
Τέλος, δε χρειαζόμαστε μεσσίες. Σίγουρα, όχι μεσσίες…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News