Ο θόρυβος ήταν μάλλον αναμενόμενος. Η «Δογματική» του Ποινικού Δικαίου, ο Ποινικός Κώδικας και ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, τα δυο σημαντικότερα νομοθετήματα της Θέμιδος, δεν αλλάζουν κάθε μέρα. Παρεμπιπτόντως, η τελευταία φορά ήταν πριν από 68 χρόνια, το 1951.
Ο Χριστόφορος Αργυρόπουλος, επιφανής ποινικολόγος, πρώην πρόεδρος της Ενωσης Ελλήνων Ποινικολόγων, με παρουσία – σημείο αναφοράς για παλαιούς αλλά και νεότερους, στέκει ψύχραιμος, νηφάλιος απέναντι στις ερωτήσεις του Protagon. Ως πρόεδρος της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής για τις αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα, γνωρίζει πολύ καλά το πνεύμα των αλλαγών, και είναι σε θέση να απορροφήσει τους κραδασμούς που έχουν προκαλέσει, εντάσσοντας τους στο πλαίσιο εντός του οποίου επιχειρούνται.
Ισως και γιατί γνωρίζει εξίσου καλά το κλίμα στο οποίο προωθούνται. Η σύγχρονη νεοελληνική κοινωνία έχει εθιστεί στην ευχέρεια του να εκφράζει εντελώς ανεμπόδιστα, κυρίως μέσω social media, ισχυρισμούς κι απόψεις. Απηχεί το πνεύμα του Διαδικτύου : απλουστευτική προσέγγιση, χωρίς φως στις επιμέρους πτυχές του εκάστοτε σύνθετου ζητήματος. Διατύπωση απόψεων χωρίς στοιχειώδεις προϋποθέσεις μελέτης του φαινομένου. «Θα συμβιώσουμε, και με αυτό, τι να κάνουμε… Αν προσθέσουμε και την έντονη πολιτικοποίηση, διάχυτη την τελευταία δεκαετία της κρίσης, ίσως έχουμε την πιο εύστοχη ερμηνεία του γιατί όλα ανάγονται σε πολιτικές κινήσεις, θεωρίες συνωμοσίας, επικοινωνιακά τεχνάσματα», τονίζει ο νομικός. Σταχυολογεί μια αποστροφή του Αριστόβουλου Μάνεση: οι νεοέλληνες θεωρούν αντισυνταγματικό εκείνο που δεν τους συμφέρει, ή εκείνο με το οποίο δεν συμφωνούν.
Θυμηθείτε το κύμα της κριτικής : «δώρο» στη Χρυσή Αυγή η διάταξη ως προς τη διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης. «Περιορισμός» του αξιοποίνου του βιασμού. «Πλημμεληματάκι» η κατασκευή και κατοχή εκρηκτικών υλών – μολότοφ. «Στα μαλακά» οι δράστες περιουσιακών εγκλημάτων – όσοι υπεξαιρούν, κλέβουν, στήνουν απάτες. Θύελλα.
Εχει τεράστιο ενδιαφέρον ότι ο ίδιος παραμένει αμετακίνητος στην αναγκαιότητα των αλλαγών αυτών, θυμίζοντας άλλωστε ότι είναι σε εξέλιξη η δημόσια διαβούλευση των νομοθετημάτων, διαδικασία εξόχως δημοκρατική.
«Ο Ποινικός Κώδικας ήταν προϊόν μιας μεγάλης προπαρασκευής από τον Μεσοπόλεμο ως το 1950» εξηγεί. «Δικτατορία, Πόλεμος και Κατοχή, Εμφύλιος, μετεμφυλιακά δύσκολα χρόνια. Το πρώτο μέρος του, το τρόπον τινά θεωρητικό, Γενικό, διαπνέεται από ανθρωπιστικό πνεύμα, φιλελεύθερες ιδέες – στο εγχείρημα σύνταξής του έχει αφήσει το αποτύπωμά του ο εξέχων καθηγητής, νομικός, και ανθρωπιστής, Νικόλαος Χωραφάς. Στο δεύτερο, το Ειδικό, πρακτικό, για τα κατ΄ ιδίαν εγκλήματα και τις ποινές, είναι έντονη η επιρροή από όσα είχαν βιώσει οι συμμετέχοντες στο εγχείρημα. Κυριαρχεί η αυστηρότητα, η σκληρότητα, ο αυταρχισμός. Στη διάρκεια ισχύος του Κώδικα, τα 68 αυτά χρόνια που μεσολάβησαν από το ‘51 ως σήμερα, η εκάστοτε πολιτική εξουσία παίρνοντας αφορμή από παγκόσμια γεγονότα (θυμάστε τον νόμο περί τεντιμποϊσμού;), οδηγήθηκε σε περαιτέρω σκλήρυνση του Ποινικού Δικαίου».
Ενα το κρατούμενο: διάχυτος τιμωρητισμός. Εξαιτίας του, οι φυλακές έχουν φρακάρει. Η Ελλάδα έχει στιγματιστεί καθοριστικά για τον υπερπληθυσμό των φυλακών της, από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Το Συμβούλιο της Ευρώπης την έχει θέσει υπό επιτήρηση.
