Εχω πάντα ένα σημειωματάριο μαζί μου, όπου κι αν πηγαίνω, ακόμα και εκεί που οι βασιλιάδες πάνε μόνοι τους. Σε αυτό, μεταφέρω σκόρπιες σκέψεις και πράγματα που δεν πρέπει να ξεχάσω να κάνω. Πολλά από αυτά, μου δίνουν έμπνευση να γράψω κάτι παραπάνω. Και το γράφω πρώτα εκεί, στο σημειωματάριό μου, κοντά σε όλα τα άλλα, τα ανάκατα. Κάποιες φορές, όταν έχω έμπνευση ή απελπισία, ρίχνω πολλά από αυτά μέσα στο μίξερ του μυαλού μου, και βγαίνει ένα smoothy σκέψεων που, εκείνη τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή που παρασκευάζεται, με εκφράζει απόλυτα και, όπως λένε οι πνευματικοί, με αναπαύει.
Ενα τέτοιο smoothy, που ανακατεύει γεγονότα των ημερών, επιπτώσεις από αυτά, αλλά και δικές μου αναταράξεις, ανακάλυψα ότι έφτιαξα τέτοια μέρα, 23 Ιανουαρίου πριν δύο χρόνια, 2017. Και είπα να το μοιραστώ μαζί σας, for whatever it’s worth:
«Κι έτσι που γέρνει κι η μέρα ετούτη, συλλογιέμαι πως τη πέρασα με τα άτυπα σημειώματα που απαντούσαν στις κραυγές για την υπαγωγή ενός συγκροτήματος Τύπου στο SYRIZA Group of Companies, με την απέλπιδα προσπάθεια μιας εμπροσθοφυλακής απόμαχων να αναβιώσουν το ολίγιστο πλέον ΠΑΣΟΚ, και με την ευγενική χειρονομία φίλων καλών που βλέπουν ραγίσματα μεγάλα στο σώμα μου, να μου φέρνουν στόκο, σιλικόνη και άλλα υλικά αντοχής, μήπως σώσω ο,τι ακόμα σώζεται.
Η Αννα κι ο Λευτέρης έφυγαν κιόλας για την Αγγλία. Ο Μάρκος μετέφερε τη φορολογική του διεύθυνση στη Κύπρο. Η Μάρθα παρέδωσε τις πινακίδες του αυτοκινήτου της. Ο Τάσος, άφησε προψές στον ύπνο τη ψυχή του. Ο ξένος τραπεζίτης διεμήνυσε στον πρωθυπουργό ότι αν δεν εφαρμόσει άμεσα μεταρρυθμίσεις, ο ασθενής θα πεθάνει στα χέρια του – τη βγάζει δε τη βγάζει τη χρονιά, είπε.
Οσοι έχουν χρήματα, ή τα έβγαλαν έξω, η τα ‘χουν στα σπίτια τους κρυμμένα. Στις τράπεζες, πάντως, όχι. Οσοι, πάλι, χρωστάνε, ούτε ένας δεν πληρώνει. Το σύστημα είναι ετοιμόρροπο. Αλλά διορισμοί συνεχίζονται. Η κυβέρνηση φορολογεί περισσότερο απ’ όσο της ζήτησαν οι δανειστές. Μαζεύει πλεόνασμα να το μοιράσει στους δικούς της. Πως αλλιώς θα συντηρηθεί στην εξουσία η επίκληση της “αξιοπρέπειας”, που ξέφτισε; Όπως και εκείνο το κουραστικό ρεφρέν της “καμένης Γης”. Βρισκόμαστε στην ύστατη πράξη της στυγνής εξαγοράς και του ξεδιάντροπου ξεπουλήματος.
Το καλοριφέρ δεν δουλεύει. Εκείνοι που δεν μπορούν να πληρώσουν πετρέλαιο έγιναν πλειοψηφία ακόμα και στις πιο εύπορες περιοχές. Οι αντιστάσεις, στο μηδέν. Η θερμοκρασία, πολύ πιο κάτω. Στο Λονδίνο, μέσα στο σπίτι κανείς δεν κρυώνει. Εδώ, άνοιξε η άσφαλτος στην Χαλυβουργία. Αχρηστεύθηκαν αυτοκίνητα. Το ένα, το οδηγούσε η Μαίρη – κάνει ιδιαίτερα στα Μέγαρα. Μου ‘πε ότι θα το δώσει για σκραπ, και θα πάει να μείνει με την αδελφή της στη Φλώρινα να καλλιεργεί και να εμπορεύεται πιπεριές – έχουν μεγάλη ζήτηση στο Ισραήλ, μου ‘πε.
Σήμερα, σταματήσαμε τον κηπουρό στην πολυκατοικία. Για οικονομία, είπαμε. Αλλά εξακολουθούν να φεύγουν κάθε πρωί καμιά δεκαριά αυτοκίνητα για το κέντρο της πόλης με έναν επιβάτη έκαστο. Ο Θοδωρής εξάγει λάδι στην Ουκρανία μέσω Κύπρου. Πάει πολύ καλά, πούλησε και το σπίτι του εδώ κοψοχρονιά, την έκανε. Υπνος δεν με πιάνει. Βλέπω εφιάλτες ότι στέλνουμε στην αγχόνη τους οκτώ τούρκους αξιωματικούς, και κάνω ό,τι μπορώ για να μην κοιμάμαι. Αξίζει να μένεις ξύπνιος….»
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News