Η «κληρονομία» που αφήνει στην Εκπαίδευση ο ΣΥΡΙΖΑ (και οι ΑΝΕΛ του), μετά από 53 μήνες διακυβέρνησης, έχει περιγραφεί κατά περίπτωση μέχρι σήμερα.
Συνοπτικά, στην Τριτοβάθμια αναδιέταξαν βίαια και ουσιαστικά εν μία νυκτί τον χάρτη της, αφού παραμέρισαν προσβλητικά το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας επί υπουργίας Κώστα Γαβρόγλου. Οι επιπτώσεις της αλλαγής δεν έχουν γίνει ακόμα αισθητές, αλλά αναμένεται να οδηγήσουν σε οπισθοδρόμηση πολλούς ακαδημαϊκούς κλάδους. Παράλληλα και με καταφανώς λαϊκίστικες προθέσεις, αύξησαν αλόγιστα τον ήδη υπερβολικό αριθμό πανεπιστημίων-πανεπιστημιακών τμημάτων, καθώς και τον αριθμό εισαγομένων.
Οι δύο αλλαγές «πουλήθηκαν» ως μέτρα υπέρ των πλέον «αδυνάτων» πανεπιστημιακών και μαθητών, αλλά στην πραγματικότητα θυμίζουν το αλήστου μνήμης «κάθε πόλη και στάδιο, κάθε χωριό και γυμναστήριο». Ποιος θα πληρώσει το κόστος τους, ουδόλως απασχόλησε. Στην πράξη θα επιβαρυνθεί ο ήδη αναιμικός, κρατικός προϋπολογισμός για την Εκπαίδευση και οι ελληνικές οικογένειες. Αυτές θα συνεχίσουν να ξοδεύουν χρήματα ώστε τα παιδιά τους να αποκτήσουν πτυχία χωρίς αντίκρισμα, ενώ ταυτόχρονα θα εθίζονται στην ιδέα ότι «δικαιούνται» μια θέση εργασίας ως «προσοντούχοι», κατά προτίμηση στο δημόσιο, αν και δεν απέκτησαν σύνθετες δεξιότητες.
Στην Πρωτοβάθμια-Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση τα πράγματα κινήθηκαν στο ίδιο μήκος κύματος. Αρχικά, αποσάθρωσαν –όπως «παραδοσιακά» έπραξαν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις– οποιαδήποτε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση είχε προηγηθεί (π.χ. Αξιολόγηση στην Εκπαίδευση, Πειραματικά και Πρότυπα Σχολεία, Αναλυτικά και Ωρολόγια Προγράμματα).
Στη συνέχεια κατέστρεψαν – ολοσχερώς αυτή τη φορά – το ήδη ασθενές σύστημα εποπτείας, στήριξης και διοίκησης της Εκπαίδευσης υπό το κράτος ιδεολογικών εμμονών και εκδικητικότητας, ενισχύοντας την παντοδυναμία των κομματικών κομισάριων, που τοποθέτησαν για άλλη μια φορά αυθαιρέτως, ως Διευθυντές Εκπαίδευσης – Περιφερειακούς. Ακολούθησε και κορυφώθηκε – και πάλι κατά την περίοδο Γαβρόγλου – ένα γαϊτανάκι «προσφορών» προς τους εκπαιδευτικούς ώστε να εξασφαλίσουν την «εύνοιά» τους. Βασικά συστατικά του: η οριστική κατάργηση-δυσφήμιση της Αξιολόγησης, η περεταίρω μείωση του αριθμού μαθητών ανά τάξη, η ένταξη του Προνηπίου στο υποχρεωτικό μέρος της Εκπαίδευσης και η, εκ του ασφαλούς, υπόσχεση «μαζικών διορισμών», ο αριθμός των οποίων «προσδιορίστηκε», όταν ήταν προφανές πως δεν θα τους πραγματοποιήσουν. Κι όλα αυτά γιατί, ως γνωστόν, η χώρα «απολαμβάνει» περίοδο μεγάλης οικονομικής ανάπτυξης που επιτρέπει μεγαλύτερη μείωση της ήδη μικρότερης αναλογίας εκπαιδευτικών-μαθητών που διαθέτουμε παγκοσμίως, την αύξηση των χρόνων υποχρεωτικής εκπαίδευσης και την άρση οποιουδήποτε ελέγχου στον αριθμό των απαιτούμενων διορισμών για την αποτελεσματική λειτουργία των σχολείων. Ενώ, από την άλλη μεριά, οι μισθοί των εκπαιδευτικών παραμένουν πενιχροί και παρ’ όλα αυτά το ύψος τους ταυτίζεται με τον προϋπολογισμό του υπουργείου, εξατμίζοντας έτσι κάθε πιθανότητα χρηματοδότησης ουσιαστικών πολιτικών για την Εκπαίδευση.
