Το GPS έχει γίνει τα τελευταία χρόνια ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου και δη του Αθηναίου. Μικρές γραμμές με γαλάζιο χρώμα που στρίβουν τις ρόδες των αυτοκινήτων μας και καθορίζουν τις πορείες μας. Μία τέτοια γραμμή με οδήγησε ένα μεσημέρι Τετάρτης στην παραλία Κόκκινο Λιμανάκι στη Ραφήνα. Τέλη Ιουνίου. Το GPS στο κινητό μου με ενημέρωνε ότι η συγκεκριμένη παραλία ήταν η κοντινότερη στην περιοχή όπου βρισκόμουν. Γιατί όχι λοιπόν;
Λίγο πριν αφήσω το αυτοκίνητο στη σκιά ενός δέντρου, βρισκόμουν πολύ κοντά στο να μετανιώσω για την επιλογή μου. Ο λόγος; Οι δρόμοι της περιοχής θύμιζαν λαβύρινθο. Προχωρούσες προς την παραλία όμως πάντα η παραλία κρυβόταν στην άλλη γωνία. Αδιέξοδα, αδιέξοδα και πάλι αδιέξοδα. Ηταν μεσημέρι και προφανώς οι κάτοικοι της περιοχής ήταν κλεισμένοι στα σπίτια τους και δεν περιφέρονταν στους δρόμους προκειμένου να βοηθήσουν έναν άσχετο περαστικό με πετσέτα και καφέ στο χέρι.
Τελικά, μετά από μερικές βόλτες χαζεύοντας όμορφες εξοχικές κατοικίες, βρήκα έναν δρόμο στρωμένο με τσιμέντο που οδηγούσε στην παραλία. Επιτέλους.
Σχεδόν έναν μήνα μετά, αργά το βράδυ της Δευτέρας, επανέφερα στη μνήμη εκείνη τη χαζή αναζήτηση της παραλίας. Ο δημοσιογράφος περιέγραφε με έναν κόμπο στον λαιμό: «Οι άνθρωποι άφησαν τα αυτοκίνητά τους και έτρεξαν προς την παραλία. Δυστυχώς, έστριψαν στο προηγούμενο μονοπάτι και αντί για την παραλία, βρέθηκαν μπροστά στον γκρεμό. Ο δρόμος πίσω τους είχε ήδη τυλιχτεί στις φλόγες. Αγκαλιάστηκαν…»
Σκέφτηκα εκείνο τον μικρό τσιμεντένιο δρόμο και κάθε στενό που με έκανε να κάνω αναστροφή βλαστημώντας. Σκέφτηκα εκείνα τα δύο σκυλιά που έκαναν απειλητικές βόλτες γύρω από τις πετσέτες. Σκέφτηκα τον ναυαγοσώστη που μου εκμυστηρεύτηκε ότι ήταν η πρώτη του ημέρα στη συγκεκριμένη παραλία «Ολο το καλοκαίρι εδώ θα είμαι, φίλε. Ασ’ τα…».
Αδυνατώ να φανταστώ πώς είναι να ψάχνεις ένα μονοπάτι που να οδηγεί στη θάλασσα όχι για να απολαύσεις το ρεπό σου, αλλά για να σώσεις τη ζωή των παιδιών σου. Αδυνατώ να σκεφτώ πώς διαλέγεις να στρίψεις σε αυτό το στενό και όχι στο επόμενο γνωρίζοντας ότι ίσως να πρόκειται για την τελευταία σου απόφαση. Αδυνατώ να αντιληφθώ πώς είναι να τρέχεις να σωθείς από τις φλόγες σε μία παραλία της Αττικής στην καρδιά του καλοκαιριού.
Αδυνατώ, τέλος, να μπερδέψω στο μυαλό μου τις καλοκαιρινές ηλιόλουστες αναμνήσεις εκείνης της ημέρας του Ιουνίου με τις τωρινές αφηγήσεις θανάτου. Αδυνατώ να πεισθώ ότι εκείνα τα μικρά μονοπάτια, που δήθεν με ταλαιπώρησαν τότε, μπορούσαν να χωρέσουν τόση φρίκη…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News