Το «ντέρμπι τίτλου» είχε τέσσερα γκολ, ένα δοκάρι, χαμένες ευκαιρίες, ωραίες ατομικές ενέργειες, υψηλή ένταση και γρήγορο ρυθμό. Ηταν από τα πιο απολαυστικά της τελευταίας δεκαετίας, έστω κι αν ο νικητής είχε ταυτοποιηθεί, ήδη, από το πρώτο ημίωρο της αναμέτρησης. Το σασπένς χάθηκε από πολύ νωρίς. Το γιατί, το εξηγεί μια «ασήμαντη» φάση στο κέντρο του γηπέδου, που, ίσως, πέρασε απαρατήρητη.
Είμαστε στο 55′ (με το σκορ, ήδη, στο 2-0). Ο Φερνάντο Βαρέλα και ο Ντανιέλ Ποντένσε διεκδικούν την μπάλα. Ο κεντρικός αμυντικός του ΠΑΟΚ επιχειρεί ένα «τάκλιν» και ο εξτρέμ του Ολυμπιακού, τρομοκρατημένος από την ορμητικότητα του αντιπάλου του, πηδά για να αποφύγει την επαφή. Η μπάλα, όμως, χτυπά στο δικό του πόδι, προτού περάσει εκτός αγωνιστικού χώρου. Ο Βαρέλα σηκώνεται και πανηγυρίζει, χτυπώντας το στήθος του με τις γροθιές του. Σαν τον Κινγκ Κονγκ. Επειδή κέρδισε ένα πλάγιο άουτ…
Την τελευταία φορά που ο ΠΑΟΚ κατέκτησε το Πρωτάθλημα (1985) ο Βαρέλα υπήρχε ως σκέψη στο μυαλό του πατέρα του. Το ίδιο ισχύει και για τους πιο ηλικιωμένους παίκτες της ενδεκάδας. Ο Αντελίνο Βιεϊρίνια και ο Λέο Μάτος γεννήθηκαν την επόμενη χρονιά. Ο Ράζβαν Λουτσέσκου, ο προπονητής, ήταν 16 ετών. Μαθητής. Κι ο Ιβάν Σαββίδης, 26. Στην ηλικία του Πέλκα. Οι μισοί απ’ όσους γέμισαν ασφυκτικά το γήπεδο της Τούμπας δεν έχουν δει τον ΠΑΟΚ πρωταθλητή. Για την οικογένεια του «Δικέφαλου του Βορρά» αυτός ο τίτλος είναι ένα απωθημένο 34 ετών.
Αλλά δεν είναι μόνον το πάθος, που έγειρε την πλάστιγγα υπέρ του ΠΑΟΚ. Ο σύλλογος της Θεσσαλονίκης εξαργυρώνει μια επίπονη (και δαπανηρή) προσπάθεια τριών ετών, με διαρκείς επενδύσεις σε έμψυχο δυναμικό: παίκτες, προπονητή και στελέχη. Εχει δημιουργήσει -και εξακολουθεί να αναβαθμίζει- έναν βασικό κορμό ποδοσφαιριστών με ποιότητα, προσωπικότητα, φιλοδοξίες, εμπειρία (αλλά και νιάτα), με πίστη στο σχέδιο, η οποία σφυρηλατήθηκε από ένα ιστορικό σερί 20 αγώνων χωρίς ήττα, και έχει εμπιστευθεί από πέρυσι έναν ικανό και εργατικό προπονητή. Ο Ολυμπιακός, από την άλλη, πληρώνει (ακόμη) μεγάλα λάθη της προηγούμενης διετίας. Προσπαθεί να (ξανα)γίνει μια πολύ καλή ομάδα. Πιθανότατα, θα τα καταφέρει. Γιατί η δουλειά του Πέδρο Μαρτίνς είναι εξαιρετική. Ο ΠΑΟΚ, όμως, είναι, ήδη, μια πολύ καλή ομάδα. Η καλύτερη στην Ελλάδα.
Ο τρίτος λόγος που το ντέρμπι κρίθηκε τόσο νωρίς, ήταν η αυταπάτη των «ερυθρολεύκων» ότι δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τον ΠΑΟΚ. Λέγε – λέγε (ότι είναι ανώτεροι από τον αντίπαλό τους), το πίστεψε και ο προπονητής τους. Και έβγαλε την ομάδα στο… ξέφωτο, να παίξει «φουλ επίθεση» στην Τούμπα, όπου ο «Δικέφαλος» δεν έχει χάσει βαθμό από τον Μάιο του 2017. Με Νάτχο, Φορτούνη, Λάζαρο, Ποντένσε και Γκερέρο στην ενδεκάδα, ο φουκαράς ο Γκιγιέρμε έτρεχε να μαρκάρει για τρεις. Μέχρι ο Μαρτίνς να διορθώσει το σχέδιο, το… πουλάκι είχε πετάξει.
Ο Λουτσέσκου δεν θα το παραδεχτεί ούτε με φάλαγγα, όμως την Κυριακή ο ΠΑΟΚ στέφτηκε πρωταθλητής. Είναι απίθανο, μια ομάδα που έχασε τέσσερις βαθμούς σε 20 αγώνες, να απωλέσει δέκα στα δέκα ματς που απομένουν. Και, μάλιστα, με (θεωρητικά) πιο εύκολο πρόγραμμα από εκείνο του Ολυμπιακού. Μπορεί να κατακτήσει το τρίτο του στεφάνι, αήττητος. Αλλά, η «ερώτηση του εκατομμυρίου» είναι τι θα σημάνει αυτός ο τίτλος για το μέλλον.