Στην ίδια λογική κινήθηκε και η «προσφορά» στους μαθητές. Κατακρεουργήθηκαν τα Αναλυτικά Προγράμματα σε Γυμνάσια -Λύκεια σε συνδυασμό με το «νέο» σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ, χωρίς να ενδιαφέρει η εξαφάνιση ή υποβάθμιση σημαντικών γνωστικών αντικειμένων. Φτάνει «να μην ζορίζονται τα παιδιά». Συμπληρωματική και «πιπεράτη» λεπτομέρεια, η έναρξη των σχολείων την 9η πρωινή. Ας μην ξυπνάμε νωρίς τους εφήβους γιατί, λέει, ο εγκέφαλος τους λειτουργεί καλύτερα αργότερα. Όντως, κάποιοι εγκέφαλοι θα λειτουργήσουν καλύτερα αλλά μετά την ήττα τους στις εκλογές…
Με δύο λόγια, οι «άθλοι» των ΣΥΡΙΖ(ΑΝΕΛ) στην Εκπαίδευση οριοθετούνται με δύο εμβληματικού χαρακτήρα υπουργικές ρήσεις και μια ενέργεια του Πρωθυπουργού. Η πρώτη –«η αριστεία είναι ρετσινιά»– διατυπώθηκε από τον Αριστείδη Μπαλτά και σηματοδότησε ιδεολογικά τη νομιμοποίηση της μίνιμουμ προσπάθειας εκ μέρους μαθητών και εκπαιδευτικών. Η δεύτερη ειπώθηκε από τον κ. Γαβρόγλου με αφορμή την «ανάγκη» αλλαγής του συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια: «τα 18χρονα, … δεν μπορούν να πάνε για ένα ποτό το Σάββατο το βράδυ, δεν μπορούν να ερωτευτούν». Αρα, προέκυπτε ανάγκη «διευκόλυνσής» τους. Όσο για την ενέργεια, δεν είναι άλλη από την «απομάκρυνση» του Νίκου Φίλη από το υπουργείο Παιδείας, όταν ο Πρωθυπουργός «έκρινε» ότι «ενόχλησε» την Εκκλησία.
Αυτά συνθέτουν το ιδεολογικό και πολιτικό τρίπτυχο των ΣΥΡΙΖ(ΑΝΕΛ) στην Εκπαίδευση: ελάχιστη προσπάθεια, χαλαρότητα, ματαίωση στην πράξη και με συνοπτικές διαδικασίες του εμβληματικού αιτήματος -διαφωτιστικής καταγωγής – της Αριστεράς για την «εκκοσμίκευση» της Εκπαίδευσης. Τα λοιπά συνίστανται σε κομματισμό, εκδικητικότητα, αναποτελεσματικότητα και τελικά χάος, είναι αποτέλεσμα του ράβε ξήλωνε, δευτερεύοντα, παλαιοκομματικά, απορρέουν από τα πρώτα και δεν χαρακτηρίζουν αποκλειστικά την πολιτική των ΣΥΡΙΖ(ΑΝΕΛ) στην Εκπαίδευση, αλλά αποτελούν «βαθιές δομές» των εκπαιδευτικών πολιτικών στην Ελλάδα.
Μπορεί αυτή η κατάσταση να αντιστραφεί, από ποιους και πώς είναι μερικά ερωτήματα που αξίζει να απασχολήσουν προσεχώς.
Υ.Γ. Σκέφτομαι τους παλιούς αριστερούς εκπαιδευτικούς. Για δεκαετίες, αν και συχνά διωκόμενοι και παραγκωνισμένοι από την Πολιτεία, έδωσαν το είναι τους σε σχολεία και φροντιστήρια για να πείσουν τους λιγότερο ευνοημένους μαθητές ότι η προσωπική τους εξέλιξη και η πρόοδος αλλά και ανάπτυξη της πατρίδας μπορούν να επιτευχθούν με σκληρή προσπάθεια και πειθαρχία και μόνο διαμέσου της Εκπαίδευσης.
* Ο Νίκος Σαλτερής είναι επίτιμος σχολικός σύμβουλος Δ.Ε. και συγγραφέας
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News