Η διαθήκη του Βιτσάι Σριβανταναπραμπά δεν άνοιξε ακόμη, όμως δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία: ο ιδιοκτήτης της Λέστερ, ο οποίος το περασμένο Σάββατο βρήκε τραγικό θάνατο έξω από το γήπεδο των «Αλεπούδων», θα κληροδοτήσει τον αγγλικό σύλλογο στον γιο του, Αϊγιαουάτ. Η τοπική κοινωνία είχε αντιληφθεί, ήδη από το 2016, ότι ο ταϊλανδός μεγιστάνας τον προόριζε για διάδοχό του στις ποδοσφαιρικές του μπίζνες. Φυσικά, κανείς δεν περίμενε πως η στιγμή αυτή θα έφτανε τόσο σύντομα, τόσο ξαφνικά.
Εκείνες τις παραμυθένιες μέρες του Απριλίου – Μαΐου 2016, που όλος ο φίλαθλος κόσμος είχε μείνει κατάπληκτος από το «θαύμα» της Λέστερ, ο πατριάρχης της οικογένειας Σριβανταναπραμπά είχε προτιμήσει να παραμείνει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Στις πανηγυρικές αφίσσες και τα πανό, που στόλιζαν τη μεθυσμένη από ευτυχία κομητεία των 770.000 κατοίκων, υπήρχε το πρόσωπο του Αϊγιαουάτ. Ο 30χρονος τεχνοκράτης προβαλλόταν ως ο μπροστάρης της «ταϊλανδέζικης επανάστασης» του συλλόγου – αυτό ήταν το σλόγκαν. Ο Βιτσάι έβαζε τα χρήματα και έπαιρνε τις στρατηγικές αποφάσεις, όμως την ώρα που όλοι διεκδικούσαν μερίδιο από τον θρίαμβο, εκείνος παραχώρησε το δικό του στον γιο του.
Ο Αϊγιαουάτ είναι πιο επικοινωνιακός από τον πατέρα του, ομιλεί τα Αγγλικά της Οξφόρδης και γνωρίζει για το ποδόσφαιρο πολύ περισσότερα απ’ όσα ήξερε ο Βιτσάι. Μπήκε στη ζωή της Λέστερ τον Φεβρουάριο του 2011, όταν τοποθετήθηκε από τον ταϊλανδό επιχειρηματία στη θέση του αντιπροέδρου του κλαμπ. Πρόεδρος είχε αναλάβει ο ίδιος ο Βιτσάι. Ο όμιλος «Asia Football Investments», που του ανήκε, είχε εξαγοράσει (τον Αύγουστο του 2010) από τον Μίλαν Μάνταριτς το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών. Η διευθύνουσα σύμβουλος, Σούζαν Ουΐλαν, και ο διευθυντής του ποδοσφαιρικού τμήματος, Τζον Ρούντκιν, ήταν υπεύθυνοι για τη λειτουργία του συλλόγου, όμως και ο Αϊγιαουάτ δεν ήταν… διακοσμητικός. Ασκούσε την εποπτεία τους.
Οσο για τον Βιτσάι, παρενέβαινε μόνον εκεί που κανείς άλλος δεν μπορούσε να δώσει λύση. Για παράδειγμα, όταν οι μισές αγγλικές ομάδες είχαν ενδιαφερθεί για τον αρχισκόρερ της πρωταθλήτριας Λέστερ, Τζέιμι Βάρντι, οι διαπραγματεύσεις των «Αλεπούδων» με τον ατζέντη του παίκτη είχαν οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Ωσπου εμφανίστηκε το «μεγάλο αφεντικό» (πάλι με ελικόπτερο). Ζήτησε από τον ποδοσφαιριστή να τον ακολουθήσει στο γραφείο του, μέσα στο γήπεδο, όπου ο Βάρντι δεν είχε ξαναπατήσει το πόδι του. Επειτα από μια ολιγόλεπτη συνομιλία τους, ο άγγλος επιθετικός δήλωσε έτοιμος να υπογράψει το νέο του συμβόλαιο. Λίγο καιρό αργότερα, προσκάλεσε τον Βιτσάι στο γάμο του.
