Η ΔΕΘ προσφέρεται για παροχές, προεκλογικές ή μη. Συνήθως οι πρωθυπουργοί «τα δίνουν όλα», ιδιαίτερα αν έχουν στον σχεδιασμό τους εκλογές σε λίγους μήνες. Το έκανε ο Αλέξης Τσίπρας, αν και κρατάει μερικά ακόμα προεκλογικά όπλα στη φαρέτρα του για την περίπτωση που κάτι αλλάξει.
Συνήθως τον Πρωθυπουργό ακολουθεί, στο ίδιο μοτίβο, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ειδικά αν ελπίζει βάσιμα ότι θα είναι αυτός ο επόμενος πρωθυπουργός. Θα το κάνει, λοιπόν, το προσεχές Σάββατο ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Γνωρίζουμε ήδη τις δικές του «παροχές», τις έχει ανακοινώσει και εν πολλοίς κινούνται σε παρόμοια λογική με τις κυβερνητικές. Εκτός αν σε κάτι μας εκπλήξει.
Στο ενδιάμεσο διάστημα σπεύδουν στη ΔΕΘ ο αρχηγοί των μικρότερων κομμάτων. Η Φώφη Γεννηματά του Κινήματος Αλλαγής, ουσιαστικά ΠΑΣΟΚ, προσπάθησε να εμφανίσει το κόμμα της ως την ενδιάμεση δύναμη που θα σπάσει τον νέο δικομματισμό ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ. Διάνθισε τον λόγο της με συνθήματα και, εν μέρει αναπόφευκτες, κοινοτοπίες (όπως «μπορούμε να πάμε μπροστά», «εθνική και κοινωνική αφύπνιση τώρα», «χρειαζόμαστε ένα νέο εθνικό σχέδιο», κ.ά.), που κανείς δεν γνωρίζει τι σημαίνουν. Χρησιμοποίησε αφοριστικές φράσεις του τύπου «να κλείσει ο κύκλος του χθες». Λες και ο ΣΥΡΙΖΑ που κυβερνάει πρώτη φορά και μόλις τέσσερα χρόνια είναι το «χθες», ενώ τα άλλα δύο κόμματα, που κυβέρνησαν 40 χρόνια, είναι το «αύριο»(εδώ η ομιλία της).
Αυτά είναι κάπως αναμενόμενα, αν και πληκτικά. Ομως, μια φράση της, που δεν πολυπροσέχθηκε, φανερώνει το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει το άλλοτε κραταιό κόμμα των (σχεδόν) 40 χρόνων της Μεταπολίτευσης. «Να φύγουν αυτοί (του ΣΥΡΙΖΑ), όχι για να έρθουν οι άλλοι (της ΝΔ)» είπε.
Τι σημαίνει αυτό; Πρώτον, στις ερχόμενες εκλογές «να ηττηθούν στρατηγικά οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ». Και, ταυτόχρονα, «λύση δεν είναι η επιστροφή της Δεξιάς, που έχει τεράστιες ευθύνες για το ξέσπασμα της κρίσης». Αν πρόσθετε: «λύση δεν είναι να έρθουμε εμείς, γιατί κι εμείς έχουμε τεράστιες ευθύνες για τη διαχείριση της κρίσης» (είτε ως αυτοδύναμη κυβέρνηση 2009-2011 είτε ως συνεταίρος στη κυβέρνηση Σαμαρά 2012-2014), θα ήταν ένα ισχυρό σήμα ουσιαστικής αυτοκριτικής. Αλλά αυτά δεν λέγονται, ας είμαστε επιεικείς.
Ομως η φράση αυτή της προέδρου του ΠΑΣΟΚ («ούτε ΣΥΡΙΖΑ ούτε ΝΔ») φανερώνει την αγωνία του χώρου αυτού όχι μόνο για τις προεκλογικές, αλλά και για τις μετεκλογικές εξελίξεις:
ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΗΜΕΡΑ: Το ΠΑΣΟΚ πιέζεται ήδη τόσο από τα δεξιά του όσο και από τα αριστερά του. Η προσπάθεια να διευρυνθεί κάπως ο ευρύτερος χώρος, που έγινε με τη συγκρότηση του ΚΙΝΑΛ, απέτυχε με την αποχώρηση του Ποταμιού. Ο στόχος να ξεφύγει το άλλοτε ισχυρό κόμμα του 40%-45% από τα μονοψήφια ποσοστά μοιάζει πολύ δύσκολος, αν όχι ανέφικτος.
