Η Γκρέτα Τούνμπεργκ, η μαχητική δεκαπεντάχρονη μαθήτρια από τη Σουηδία, που ξεκίνησε μόνη της τον περασμένο Αύγουστο έναν αγώνα ενάντια στην κλιματική αλλαγή, υποστηρίζεται ήδη από χιλιάδες μαθητές σε όλον τον κόσμο. Και το «τσουνάμι» των μαθητικών διαδηλώσεων για τη σωτηρία του πλανήτη, που ξεκίνησε από το σχολείο της η Τούνμπεργκ, έχει «χτυπήσει» ήδη εκατοντάδες πόλεις σε πολλές χώρες, από τις ΗΠΑ μέχρι το Βέλγιο και την Αυστραλία και από το Ηνωμένο Βασίλειο μέχρι την Ιαπωνία.
«Ορισμένοι επικριτές των μαθητικών απεργιών ισχυρίζονται ότι αυτοί οι ακτιβιστές-μαθητές κάνουν απλά κοπάνα, αλλά διαφωνώ» γράφει στην ακαδημαϊκή ιστοσελίδα The Conversation ο Ρούπερτ Ριντ, από το τμήμα Φιλοσοφίας του βρετανικού πανεπιστημίου UEA στο Νόριτς. Μιλώντας τόσο ως υποστηρικτής των διαδηλώσεων για την κλιματική αλλαγή όσο και ως ακαδημαϊκός φιλόσοφος, ο Ριντ υποστηρίζει ότι «ότι οι μαθητικές πορείες είναι δικαιολογημένες, τόσο ηθικά όσο και πολιτικά».
Η φιλοσοφία μπορεί να μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε το ερώτημα εάν η άμεση δράση δικαιολογείται μέσω της θεωρίας της πολιτικής ανυπακοής. Αυτό σημαίνει ότι, σε μια δημοκρατική κοινωνία, κάποιος δικαιολογείται να παραβιάζει τον νόμο μόνο όταν έχουν εξαντληθεί άλλες εναλλακτικές λύσεις και διαμαρτύρεται για μια σοβαρή αδικία.
Στην περίπτωση των μαθητικών απεργιών για την κλιματική αλλαγή είναι αναμφισβήτητο ότι η αδικία, για την ακρίβεια η απειλή, είναι πολύ σοβαρή. Δεν υπάρχει τίποτα πιο απειλητικό για το μέλλον μας.
Φαίνεται επίσης εύλογο να ισχυριστεί κανείς ότι οι άλλες εναλλακτικές λύσεις έχουν όντως εξαντληθεί. Οι άνθρωποι προσπαθούν να αφυπνίσουν τις κυβερνήσεις για την κλιματική απειλή εδώ και δεκαετίες, και όμως εξακολουθούμε ως κοινωνία να λειτουργούμε έξω από τον ρυθμό που έχει θέσει ακόμη και μια συντηρητική οργάνωση όπως η IPCC (Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος).
Αν όμως αυτός ο ισχυρισμός αμφισβητήθηκε έντονα και προτάθηκε ότι ο ακτιβισμός για την κλιματική αλλαγή θα πρέπει να συνεχίσει να επικεντρώνεται στη συμβατική εκλογική πολιτική, τότε η προσοχή μπορεί να επανέλθει στην υπόθεση ότι η κοινωνία είναι δημοκρατική. Με δεδομένη, όμως, την πολύ μεγαλύτερη δύναμη των πλουσίων και των ιδιοκτητών των μέσων μαζικής ενημέρωσης (για παράδειγμα) να επηρεάζουν τις εκλογές σε σύγκριση με όλους τους άλλους, ζουν πραγματικά σε «δημοκρατίες» οι άνθρωποι στη Βρετανία και αλλού;
Δεν θέλω να κρίνω αν πραγματικά ζούμε σε μια δημοκρατία, γράφει ο Ρούπερτ Ριντ. Αλλά αυτό που κάνει το θέμα των μαθητικών κινητοποιήσεων ιδιαίτερα σημαντικό είναι το απλό γεγονός ότι σε κάθε περίπτωση τα παιδιά δεν έχουν φωνή σε αυτό το δημοκρατικό σύστημα. Και όμως η κλιματική κρίση και η ίσως εξίσου καταστροφική κρίση της βιοποικιλότητας θα επηρεάσουν τα παιδιά πολύ περισσότερο από τους ενήλικες.
