Πηγή έμπνευσης στάθηκε για τον αρθρογράφο των «Τάιμς της Νέας Υόρκης» Ιβάν Κράστεφ η υπερψήφιση από την Βουλή των Ελλήνων της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Ο βουλγαρικής καταγωγής αναλυτής, πρόεδρος του Center for Liberal Strategies, θεωρεί ότι πρόκειται για «μία πραγματική νίκη της ευρωπαϊκής στρατηγικής στην περιοχή των Βαλκανίων» και ότι «τώρα η Ευρώπη πρέπει να βρει ανάλογη ενέργεια και ευελιξία ώστε να ωθήσει τη Σερβία και το Κόσοβο να φθάσουν στον δικό τους συμβιβασμό».
Τα γράφει αυτά ο Κράστεφ επειδή φρονεί ότι παρά την εμπεδωμένη σχέση των βαλκανικών κρατών με το ΝΑΤΟ και με την Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως ο ίδιος διαπιστώνει, υπάρχουν ορισμένα αγκάθια τα οποία εκμεταλλεύεται -ή προσπαθεί να εκμεταλλευθεί- η Ρωσία ώστε να αναλάβει τα ηνία στην περιοχή «ως μεσολαβήτρια για την επίλυση περιφερειακών συγκρούσεων», με τρόπο ανάλογο εκείνου με τον οποίο «αντικατέστησε τις ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή» (υπονοεί τη Συρία).
Απογοήτευση και θυμός
Η Ρωσία έχει αντιληφθεί ότι υπάρχει ένας παράγοντας που υποσκάπτει την κυριαρχία της Δύσης σε αυτήν την περιοχή: «Οι Βαλκάνιοι είναι απογοητευμένοι και θυμωμένοι» λέει.
«Οι εθνικές εντάσεις αυξάνονται. Σε κάθε βαλκανική χώρα έχουν γίνει μεγάλης κλίμακας διαδηλώσεις. Η οικονομική ανάπτυξη είναι υποτονική στα περισσότερα κράτη, η δυστυχία είναι πλατιά και η ερήμωση είναι δραματική: το 40% και πλέον των γεννηθέντων στη Βοσνία μετανάστευσαν, όπως και το 40% των γεννηθέντων στην Αλβανία και το 25% των γεννηθέντων στα Σκόπια». (Ο Κράτσεφ γράφει βέβαια «στη Μακεδονία».)
«Και ενώ οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πλειονότητα των ανθρώπων εξακολουθεί να βλέπει την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση ως τον καλύτερο δρόμο προς την ευημερία, η υπόσχεση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης χάνει τη μαγική δύναμή της. Και όμως, η Ευρωπαϊκή Ενωση διστάζει να αλλάξει την προσέγγισή της. Αυτό είναι εν μέρει το αποτέλεσμα της γραφειοκρατικής αδράνειας και της έλλειψης πολιτικού ενδιαφέροντος. Αλλά προέρχεται επίσης από φόβο ότι οποιαδήποτε αλλαγή πολιτικής στα Βαλκάνια θα φαίνεται σαν προδοσία αρχών».
Μετά τη Γιουγκοσλαβία
Και εξηγείται ο αρθρογράφος: «Οι πόλεμοι της δεκαετίας του 1990 στη Γιουγκοσλαβία διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής ταυτότητας της Ευρωπαϊκής Ενωσης μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Οι Ευρωπαίοι είδαν την τραγωδία όχι ως σύγκρουση μεταξύ κρατών ή εθνών, αλλά μεταξύ δύο αρχών: της αρχής του εθνικισμού, που εκπροσωπήθηκε από τον Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, και της αρχής της πολυεθνικής δημοκρατίας, που προβάλλεται και προωθείται από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Κατά συνέπεια, η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης προς τα Βαλκάνια καθοδηγείται περισσότερο από την ιδεολογία» συμπεραίνει.
Αυτό είναι το έδαφος πάνω στο οποίο η Ρωσία καλλιεργεί τις φιλοδοξίες της καταγγέλλοντας τη Δύση για αποσταθεροποίηση των Βαλκανίων μέσω της ένταξης όλων των κρατών τους στο ΝΑΤΟ. Για το Κρεμλίνο ισχύει ότι η Δύση επιχειρεί να απομακρύνει κάθε ρωσική επιρροή από εκεί ενάντια στην επιθυμία των ίδιων των λαών των Βαλκανίων.
Η λύση, για τον αρθρογράφο των ΝΥΤ, στο βαλκανικό πρόβλημα που καλείται «ενδιαφέρον της Ρωσίας» δεν είναι άλλη από τον διαμεσολαβητικό ρόλο της ΕΕ στις βαλκανικές διενέξεις, όπως έδειξαν και οι «Πρέσπες».
Αλλιώς δημιουργείται πεδίο δράσης για τον ρωσικό παράγοντα.
Ο Κράτσεφ προειδοποιεί κιόλας: «Οι Ευρωπαίοι δεν πρέπει να εκπλαγούν εάν η Ρωσία παραγάγει σύντομα τον δικό της οδικό χάρτη για την ομαλοποίηση των σχέσεων Σερβίας – Αλβανίας. Δεν πρέπει να εκπλαγούν ακόμη και εάν η Τουρκία εκφράσει ενδιαφέρον για μια τέτοια ρωσική πρωτοβουλία»…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News