Το καθεστώς που δημιουργείται, με τα χρόνια, είναι κατά κοινή ομολογία ανώμαλο. Τα δικαστήρια επιβάλλουν ποινές που δεν εκτίονται · τις περίφημες ονομαστικές ποινές. Ουκ ολίγες φορές, οι δικαστές, προκειμένου να μην παραγραφούν αδικήματα, τις φουσκώνουν. Κι έρχεται ο εκάστοτε νόμος και σου λέει, «έξω»… Κάπως έτσι άγγιξε η χώρα την έννοια της ανασφάλειας δικαίου.
Κάπως έτσι, κλονίστηκε η αντίληψη των πολιτών για τη Δικαιοσύνη.
«Ηταν επιβεβλημένη μια σύγχρονη αντίληψη για το έγκλημα και την τιμωρία, ο εξορθολογισμός των ποινών, ένα επιεικέστερο σύστημα ώστε να πάψουν οι υπερβολές», τονίζει ο Χριστόφορος Αργυρόπουλος. «Αυτό που πρέπει να γίνει σαφές είναι ότι οι Κώδικες διέπονται από συστηματικότητα, έχουν εσωτερική λογική, δεν είναι άθροισμα διατάξεων».
Ο πολύπειρος νομικός υψώνει τον τόνο της φωνής του, μόνον σε μια ερώτηση. Μέρος της κριτικής που ασκείται, θέλει εν πολλοίς τα μέλη της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής να λαμβάνουν αποφάσεις, χωρίς τα απαραίτητα εκείνα στοιχεία που σκιαγραφούν με επιστημονικό, αντικειμενικό τρόπο την πραγματικότητα στη χώρα · είτε πρόκειται για δείκτες της εγκληματικότητας, είτε για υπάρχοντα κενά, και προβλήματα.
«Η επιτροπή δεν αποτελείται από νομικούς που μαζεύονται και διατυπώνουν σοφίσματα. Αυτό όχι απλώς είναι άδικο, αλλά και μη σοβαρό. Τα πορίσματα της επιτροπής στηρίζονται – μέχρι και την τελευταία ώρα – σε στοιχεία πραγματικά, βάσει της σωφρονιστικής πολιτικής του υπουργείου Δικαιοσύνης. Ερείδονται σε αληθινούς δείκτες, με δεδομένη την εγκληματικότητα – ακόμη και αυτή που διαφεύγει. In vivo και όχι in vitro, είναι η προπαρασκευή του Ποινικού Κώδικα!» (σσ: γίνεται δηλαδή σε κανονικές συνθήκες, ζωής, και όχι στη «γυάλα», στο εργαστήρι).
Επί μέρους αλλαγές: Πόσο εύστοχη είναι η κριτική που ασκείται;
Στο πεδίο της προστασίας της δημόσιας περιουσίας, μία από τις μεγάλες τομές που επιχειρούνται είναι η κατάργηση του νόμου 1608/50, περί καταχραστών του Δημοσίου. «Έπρεπε να αναδειχθεί το ζήτημα της καθαρίστριας με το πλαστό πιστοποιητικό, για να γίνει αντιληπτό το πρόβλημα που υπήρχε με αυτό τον δρακόντειο – έκτακτο κάποτε – νόμο, που έφερε τα ισόβια ως μοναδική ποινή, με κάποιες επιβαρυντικές περιστάσεις», σημειώνει ο κ. Αργυρόπουλος.
Ο πειρασμός είναι μεγάλος. Ζητείται το σχόλιο του νομικού για το πόσο θεμελιωμένος είναι ο αντίλογος σε συγκεκριμένες διατάξεις, και πρώτα από όλα, στο θέμα της εγκληματικής οργάνωσης.
Το προτεινόμενο άρθρο 187 παρ. 1 και 2, που αναφέρεται στην εγκληματική οργάνωση, προβλέπει ότι όποιος συγκροτεί ή εντάσσεται ως μέλος σε επιχειρησιακά δομημένη και με διαρκή εγκληματική δράση οργάνωση τριών ή περισσότερων προσώπων που επιδιώκει την τέλεση κακουργημάτων, τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα έτη και χρηματική ποινή. Η διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης αποτελεί επιβαρυντική περίσταση.
Ο ποινικολόγος είναι κατηγορηματικός: «Η συζήτηση γίνεται εν κενώ. Δεν έγινε ηπιότερος ο νόμος. Κλιμακώνει την ευθύνη». Όσο για τη σύνδεση με τη δίκη της Χρυσής Αυγής… «Ο νόμος ορίζει περί του μέλλοντος. Δεν είναι δυνατόν να προτάσσονται οι παρούσες εκκρεμότητες. Ουδείς άλλωστε από τους μετέχοντες στο εγχείρημα της αναθεώρησης του Ποινικού Κώδικα, μπορούσε να γνωρίζει τη διάρκεια της συγκεκριμένης δίκης».
