Η πολιτική κρίση στην Ιταλία έχει μια, έμμεση, σχέση με την Ελλάδα, καθώς μπορεί να δυσκολέψει την επικείμενη έξοδο από τα μνημόνια, ανεβάζοντας τα επιτόκια δανεισμού. Καθώς, όμως, ούτε αυτό είναι βέβαιο (η περίοδος είναι μακρά και η πρόβλεψη επισφαλής), ό,τι συμβαίνει στη γειτονική χώρα έχει ευρύτερο ενδιαφέρον και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη γενικότερα.
Πρώτον, η επιμονή του προέδρου Ματαρέλα να εμποδίσει τον σχηματισμό κυβέρνησης από τους νικητές των εκλογών δεν έχει καμιά σχέση με τα ελληνικά πολιτικά πράγματα της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας (1974 και εντεύθεν). Ουδέποτε σε αυτά 44 χρόνια Πρόεδρος της Δημοκρατίας εμπόδισε το σχηματισμό κυβέρνησης από το κόμμα ή τα κόμματα που νίκησαν σε εκλογές, με την επίκληση οποιουδήποτε λόγου. Αν συνέβαινε θα είχαμε πολιτική ανωμαλία, ένα πολιτικό πραξικόπημα. Και μια που αυτές τις μέρες είναι επίκαιρη η συζήτηση για ιστορικά γεγονότα, αυτό που έκανε ο Ματαρέλα στην Ιταλία παραπέμπει στην ελληνική «περίπτωση Γαρουφαλιά». Το 1965 ο τότε ανώτατος άρχων, βασιλιάς Κωνσταντίνος, αρνήθηκε να αποδεχθεί την αποπομπή του υπουργού Αμυνας Πέτρου Γαρουφαλιά και την ανάληψη του υπουργείου από τον ίδιο τον τότε πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου. Η ενέργεια καταγράφεται στα γεγονότα της εποχής ως «βασιλικό πραξικόπημα». Ακολούθησε η πτώση της κυβέρνησης, η Αποστασία και εντέλει δικτατορία.
Συμπέρασμα: το νεότερο ελληνικό πολιτικό σύστημα είναι πιο ώριμο και προχωρημένο από το ιταλικό, αφού δεν ταλανίστηκε ποτέ εδώ και 44 χρόνια από τέτοια διλήμματα. Ετσι, υποδέχτηκε ομαλά την εκλογή δύο κομμάτων εκτός του παραδοσιακού κατεστημένου, του ΠΑΣΟΚ το 1981 και του ΣΥΡΙΖΑ το 2015.
Δεύτερον, η άρνηση του Ιταλού Προέδρου της Δημοκρατίας να αποδεχθεί ως υπουργό Οικονομικών τον ευρωσκεπτικιστή οικονομολόγο Σαβόνα μπορεί να προβλέπεται από το ιταλικό Σύνταγμα (κατά την κρατούσα ερμηνεία), αλλά δεν παύει να αποτελεί μια μη συνήθη ενέργεια, η οποία για τα ελληνικά δεδομένα θα ήταν ένα είδος πραξικοπήματος. Το γεγονός ότι γίνεται σε βάρος δύο λαϊκιστικών κομμάτων (Λέγκα και Πέντε Αστέρια) δεν μειώνει τη βαρύτητα της πράξης. Διότι επαναφέρει το ερώτημα αν πρέπει να γίνεται σεβαστή η λαϊκή ετυμηγορία ή αν εν προκειμένω υπερισχύει η δύναμη των «αγορών» και των spreads. Επ’ αυτού ακόμα και ένας παραδοσιακός ευρωπαίος πολιτικός δίνει μια καθαρή απάντηση (εδώ).
Kαι φτάνουμε τώρα στην ουσία του βασικού ερωτήματος, το οποίο ανακύπτει για την Ευρώπη, με αφορμή την ιταλική περίπτωση. Το ερώτημα αυτό έχει δύο σκέλη:
1. Με τέτοιες παρεμβάσεις, σαν αυτή του Ματαρέλα, αποτρέπονται οι κίνδυνοι που προέρχονται από τους λαϊκιστές; Ποιος εγγυάται ότι στις επικείμενες νέες εκλογές οι ψηφοφόροι δεν θα ενισχύσουν κι άλλο την Λέγκα και τα Πέντε Αστέρια, ώστε οποιαδήποτε ανάλογη παρέμβαση του Ματαρέλα θα είναι πλέον αναποτελεσματική;
2. Γιατί η Ιταλία έφτασε σε αυτό το σημείο; Γιατί, δηλαδή, στη γειτονική χώρα εξαφανίστηκαν οι παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις και οι ψηφοφόροι επιλέγουν να τους κυβερνήσουν λαϊκιστές, τσαρλατάνοι και νεοφασίστες;
Η απάντηση έχει δύο σκέλη:
Πρώτον, διότι οι παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις τα έκαναν μπάχαλο. Η αποβιομηχάνιση, η ανεργία και η πτώση των μισθών δεν είναι μόνο ελληνικό «προνόμιο». Η οικονομική κατάσταση της Ιταλίας (με το δυσθεώρητο χρέος των 2,25 τρισεκατομμυρίων) και των Ιταλών επιδεινώνεται διαρκώς. Εδώ έχουμε μια αντιστοίχιση με τα ελληνικά δεδομένα και την κρίση που ξέσπασε το 2010, η οποία έφερε στην εξουσία το αριστερολαϊκιστικό μείγμα ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Δεύτερον, διότι η κατάσταση στη «γερμανική» Ευρωζώνη ωθεί πλέον προς τέτοιες «λύσεις». Το έχουν συνειδητοποιήσει ακόμα και φιλελεύθεροι πολιτικοί, όπως ο Μακρόν, που επιδιώκουν κάποια αλλαγή στον συσχετισμό των δυνάμεων.
Τα κρούσματα «απείθειας» πολλών ευρωπαϊκών λαών προς τη σημερινή Ευρώπη είναι πλέον πολλά για να αγνοηθούν. Η Ιταλία είναι το τελευταίο και πιο ισχυρό. Η Ευρώπη είναι, ασφαλώς, η πιο προηγμένη πολιτικοοικονομική ένωση του κόσμου. Ωστόσο, εδώ και πολλά χρόνια κάτι δεν πάει καλά και όλο και περισσότεροι πολίτες βλέπουν το επίπεδο της ζωής τους να υποχωρεί και νιώθουν ότι, αν κάτι δεν αλλάξει, η επιδείνωση θα συνεχιστεί.
Σε τέτοιο έδαφος βρίσκουν λίπασμα οι λαϊκιστές. Και αν ο πολλαπλασιασμός τους συνεχιστεί, είναι αμφίβολο αν θα μπορούν να αντιμετωπιστούν με αμφίβολης δημοκρατικότητας ενέργειες όπως τώρα στην Ιταλία.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News