723
H Φιλαρμονική των Βρυξελλών. Το ελληνικό ακροατήριο δεν έχει ιδιαίτερη επαφή με τη μουσική της ημέρας |

Η μουσική της Μεγάλης Παρασκευής

H Φιλαρμονική των Βρυξελλών. Το ελληνικό ακροατήριο δεν έχει ιδιαίτερη επαφή με τη μουσική της ημέρας
|

Η μουσική της Μεγάλης Παρασκευής

Ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Μεγάλης Παρασκευής είναι η σχέση που έχει με τη μουσική. Καθώς μάλιστα στη χώρα μας (και όχι μόνο) έχει από καιρό επικρατήσει η πεποίθηση πως μουσική είναι ένα προϊόν συνοδευτικό της διασκέδασης (ώστε οι όροι «καλλιτέχνης», «συνθέτης» και «μουσικός εκτελεστής» να παραπέμπουν, για τη μεγάλη πλειοψηφία αυτόματα στους συντελεστές παραγωγής αυτού του προϊόντος), η Μεγάλη Παρασκευή μπορεί να λειτουργεί και ως υπενθύμιση πως η μουσική είναι κάτι πολύ ευρύτερο.

Όμως, ας είμαστε επιφυλακτικοί: ο πένθιμος χαρακτήρας της ημέρας με την ανάμνηση του Θείου Δράματος δεν είναι βέβαιο ότι οδηγεί πάντα στην συνειδητοποίηση του ευρύτερου χαρακτήρα της μουσικής ως τέχνης.

Θυμάμαι ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την πρώτη Μεγάλη Παρασκευή, μετά την δημιουργία της μη κρατικής ραδιοφωνίας. Είχα την περιέργεια να ακούσω τί μουσική θα έβαζαν οι ραδιοφωνικοί παραγωγοί εκείνη τη μέρα – θα έβαζαν κλασική μουσική, όπως ήταν η παράδοση στο κρατικό ραδιόφωνο μέχρι τότε; Και αν ναι, τι θα έλεγαν, αφού πάντα μιλάνε παράλληλα με τα κομμάτια που βάζουν; Σε μία εκπομπή που άκουσα, φάνηκε αρχικά ότι η παράδοση δεν έσπασε – ή περίπου. Ο παραγωγός έβαλε κομμάτια για πιάνο του Σοπέν. Ναι, αλλά κατάφερε να κρατηθεί σιωπηλός μόνο για ένα λεπτό. Και αμέσως μετά άρχισε να διαβάζει (με συνοδεία Σοπέν) τον κατάλογο με τα ωράρια των καταστημάτων, των φαρμακείων κλπ. Τί καλύτερη ένδειξη για την αμηχανία (της κοινής γνώμης) απέναντι σε ένα έργο τέχνης που αρνείται το ρόλο του διασκεδαστή που του έχει αποδώσει η κοινωνία μας; Και ακόμα περισσότερο: η επιλογή των βαλς του Σοπέν (ναι δεν είχε βάλει έστω το γνωστό πένθιμο εμβατήριο από τη δεύτερη σονάτα του για πιάνο) έδειξε καθαρά την πρόσληψη από το «κοινό» της (γενικότερα) «κλασικής» μουσικής (σε όλη την ιστορική της εξέλιξη) ως κάτι πένθιμο (ή τόσο σοβαρό που γίνεται πένθιμο). Ακόμα κι αν είναι βαλς.

Από την άλλη πλευρά, καθώς η θρησκευτική μουσική είχε εξ αρχής σημαντικότατο ρόλο στις τελετουργίες της Εκκλησίας (όπως άλλωστε και σε όλες τις θρησκείες) η ιδιαίτερη σύνδεσή της με τη Μεγάλη Εβδομάδα έδωσε (και αναφέρομαι στην καθολική και προτεσταντική εκκλησία, που επέτρεψαν σε πολλούς συνθέτες να γράψουν θρησκευτικά έργα) πολλά αριστουργήματα. Μα, αναρωτιέται όποιος καταλαβαίνει τη μουσική μόνο ως συνοδευτικό διασκέδασης, ποιο το νόημα να ακούμε λυπητερή και πένθιμη μουσική; Αυτή η απορία αποτυπώνει (με τα λόγια του Αντόρνο) την θεώρηση της μουσικής ως απλού κλάδου της καθημερινής ζωής, που οδηγεί στην αποξένωσή της εκ των προτέρων από κάθε αξίωση ως προς την αλήθεια και αυτή η πρακτική καταβροχθίζει την τέχνη ως διασκέδαση. Ενώ, η μουσική ως τέχνη, μπορεί να μιλάει για τους πόνους και τα βάσανα της ζωής, προσφέροντας ταυτόχρονα ψυχική ανάταση.

Και για το πώς γίνεται αυτό, ένας από τους σημαντικότερους διευθυντές ορχήστρας, ο Μπρούνο Βάλτερ, έδωσε σε μία διάλεξή του ένα εύστοχο παράδειγμα: «Η μουσική εκφράζει και την ίδια την προσπάθεια για ειρήνευση και την ικανοποίησή της. Αυτό δεν εμποδίζει στο ελάχιστο τον συνθέτη να μας μιλήσει μέσω της γλώσσας αυτής για πόνο, διχόνοια, πείσμα, απόγνωση. Το ίδιο συμβαίνει και με την ύλη που διέπεται από το νόμο της βαρύτητας, ο οποίος δεν εμποδίζει καθόλου μια βαριά μεταλλική κατασκευή, όπως το αεροπλάνο, να ανυψώνεται στους αιθέρες και να διατηρείται εν κινήσει καθ’ όλη τη διάρκεια της πτήσης…

Έτσι, μπορεί ο συνθέτης να φωνάζει «όχι» όσο πιο δυνατά μπορεί, αλλά η γλώσσα που χρησιμοποιεί για το σκοπό αυτό, να τραγουδά ένα ήρεμο αλλά πολύ πιο ισχυρό «ναι». Έτσι, και το «χαρμόσυνο μήνυμα» που μας φέρνει η μουσική, ως στοιχείο, είναι βαθύτερο από κάθε είδους πόνο που νοιώθει ο άνθρωπος στη ζωή του και που η μουσική το ερμηνεύει ως γλώσσα της ψυχής. Στο γεγονός αυτό, στο ότι δηλαδή η μουσική κυοφορεί τη βαθύτερη χαρά μιας μεγαλειώδους συμφιλίωσης έγκειται ένας από τους βασικούς λόγους της ευτυχίας την οποία νοιώθει ο ακροατής μέσω της μουσικής».

Και μία ενδεικτκή προσωπική μουσική επιλογή

Από τα πολλά έργα θρησκευτικής μουσικής για τη Μεγάλη Παρασκευή προτείνω τα:

Tenebrae Responsories του Ισπανού Tomas Luis de Vittoria (1540 – 1613)

Die sieben Worte Jesu Christi am Kreuz (SWV 478) (οι 7 λέξεις του Ιησού Χριστού στον Σταυρό) του Heinrich Schütz (585 1672)

Τα Κατά Ιωάννην Πάθη BWV 245 και τα Κατά Ματαίον Πάθη BWV 244 του J.S.Bach (1685 – 1750) (Ειδικότερα η παρουσίαση που έκανε ο Μέντελσον στα Κατά Ματθαίον Πάθη ήταν η αιτία να «ανακαλυφθεί» πάλι ο Μπαχ και το συγκεκριμένο έργο να θεωρείται σήμερα ως ένα από τα σημαντικότερα μουσικά έργα.

Stabat Mater του G. Rossini (1792 – 1868)

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...