Οι μετρήσεις τηλεθέασης γίνονται από ιδιωτικό φορέα με έξοδα των τηλεοπτικών καναλιών. Ομοίως και οι μετρήσεις για τις ακροαματικότητες των ραδιοφώνων. Όποιος σταθμός δεν επιθυμεί ή δεν δύναται να πληρώσει τη συνδρομή του, μένει εκτός μετρήσεων.
Τον Ιούνιο του 2018, το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής αποφάσισε να πρωτοτυπήσει. Προκήρυξε ένα διαγωνισμό για τη μέτρηση της κυκλοφορίας των εντύπων. Για την ακρίβεια έδωσε τις προδιαγραφές στο Εθνικό Δίκτυο Έρευνας και Τεχνολογίας που καλείται να υλοποιήσει το σχέδιο. Το κόστος του έργου ανέρχεται στα 12,5 εκατ. ευρώ. Κοινώς απαιτεί αυτό το ποσό από τον φορολογούμενο για να μετρήσει τις επιδόσεις ιδιωτικών εταιρειών σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον. Και, φυσικά, οι εκδότες, θα αποκτήσουν, με δημόσια δαπάνη, ένα εργαλείο μέτρησης της κυκλοφορίας. Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό; Γιατί το κράτος, που δεν εμπλέκεται στις μετρήσεις τηλεθέασης και ακροαματικότητας, βάζει το χέρι στην τσέπη του πολίτη για να μετρήσει τις κυκλοφορίες των εντύπων;
Θέλουν, λένε, να έχουν καλύτερη εικόνα μιας αγοράς στην οποία διοχετεύεται κρατική διαφήμιση. Ωραία. Ας υποχρεώσουν τους εκδότες να σχηματίσουν αυτή την εικόνα. Άλλωστε αν το κράτος ήθελε πραγματικά να μοιράζει τη διαφήμιση με όσο το δυνατόν πιο σωστά εμπορικά κριτήρια, δεν θα έβγαζε από τις σχετικές επιτροπές τον εκπρόσωπο των διαφημιστικών εταιρειών. Η αλήθεια είναι ότι η εισαγωγή του συστήματος μέτρησης γίνεται επειδή αρκετές εφημερίδες, κυρίως αυτές που είναι φίλα προσκείμενες στην κυβέρνηση, καταγγέλλουν ότι το πρακτορείο διανομής (ιδιοκτησίας Μαρινάκη) «πειράζει» τις κυκλοφορίες και δεν αποδίδεται σωστή εικόνα. Οι φορολογούμενοι, όμως, τι φταίνε να πληρώνουν διαφορές μεταξύ ιδιωτών;
Αλλά, εντάξει, ας δεχθούμε ότι και η Αριστερά θέλει να διατηρήσει την παράδοση με τα προνόμια που απολαμβάνουν οι εκδότες από το κράτος. Τουλάχιστον ας το κάνει σωστά. Η προκήρυξη του διαγωνισμού έχει και αστοχίες, αλλά και «τρύπες» σαν κορνίζα που περιμένει φωτογραφία. Και αν δεν εμπλέκετο ο Νίκος Παππάς, ένας υπουργός που δεν έχει δώσει δικαιώματα, κάποιος θα μπορούσε να προσεγγίσει το θέμα κακόπιστα. Καλό θα ήταν, λοιπόν, ο κ. Παππάς να επιστήσει την προσοχή στους υπηρεσιακούς παράγοντες.
Για να έχετε μία εικόνα του έργου που θα πληρώσουμε, το σχέδιο προβλέπει την προμήθεια χιλιάδων tablets, σκάνερ και συνδέσεων 4G για όλα τα σημεία πώλησης Τύπου. Ο περιπτεράς, λοιπόν, θα σκανάρει κάθε έντυπο που πουλάει και το κεντρικό σύστημα θα πληροφορείται σε πραγματικό χρόνο ποια εφημερίδα πωλήθηκε στην πλατεία του Ηρακλείου Κρήτης.
Όμως, μισό λεπτό, γιατί θα τρελαθούμε.
Η προκήρυξη του έργου αναφέρει ότι τα σημεία πώλησης καταχωρίζουν τις παραγγελίες τους στο σύστημα και οι διανομείς παραδίδουν τα έντυπα ανάλογα με τη ζήτηση. Αυτό είναι ψευδές. Στην Ελλάδα ο Τύπος δίδεται παρακαταθήκη από τον διανομέα και οι τελικές πωλήσεις προκύπτουν μέσω των επιστροφών. Τι μας λέει αυτό; Ότι η μετάδοση αποτελεσμάτων για τις πωλήσεις, δεν έχει κανένα νόημα αν δεν ολοκληρωθούν οι επιστροφές.
