Στη νεότερη φάση της πολιτικής ζωής στην Ελλάδα (Μεταπολίτευση) έχουμε τρεις περιπτώσεις κομμάτων που έκαναν παράταιρες (ή παρά φύσιν, τρόπον τινά…) επιλογές. Οι δύο πληρώθηκαν πολύ ακριβά, για την τρίτη δεν γνωρίζουμε ακόμα. Κοινό χαρακτηριστικό και των τριών περιπτώσεων είναι ότι τα κόμματα αυτά ήταν και είναι του λεγόμενου προοδευτικού χώρου (από το Κέντρο και πέρα), καθώς ο χώρος της Δεξιάς δεν αντιμετώπισε ανάλογα προβλήματα.
Περίπτωση πρώτη: το 1989 τα κόμματα της Αριστεράς ΚΚΕ και ΚΚΕεσωτερικού συνασπίστηκαν (Συνασπισμός της Αριστεράς) και συνεργάστηκαν στην κυβέρνηση με την ΝΔ του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, με διακηρυγμένο στόχο την «κάθαρση» και ουσιαστικό την διάλυση του ΠΑΣΟΚ. Και στα δύο απέτυχαν. Και στις επόμενες εκλογές (1993) πλήρωσαν ακριβά αυτήν την επιλογή τους. Το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου επανήλθε στην εξουσία, ο Συνασπισμός διαλύθηκε και τα δύο κόμματα της Αριστεράς έχασαν αθροιστικά σχεδόν τη μισή δύναμή τους (το ένα δεν μπήκε καν στη Βουλή).
Περίπτωση δεύτερη: Το 2012 η ΝΔ του Αντώνη Σαμαρά και το ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου συνεργάστηκαν στην κυβέρνηση και ψήφισαν το δεύτερο Μνημόνιο(το πρώτο είχε ψηφίσει η κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου). Στις επόμενες εκλογές (2015) ηττήθηκαν. Με τη διαφορά ότι η ΝΔ διατήρησε ένα αξιοπρεπές ποσοστό (28%), ενώ το ΠΑΣΟΚ υπέστη πανωλεθρία και λίγο έλειψε να εξαφανιστεί κοινοβουλευτικά (4,68%).
Η τρίτη περίπτωση είναι η εξελισσόμενη από το 2015 κυβερνητική συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ. Ο Αλέξης Τσίπρας και οι συν αυτώ έκαναν τότε το μεγάλο λάθος να κάνουν συνεταίρο τους τον ανερμάτιστο και αδίστακτο Πάνο Καμμένο, με το πρόσχημα της μη συνεργασίας με το «παλαιό και διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα». Κι αν αυτό είχε δόση αλήθειας για το ΠΑΣΟΚ, δεν είχε καμιά για το νεοσύστατο Ποτάμι. Αλλωστε, ο Τσίπρας είχε αφήσει τότε ανοιχτό το ενδεχόμενο συνεργασίας με τον Σταύρο Θεοδωράκη. Προτίμησε τον Καμμένο και τώρα το φυσάει και δεν κρυώνει. Για χάρη του καρατόμησε δικούς του (αριστερούς) υπουργούς, όπως ο Φίλης και ο Κοτζιάς. Ανέχθηκε δημόσιες προσβολές του συνεταίρου. Και, πάνω απ’ όλα, του επέτρεψε να κάνει κάτι αδιανόητο: να αμφισβητεί, να λοιδορεί και να υπονομεύει μια βασική επιλογή της κυβέρνησής του με εθνική και διεθνή διάσταση, την Συμφωνία των Πρεσπών. Ουδέποτε στο παρελθόν πρωθυπουργός επέτρεψε να συμβεί κάτι τέτοιο. Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 το επιχείρησε ο Αντώνης Σαμαράς, αλλά στο τέλος αποπέμφθηκε.
Τώρα η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Ο Καμμένος απειλεί ανοιχτά να ανατρέψει την κυβέρνηση στην οποία μετέχει! Βεβαίως, δεν μπορεί, αλλά αυτό δεν αίρει τον προκλητικό και αήθη χαρακτήρα της απειλής(ένας υπουργός, που έχει τόσο μεγάλη διαφωνία σε ένα σημαντικό θέμα, παραιτείται). Και, παρόλα αυτά, ο πρωθυπουργός εξακολουθεί να τον ανέχεται.
Τώρα πλέον γι’ αυτήν την ανοχή δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία. Ο βασικός λόγος της συνεργασίας(έξοδος από τα Μνημόνια) έπαψε να υπάρχει από τον Αύγουστο του 2019. Το λένε όλο και περισσότερα κυβερνητικά στελέχη και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Τσίπρας δεν έχει κανένα λόγο να περιμένει τον κ. Καμμένο να φύγει από την κυβέρνηση, για να «ηρωοποιηθεί» στα μάτια όσων οπαδών τού έχουν απομείνει. Πρέπει να τον αποπέμψει αμέσως ο ίδιος από υπουργό, αφού συνεχίζει να υπονομεύει μια βασική επιλογή του. Ουδείς άλλος υπουργός- ούτε και οι λοιποί των ΑΝΕΛ-συμπεριφέρεται έτσι.
Η συνεργασία με έναν δεξιό τυχοδιώκτη και συνωμοσιολόγο αποτελεί, έτσι κι αλλιώς, στίγμα για την πρώτη κυβέρνηση κόμματος της παραδοσιακής Αριστεράς. Ο κ. Τσίπρας έχει μια ευκαιρία, έστω την ύστατη ώρα, να το απαλύνει. Αρκεί να κάνει το αυτονόητο, αντί να προσπαθεί να «κατευνάσει» έναν υπουργό του που τον εκβιάζει.
Αν δεν το κάνει, υπάρχουν δύο ενδεχόμενα. Το πρώτο (να πέσει η κυβέρνηση εξαιτίας του Καμμένου) είναι απίθανο. Όμως, αν συμβεί, θα πρόκειται για τον τέλειο εξευτελισμό και του ιδίου(του Τσίπρα) και όλων των σιωπούντων ΣΥΡΙΖΑίων. Ο Καμμένος, που τόσο χαϊδεύουν, θα τους πάρει μαζί τους. Το δεύτερο (και πιθανότερο) ενδεχόμενο, δηλαδή η κυβέρνηση να συνεχίσει για λίγους ακόμα μήνες χωρίς τον Καμμένο, θα είναι μεν καλύτερη εξέλιξη, αλλά επ’ ουδενί θα εξαγνίσει τον ΣΥΡΙΖΑ από το καμμένειον άγος.
Για τον Τσίπρα και τους γύρω του έχει φτάσει η στιγμή ν’ αποφασίσουν (σε πρώτη φάση) ποιον θ’ αφήσουν. Μετά θα δουν με ποιους θα πάνε, αν τους δοθεί άλλη ευκαιρία. Ομως, η πρώτη επιλογή, η απαλλαγή από τον Καμμένο, είναι πλέον εκ των ων ουκ άνευ.
Ας προσέξουν πώς το έχει πει ο παλιός αμερικανός πολιτικός Χένρι Κίσινγκερ: «Σε μια κρίση, η πιο τολμηρή επιλογή είναι συχνά η πιο ασφαλής».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News