Ο Αϊγιαουάτ δεν διαθέτει την πειθώ του πατέρα του, όμως είναι αποφασιστικός και αποτελεσματικός με τον δικό του, κυνικό, τρόπο. Στο Λέστερ είναι κοινό μυστικό ότι εκείνος είχε επιμείνει στην απόλυση του Κλάουντιο Ρανιέρι, όταν τα αποτελέσματα της ομάδας έπαψαν να είναι καλά. Αντιθέτως με τον Βιτσάι, δεν είχε κανέναν συναισθηματικό ενδοιασμό. Το ίδιο συνέβη, μερικούς μήνες αργότερα, με τον Σέξπιρ, τον πρώην βοηθό του Ιταλού που τον είχε διαδεχθεί ως πρώτος προπονητής. Αν και τρεις μήνες νωρίτερα είχε υπογράψει συμβόλαιο για τρία χρόνια.
Δεν είναι -δεν ήταν- «το παιδί του μπαμπά». Το μοιραίο Σάββατο θα μπορούσε να έχει ακολουθήσει τον πατέρα του στο γήπεδο για να παρακολουθήσουν μαζί το 1-1 κόντρα στη Γουέστ Χαμ και να σχολιάσουν, ενδεχομένως, την αλλόκοτη απόφαση του προπονητή, Κλοντ Πιέλ, να αφήσει εκτός αγώνα τον Βάρντι. Ο Αϊγιαουάτ, όμως, είχε ταξιδέψει στην Μπανγκόκ για να τακτοποιήσει κάποιες εκκρεμότητες του Ομίλου. Εκεί έμαθε το τραγικό νέο. Το βράδυ της Κυριακής ταξίδευε προς το Λέστερ, αυτή τη φορά για να επιτελέσει ένα πολύ δυσάρεστο καθήκον. Δεν μπορούσε, ποτέ, να φανταστεί πόσο πόνο θα προκαλούσε στην οικογένειά του το πανάκριβο χόμπι του πατέρα του. Για τους Σριβανταναπραμπά η ενασχόλησή τους με τη Λέστερ ήταν μια διαφυγή από την άχαρη και αγχώδη καθημερινότητά τους στη διοίκηση μιας αυτοκρατορίας καταστημάτων duty-free.
Εάν αυτός ο πόνος δεν διώξει τον Αϊγιαουάτ από το ποδόσφαιρο, δεν θα έχει κανένα πρόβλημα να διαδεχθεί τον Βιτσάι στον θρόνο του συλλόγου. Ο «Top» (είναι το παρατσούκλι του στην Αγγλία) έχει, ήδη, αποκτήσει ισχυρούς δεσμούς με την ομάδα. «Αυτή είναι η εταιρική μας κουλτούρα», είχε εξηγήσει σε συνέντευξή του το 2016. «Αφιερώνουμε χρόνο στο προσωπικό, ακούμε τα προβλήματα των ανθρώπων που εργάζονται για μας, προσπαθούμε να διοικούμε σαν να πρόκειται για μια οικογενειακή επιχείρηση».
Είναι και ιδιαιτέρως αγαπητός. Οχι μόνο στο σύλλογο, αλλά και στην κοινωνία του Λέστερ. Είχε φροντίσει ο πατέρας του γι’ αυτό. Με τη δωρεά των δύο εκατομμυρίων λιρών για την κατασκευή παιδικού νοσοκομείου, τη χορηγία του ενός εκατομμυρίου λιρών στην πανεπιστημιακή κλινική της πόλης, ή τις 100.000 λίρες για τη συντήρηση του μνημείου του Βασιλιά Ριχάρδου Γ’. Δεν είναι τυχαίο, που το Πανεπιστήμιο De Montfort απένειμε στον νεαρό Σριβανταναπραμπά ένα ντοκτορά τιμής ένεκεν.
Ο Βιτσάι «έφυγε» την ώρα που ετοιμαζόταν να υλοποιήσει δυο μεγαλεπήβολα projects για τη Λέστερ: τη δημιουργία ενός νέου, υπερσύγχρονου αθλητικού κέντρου και την ανακατασκευή του γηπέδου της, «King Power». Τα έχει αναλάβει, και τα δυο, ο Αϊγιαουάτ. Οσοι γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα, ισχυρίζονται ότι το όραμά του για τον σύλλογο είναι πιο ισχυρό από εκείνο του πατέρα του. Ή, τουλάχιστον, ήταν προτού γίνει το κακό.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News