Το σκεπτικό της κλιμάκωσης της ευθύνης διέπει και άλλες διατάξεις που έχουν δεχθεί βέλη, με κορυφαίες αυτές που αγγίζουν την έννοια του βιασμού.
Και οι μολότοφ; Είναι πολλοί αυτοί που καυτηριάζουν τη μετατροπή του αδικήματος από κακούργημα σε πλημμέλημα. «Δεν δικαιούται κανείς να μιλά για «πλημμεληματάκι». Είναι άλλο, ασφαλώς, δυο παιδιά – μεμονωμένοι δράστες που δρουν αναλόγως σε μια φάση της ζωής τους, τρόπον τινά επαναστατική, και άλλο η εγκληματική οργάνωση. Υπάρχει διαφορά. Όποιος όμως κατέχει εκρηκτικές ύλες, πηγαίνει φυλακή. Έως πέντε έτη. Μπορεί να είναι πλημμέλημα, επιφέρει ωστόσο στέρηση της ελευθερίας. Υπάρχει κανείς που θεωρεί «λίγο» τη στέρηση της ελευθερίας;».
Οι επικρίσεις δεν είναι, βεβαίως, πάντοτε ευφυείς. Πόσο ύποπτη είναι η κατάργηση του άρθρου 151 του Ποινικού Κώδικα, ενός άρθρου που δεν εφαρμόστηκε ποτέ και προβλέπει ως κακούργημα την πρόκληση με δόλο βλάβης στο κράτος από τους πληρεξουσίους του; Οι επικριτές συνδέουν ως τώρα την κατάργησή του με τον φόβο των ευθυνών, όπως αυτές απορρέουν από τα Μνημόνια, και τη Συμφωνία των Πρεσπών. Ο κ. Αργυρόπουλος αποδομεί πλήρως το συγκεκριμένο σκεπτικό. «Απατάται όποιος θεωρεί πληρεξουσίους μας τους βουλευτές. Είναι αντιπρόσωποι του Έθνους.
Υπό αυτό το πρίσμα, θα ήταν ασφαλώς ανατροπή αν νομίζαμε ότι πρέπει να ποινικοποιήσουμε την κρίση των βουλευτών… Δεν γνωρίζω, διεθνώς, καμία σχετική ποινική διάταξη. Για να μην υπάρχουν πάντως παρεξηγήσεις, πληρεξούσιος θα μπορούσε να είναι για παράδειγμα ένας έλληνας στρατηγός στη Σμύρνη, το 1922…».
Ετσι ήταν πάντα, όμως, με τους Κώδικες, από το 2010 που βρίσκονται στο τραπέζι της ελληνικής νομικής πραγματικότητας – κι ας αποκαλούνται με θετική χροιά, Κώδικες των Εντίμων Ανθρώπων. Προκαλούν έριδες, συζητήσεις, «μίση». Ή όπως εύστοχα έχει πει ο αείμνηστος Ιωάννης Μανωλεδάκης, «η ιστορία του Εγκλήματος και της Τιμωρίας είναι μία ιστορία αίματος και πόνου». Από πολλές απόψεις.
Η δημόσια διαβούλευση
Η προοπτική της ψήφισης των δυο νέων Κωδίκων, με χρονικό ορίζοντα λήξης της δημόσιας διαβούλευσης στις 27 Μαρτίου, προκαλεί πλήθος ζυμώσεων στον κόσμο της Δικαιοσύνης.
– Προγραμματίζεται την Τρίτη 19 Μαρτίου συνάντηση του υπουργού Δικαιοσύνης Μιχάλη Καλογήρου με τους τομεάρχες των κοινοβουλευτικών ομάδων των κομμάτων.
– Την Πέμπτη 21 Μαρτίου συγκαλείται η Ολομέλεια των Εισαγγελέων της Αθήνας, με πρωτοβουλία του προϊσταμένου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών Ευάγγελου Ιωαννίδη.
– Σε έκτακτη συνεδρίασή της για τους Κώδικες, η Συντονιστική Επιτροπή των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας σημειώνει μεταξύ άλλων ότι όταν γίνονται, ανάλογης εμβέλειας, ρηξικέλευθες τροποποιήσεις στην ποινική νομοθεσία, η νομοθέτηση δεν μπορεί να επηρεάζεται ούτε από την εκάστοτε πολιτική συγκυρία, ούτε από εκκρεμείς δίκες, οι οποίες κάθε φορά θα υπάρχουν, ούτε να εντάσσεται στα πλαίσια της μακράς προεκλογικής διελκυστίνδας που διέρχεται ο τόπος. Οι δικηγόροι πάντως (και όχι μόνο) χαρακτηρίζουν ανεπαρκή, αναντίστοιχη με την σπουδαιότητα της νομοθετικής πρωτοβουλίας τη διάρκεια των 21 ημερών της δημόσιας διαβούλευσης, η οποία εξαγγέλθηκε από το υπουργείο Δικαιοσύνης.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News