Λένε ότι το βερίκοκο ήρθε από μακρινές χώρες στην Ελλάδα την αρχαία εποχή. Αυτό που ξέρω εγώ είναι ότι στο χωριό μου, σχεδόν όλοι, είχαν και μια βερικοκιά στον κήπο τους. Τα καλύτερα και τα μυρωδάτα βερίκοκα τα είχαμε στην Αύγο, σε μια καταπράσινη κοιλάδα με νερά, αμπέλια, συκιές, βερικοκιές, αχλαδιές, μουριές και πολλούς κήπους με καλοκαιρινά λαχανικά. Ένας ευλογημένος παραδεισένιος τόπος, που ότι και να καλλιεργήσεις αποδίδει τα μέγιστα. Το σπουδαιότερο είναι η ποιότητα τους, η φυσική μυρωδιά, η δροσεράδα και η γλύκα τους, όταν τα βάζεις στο στόμα σου.
Αυτή την εποχή τα βερίκοκα είναι ώριμα και μοσχομυρίζουν. Μου άρεσε να τα μαζεύω. Έχουν ένα υπέροχο ροζέ χρώμα και όταν απλώνεις το χέρι του να τα κόψεις νιώθεις σαν να ακουμπάς το δέρμα ενός μωρού παιδιού. Είναι πολύ τρυφερά. Να σας πω και μυστικά.
Έβαζα τη σκάλα με προσοχή, ανέβαινα σιγά – σιγά μαζί με το καλάθι, άπλωνα το χέρι μου σε κάθε ένα…. και ώριμος όπως ήταν έμενε σαν δώρο του δέντρου μέσα στην παλάμη μου. Απαλά το τοποθετούσα μέσα στο καλάθι για να μην τραυματιστεί και συνέχιζα στον επόμενο.
Δεν είχε μια γοητεία όλη αυτή η τελετουργία της συλλογής; Να περιμένεις ένα ολόκληρο χρόνο να βγάλει τα καινούργια του φύλλα, να ανθίσει, να γίνει καρπός, να μεγαλώσει, να ωριμάσει. Και όλος αυτός ο κύκλος της ζωής του; Δεν είναι ένα υπέροχο δώρο;
Δείτε ολόκληρο το κείμενο και τη συνταγή εδώ
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News