Σύμφωνα με την προκήρυξη, ο Τύπος πωλείται σε 10.300 σημεία στην Ελλάδα. Λάθος. Τα σημεία πώλησης είναι 6.000 και μάλιστα μειώνονται. Ωστόσο η προκήρυξη του διαγωνισμού ζητεί την προμήθεια εξοπλισμού για 10.300 σημεία.
Το σχέδιο προβλέπει την προμήθεια 10.300 συνδέσεων 3G, 4G για τη μεταφορά δεδομένων από τα περίπτερα. (Βέβαια πολλά περίπτερα έχουν ήδη σύνδεση στο internet και αυτό δεν το λαμβάνει υπόψη ο διαγωνισμός που θέλει σώνει και καλά να τους αγοράσει καινούργιες.) Αυτές οι συνδέσεις έχουν ένα πάγιο 15 ευρώ τον μήνα. Θα πληρώνουμε, δηλαδή, 154.500 ευρώ τον μήνα, για να μαθαίνουμε τις πωλήσεις των εφημερίδων.
Η δουλειά θα μπορούσε να γίνει, φυσικά, από το δίκτυο διανομής με 500 συνδέσεις. Πλην όμως, αυτός που προκηρύσσει τον διαγωνισμό δεν εμπιστεύεται το πρακτορείο, ιδιοκτησίας Μαρινάκη, επειδή, λέει, ρίχνει στις κυκλοφορίες και στη διανομή τα έντυπα της Αριστεράς. Πάμε καλά; Και τι ενδιαφέρει τον φορολογούμενο αυτό το πράγμα;
Το έργο προκηρύχθηκε με διεθνή διαγωνισμό που είχε διάρκεια ένα μήνα. Διεθνής διαγωνισμός δεν γίνεται μέσα σε ένα μήνα. Δηλαδή γίνεται, αλλά πέφτουν σκιές στο κύρος του.
Οι ενδιαφερόμενοι καλούνται να συμμετάσχουν καταθέτοντας εγγυητική επιστολή 260.000 ευρώ και χρηματοδότηση 3 εκατ. ευρώ. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι αποκλείονται σχεδόν όλες οι εγχώριες εταιρείες πληροφορικής. Είναι να απορείς αν αυτό προκάλεσε εντύπωση στον ΣΕΒ ή στον κλαδικό σύνδεσμο.
Ο διαγωνισμός δεν ενδιαφέρεται για την οικονομικότερη προσφορά, αλλά για εκείνη που καλύπτει τα τεχνικά κριτήρια. Ζητείται, ας πούμε, το βάρος του tablet που θα κρατάει ο περιπτεράς να μην υπερβαίνει τα 300 γραμμάρια. Σοβαρά; Δηλαδή αν βρεθεί ένα φθηνότερο που ζυγίζει 320 γραμμάρια, δεν θα το ψωνίσουμε; Επίσης ζητάμε σκάνερ με δυνατότητα 200 σαρώσεων ανά δευτερόλεπτο. Τι είναι ο περιπτεράς; Ρομπότ σε εργοστάσιο;
Το αστείο είναι ότι όταν οι εταιρείες που εκδήλωσαν ενδιαφέρον κατήγγειλαν τις φωτογραφικές προδιαγραφές στο υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, το υπουργείο τους παρέπεμψε στο Εθνικό Δίκτυο Έρευνας και Τεχνολογίας (ΕΔΕΤ) που είναι και ο φορέας υλοποίησης. Η απάντηση από εκεί έλεγε ότι έβαλαν στην προκήρυξη τις προδιαγραφές που τους ζήτησε το υπουργείο…
Η υπόθεση είναι στο Ελεγκτικό Συνέδριο.
Συμπέρασμα; Υλοποιείται ένα έργο που, ακόμα και αν το θεωρήσουμε επωφελές για το κοινωνικό σύνολο, κοστίζει πολύ ακριβά και ελέγχεται ως προς το περιεχόμενο αρκετών σημείων της προκήρυξης. Είναι ένα έργο που στην πιάτσα των πληροφορικάριων (ακόμα και εντός του υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής) τείνει να εξελιχθεί σε ανέκδοτο, καθώς έχουν υποδειχθεί πολύ φθηνότερες (ως και δωρεάν!) λύσεις, πλην όμως αγνοήθηκαν. Και βέβαια ο φορολογούμενος δεν θα μάθει ποτέ για ποιο λόγο το πληρώνει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News