Οι δυο προηγούμενοι (1976, 1985) ήταν νησίδες ευτυχίας σε μια θάλασσα από δάκρυα. Δεν άλλαξαν σε τίποτα τη ζωή του ΠΑΟΚ, που συνέχιζε να μετρά απογοητεύσεις, αδικίες και διαψεύσεις προσδοκιών. Η «ΠΑΟΚάρα» των γηπέδων εξακολουθούσε να είναι «ΠΑΟΚάκι» έξω από αυτά – έτσι δεν τον αποκαλούσαν οι μεγάλοι του αντίπαλοι; Επειδή, ποτέ, δεν ευτύχησε να έχει στο τιμόνι του έναν Γουλανδρή, έναν Βαρδινογιάννη, έναν Νταϊφά, έναν Κόκκαλη, έναν Μαρινάκη. Εναν γενναιόδωρο χρηματοδότη και μια δυνατή φωνή στα κέντρα των αποφάσεων.
Θυμάστε, τι συνέβη μετά το τελευταίο του πρωτάθλημα; Ο πρώτος του σκόρερ, ο Χρήστος Δημόπουλος, πήγε εκείνο το καλοκαίρι (1985) στον Παναθηναϊκό. Ο άλλος του «κυνηγός», ο Γιώργος Κωστίκος, έφυγε -το επόμενο- για τον Ολυμπιακό. Ο Χάρης Μπανιώτης κατηφόρισε, κι αυτός, στον Πειραιά (1987), «πακέτο» με τον προπονητή, Τάις Λίμπρεχτς. Δυο εβδομάδες νωρίτερα ο ΠΑΟΚ είχε συντρίψει τον Ολυμπιακό με 6-1. Ο τότε πρόεδρος του «Δικέφαλου», Χάρης Σαββίδης, όχι μόνον πούλησε τον παίκτη στον Κοσκωτά, αλλά και δέχτηκε να «σπάσει» το συμβόλαιο του ολλανδού τεχνικού για 20 εκατ. δραχμές.
Κάπως έτσι έφυγαν και ο Ορφανός, ο Γούναρης, ο Γ. Χ. Γεωργιάδης, ο Βενετίδης, ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος, ο Καφές… Κάπως έτσι πουλήθηκαν «κοψοχρονιά», στη μέση της σεζόν, ο Βιεϊρίνια και ο Κοντρέρας. Ο ΠΑΟΚ έδιωχνε τους καλύτερους, για να μπορεί να πληρώνει εκείνους που έμεναν στην Τούμπα. Ποιος θα ξεχάσει τον έρανο των οπαδών, για να αποσύρει την προσφυγή του ο Δημήτρης Σαλπιγγίδης; Και πάλι. Τα χρήματα που συγκέντρωσαν οι ΠΑΟΚτσήδες (τα παρέδωσαν στη διοίκηση σε μαύρες σακκούλες σκουπιδιών) δεν απέτρεψαν την πώλησή του στον Παναθηναϊκό.
- Διαβάστε: Αλλη τέτοια ομάδα δεν θα ξαναβγεί
Ετσι έζησε, επί δεκαετίες, ο ΠΑΟΚ. Οι πλούσιοι αντίπαλοι, του άρπαζαν τους παίκτες. Οι (εκάστοτε) ισχυροί, τους τίτλους. Μέχρι που εμφανίστηκε ο Ιβάν Σαββίδης. Για να αλλάξει τη μοίρα του συλλόγου και να καταρρίψει τον μύθο πως για όλα τα δεινά του έφταιγε… το «αθηνοκεντρικό κράτος». Εκείνο το μαγιάτικο μεσημέρι του 2015, που ο μεγαλομέτοχος πέρασε το κατώφλι της ΔΟΥ, κρατώντας μια επιταγή 10,8 εκατ. ευρώ, για να μηδενίσει τις οφειλές της ΠΑΕ προς το Ελληνικό Δημόσιο, όλοι αντιλήφθηκαν ότι ο ΠΑΟΚ εγκαινίαζε μια νέα, πολύ πιο φωτεινή εποχή.
Σήμερα, ο ΠΑΟΚ είναι σε θέση, όχι μόνο να εξοφλεί τις υποχρεώσεις του, αλλά και να διαθέτει -για παράδειγμα- πέντε εκατομμύρια ευρώ για να αποκτήσει ένα ταλέντο (Λέο Ζαμπά). Να αγοράζει έναν 22χρονο φορ (Κάρολ Σβιντέρφσκι) με δυο εκατομμύρια. Να φέρνει στην Τούμπα έναν πορτογάλο διεθνή, βασικό στέλεχος της Πόρτο (Σέρτζιο Ολιβέιρα), με ρήτρα 12 εκατ. ευρώ. Να πείθει τον Ελ-Καντουρί να απαρνηθεί κοτζάμ ιταλικό πρωτάθλημα (Πάρμα) για χάρη του.
Ολα τα προηγούμενα χρόνια ο ΠΑΟΚ ήταν ένα τεράστιο μέγεθος στο ελληνικό ποδόσφαιρο, παρά τη φτωχή τροπαιοθήκη του, χάρη στο λαό του. Σε μια χώρα όπου οι νίκες και οι τίτλοι είναι το παν, η δυναμική του ήταν εξόφθαλμα δυσανάλογη με τα μόλις δυο Πρωταθλήματα και τα έξι του Κύπελλα. Πλέον, έχει όλα τα φόντα, ώστε το τρίτο του στεφάνι να αποτελέσει την απαρχή της δυναστείας του. Χωρίς να γίνει σαν αυτούς που ιστορικά έβαλε απέναντί του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News