Το «δημοκρατικό» μας σύστημα φαίνεται να έχει ενσωματωμένη μια θέση που δίνει έμφαση στο παρόν και μια αδυναμία σε σχέση με ζητήματα μακροπρόθεσμης σημασίας, πράγμα που υπονομεύει σοβαρά τους ισχυρισμούς του για δημοκρατική νομιμότητα. Ετσι, μερικές φορές οι φιλόσοφοι υποστήριξαν -ξεκινώντας από τον Εντμουντ Μπερκ τον 18ο αιώνα- ότι για να καταστήσουμε το σύστημα πραγματικά δημοκρατικό θα έπρεπε με κάποιον τρόπο να συμπεριλάβουμε και να δώσουμε πραγματική δύναμη στις φωνές του παρελθόντος και του μέλλοντος αυτού του συστήματος. Ιδιαίτερα, επειδή κινδυνεύουν να υποφέρουν περισσότερο, στις φωνές των παιδιών και μάλιστα των αγέννητων μελλοντικών γενεών.
Επομένως, θα μπορούσε να υποστηριχθεί έντονα ότι πρέπει να είναι νόμιμο να συμμετέχουν τα παιδιά στις δράσεις για την κλιματική αλλαγή, διότι δεν έχουν καν πρόσβαση στους δημοκρατικούς αγωγούς, τους οποίους οι ενήλικες θεωρούν δεδομένους. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα αν προσθέτουμε ότι στα παιδιά φαίνεται λογικό να αντιτάσσονται στη σχολική φοίτηση, η οποία θα μπορούσε κάλλιστα να καταστεί άνευ αντικειμένου από μια περιβαλλοντική καταστροφή. Για παράδειγμα, μεγάλο μέρος του τρόπου με τον οποίο διδάσκονται τα Οικονομικά, τις Επιχειρηματικές Σπουδές και η Πληροφορική προϋποθέτει έναν κόσμο που πιθανώς θα πάψει να υπάρχει.
Οι ενήλικες απέτυχαν
Εάν έχετε πειστεί από τα παραπάνω, τότε όλα καλά. «Ωστόσο, σε αυτό το σημείο, θέλω να τραβήξω λίγο το χαλί κάτω από το επιχείρημα που έχω κάνει μέχρι τώρα» γράφει ο Ριντ, «Αν είστε ενήλικος, όπως είμαι κι εγώ, τότε η άποψή σας σε κάθε περίπτωση είναι κατά κάποιον τρόπο εκτός θέματος».
Γιατί το άγριο είναι ότι -κάποιοι από εμάς το έχουν κάνει- εμείς οι ενήλικες έχουμε, κατηγορηματικά, χρεοκοπήσει τα παιδιά μας. Είναι ένα θλιβερό λάθος, ίσως το χειρότερο πράγμα που μπορούν να κάνουν τα θηλαστικά, τα πρωτεύοντα, όπως εμείς οι άνθρωποι: να απογοητεύσουμε εκείνους που ισχυριζόμαστε ότι αγαπάμε περισσότερο από την ίδια τη ζωή. Εχουμε βάλει τα παιδιά μας σε μια πορεία προς ένα «μέλλον» στο οποίο η κοινωνία όπως τη γνωρίζουμε μπορεί να έχει καταρρεύσει. Ακόμα και αν την επόμενη δεκαετία επιτύχουμε έναν πρωτοφανή κοινωνικό μετασχηματισμό, οι τεράστιες χρονικές καθυστερήσεις, που ενσωματώνονται στο κλιματικό σύστημα, σημαίνουν ότι τα πράγματα θα επιδεινωθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Και έτσι εμείς οι ενήλικες θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ταπεινά ότι δεν μπορούμε πλέον να πούμε στα παιδιά μας τι πρέπει να κάνουν. Θα έπρεπε μάλλον να αναλάβουμε τον ρόλο να υποστηρίξουμε την εξέγερσή τους, ρωτώντας πώς μπορούμε να τα βοηθήσουμε στον αγώνα τους για την επιβίωση. Μας εμπνέουν τώρα.
Ο τελευταίος λόγος για τον οποίο πρέπει να υποστηρίξουμε αυτές τις μαθητικές κινητοποιήσεις, όπως έχει δηλώσει ο Ρούπερτ Ριντ μαζί με εκατοντάδες άλλους ακαδημαϊκούς του Ηνωμένου Βασιλείου, είναι ότι εξαιτίας της αδράνειάς μας, η οποία οδήγησε σε αυτή την κατάσταση τον κόσμο που θα κληρονομήσουν οι επόμενες γενιές, οι ενήλικες έχασαν το ηθικό δικαίωμα να κάνουν οτιδήποτε άλλο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News