* Το πολιτικό wishful thinking του κ. Τσίπρα
Συμπτωματικά, παρακολούθησα τις ισπανικές εκλογές από τη Μαδρίτη, όπου με δυσκολία μπορούσες να καταλάβεις ότι δεν ήταν μια συνηθισμένη Κυριακή. Εκτός από κάτι μικρές αφισέτες στους στύλους φωτισμού των δρόμων όλα έμοιαζαν ανεπηρέαστα από τις κάλπες. Τα καταστήματα ανοικτά και οι άνθρωποι, τουλάχιστον όσοι είδα εγώ, μιλούσαν μάλλον με περισσότερο πάθος για τον καιρό που έφτιαξε παρά για την κυβέρνηση που θα άλλαζε.
Επιστρέφοντας όμως στην Αθήνα διαπίστωσα ότι μεγαλύτερη χαρά για τα αποτελέσματα των ισπανικών εκλογών έδειξε ο Έλληνας Πρωθυπουργός παρά, που λέει ο λόγος, ο νικητής τους Πέδρο Σάντσεθ.
Ενθουσιασμένος από τη νίκη των «συστημικών» Σοσιαλιστών παραγνώρισε την παταγώδη αποτυχία των Podemos. Ξέχασε τότε που μοιράζονταν τις πλατείες και τους αγώνες ανατροπής της κατεστημένης Ευρώπης με τον Πάμπλο Ιγκλέσιας ο οποίος έχασε το 7% της δύναμής του. Και τώρα μιλά για τη νίκη των προοδευτικών δυνάμεων.
Αν βεβαίως ήθελε να κάνει μια πολιτική αναγωγή ο Πρωθυπουργός θα έπρεπε να την κάνει με τους Podemos και όχι με τους Σοσιαλιστές. Όμως τα ποσοστά είναι κάπως άβολα και δεν ευνοούν τις συγκρίσεις.
Η αλήθεια ωστόσο είναι ότι αυτού του τύπου οι αναγωγές είναι εντελώς άτοπες, όχι μόνον για τον κ. Τσίπρα αλλά και για όλους εκείνους που το επεχείρησαν. Δεν μπορείς να πάρεις τα εκλογικά αποτελέσματα από μια χώρα και να τα εφαρμόσεις σε μια άλλη. Ούτε εύκολα να κάνεις κομματικές συγκρίσεις.
Οι ισπανοί Σοσιαλιστές δεν είναι ΚΙΝΑΛ ή «το εκεί ΠΑΣΟΚ», όπως ούτε το Λαϊκό Κόμμα είναι Νέα Δημοκρατία, παρά το ότι είναι αδελφά κόμματα.
Αλλα προβλήματα αντιμετώπισε ο Πάμπλο Κασάδο, άλλες προκλήσεις καλείται να διαχειριστεί ο Μήτσοτάκης.
Το Λαϊκό Κόμμα βγαίνει από μεγάλη περίοδο εσωστρέφειας, στον απόηχο της 7ετούς διακυβέρνησης Ραχόι και της μεγάλης πολιτικής φθοράς από την απώλεια της κοινοβουλευτικής εμπιστοσύνης του 2018, κάτι που αποτυπώθηκε ξεκάθαρα στα αποτελέσματα της Κυριακής.
Αντίθετα, οι Σοσιαλιστές δρέπουν τους καρπούς της ανανέωσης τους μετά από τρεις εκλογικές ήττες, λαμβάνοντας ωστόσο ποσοστά οριακά χαμηλότερα από τα ποσοστά ήττας του 2011.
Ο εκλογικός κύκλος και τα πολιτικά δεδομένα είναι καταφανώς ασύμβατα με τα ελληνικά.
Στην Ισπανία, εθνικισμός και οι υποστηρικτές του δικτάτορα Φράνκο βγήκαν από το καβούκι τους και αυτό μάλλον δεν είναι ένας λόγος πανηγυρισμών.
Φυσικά η άνοδος της Ακροδεξιάς δεν μπορεί να μη σχετιστεί με τη σειρά αντίστοιχων αποτελεσμάτων άλλων ευρωπαϊκών χωρών, αλλά δεν υπάρχει ένα ομοιογενές άθροισμα. Το φαινόμενο έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά αν και παραμένει εξόχως ανησυχητικό, αν όχι απειλητικό.
Το Καταλανικό ζήτημα τέμνει το πολιτικό σύστημα αλλάζοντας τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του, καθώς οι ισχυρές αποσχιστικές τάσεις δημιουργούν νέες πολιτικές συσπειρώσεις και αναβιώνουν ταυτοτικά αν όχι υπαρξιακά ζητήματα για την Ισπανία, ξυπνώντας σκοτεινές μνήμες από το παρελθόν.
Το τελευταίο διάστημα, η χώρα βρέθηκε στη δίνη της πολιτικής αστάθειας που οδήγησε, μεταξύ άλλων, και στην εντυπωσιακή αύξηση της συμμετοχής κατά 9,3%.
Παρά ταύτα, ο πολιτικός κατακερματισμός αποδυναμώνει την επόμενη κυβέρνηση είτε δημιουργηθεί πλειοψηφικός συνασπισμός, είτε σχηματιστεί εκ νέου κυβέρνηση μειοψηφίας.
Είναι προφανές συνεπώς ότι οι ισπανικές κάλπες είχαν τα δικά τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που δεν ευνοούν οποιαδήποτε απόπειρα ελληνοποίησης του αποτελέσματος. Εκλογικές συγκρίσεις και αναγωγές δεν υπάρχουν, εκτός από την προκατάληψη επιβεβαίωσης ορισμένων. Ή αλλιώς el pensamiento ilusorio… κάτι δηλαδή μεταξύ των ελληνικών ευσεβών πόθων και του αγγλικού wishful thinking.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News