ΠΡΟΕΚΛΟΓΙΚΑ: Η προσδοκία ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα κατέρρεε, υπό το βάρος της μνημονιακής πολιτικής που εφάρμοσε, διαψεύστηκε. Πιθανότατα έχει περάσει και από το κάτω σημείο της δημοσκοπικής καμπύλης και, όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές, θα αυξάνει τη συσπείρωσή του. Ετσι, το ενδεχόμενο να επιστρέψουν στο ΠΑΣΟΚ μεγάλα κομμάτια ψηφοφόρων, που λάκισαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ το 2015, φαντάζει όνειρο απατηλό. Ταυτόχρονα, είναι ορατός ο κίνδυνος το ΠΑΣΟΚ να χάσει ψηφοφόρους και προς τα δεξιά του, αν κάποιοι παραδοσιακοί ψηφοφόροι που του έχουν μείνει, στραφούν προς τη ΝΔ, κινούμενοι από το μένος εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ (είναι το «να φύγουν αυτοί», που είπε η κυρία Γεννηματά). Ομως, το δεύτερο σκέλος του στόχου («να μην έρθουν οι άλλοι», οι της ΝΔ) περνάει σε δεύτερη μοίρα κι έτσι οι απώλειες του ΠΑΣΟΚ μπορεί να είναι αμφίπλευρες και να αποδειχθούν οδυνηρές.
ΜΕΤΕΚΛΟΓΙΚΑ: Ομως ακόμα και αν τα πράγματα είναι κάπως καλύτερα και το ΠΑΣΟΚ αναδειχθεί τρίτο κόμμα, το πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει μετεκλογικά θα είναι μεγαλύτερο, αν δεν υπάρχει αυτοδυναμία. Σε αυτήν την περίπτωση, η λύση που υπέδειξε η πρόεδρός του είναι «κυβέρνηση με όλες τις δυνάμεις του ευρωπαϊκού και δημοκρατικού τόξου». Ουσιαστικά η κυρία Γεννηματά, για να ξεφύγει από το μεγάλο δίλημμα να μετάσχει σε δικομματική κυβέρνηση συνεργασίας, όπως το 2012 στην κυβέρνηση Σαμαρά, που οδήγησε το ΠΑΣΟΚ σε εκλογική συντριβή, (θα) προτείνει κυβέρνηση ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ.
Ο ελιγμός φαίνεται έξυπνος, για να μη φορτωθεί το ΠΑΣΟΚ ξανά το μεγάλο βάρος των κυβερνητικών ευθυνών, αλλά το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα είναι ανέφικτο. Αν δεν υπάρχει αυτοδυναμία, μόνο μία λύση θα υπάρχει: κυβέρνηση του πρώτου με το τρίτο (ή τέταρτο) κόμμα. Δηλαδή είτε κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ (το πιθανότερο) είτε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, αν ο κ. Τσίπρας κάνει την έκπληξη.
Αν, λοιπόν, δεν υπάρχει αυτοδυναμία, η πίεση προς το ΠΑΣΟΚ θα είναι αφόρητη. Η προεκλογική επιδίωξη «ούτε με τον έναν (ΣΥΡΙΖΑ) ούτε με τον άλλον (ΝΔ), όλοι μαζί» θα καταστεί ανέφικτη. Το δεύτερο κόμμα, ειδικά αν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα έχει κανέναν λόγο να εμπλακεί σε τέτοια περιπέτεια, έχοντας την πικρή γνώση αυτού που έπαθε το ΠΑΣΟΚ μετά το 2012.
Αν οι εξελίξεις είναι κάπως έτσι, τότε για τον πιεζόμενο ενδιάμεσο χώρο δεν υπάρχει αυτό που λέει το λατινικό ρητό «via trita, via tuta», δρόμος περπατημένος, δρόμος σίγουρος. Ο όποιος δρόμος θα είναι σίγουρα ανηφορικός, αν όχι αδιέξοδο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News