Στα 10 του ήταν ο μικρότερος μανάβης του Πειραιά. Στα 15 συνελήφθη γιατί πουλούσε ντομάτες δίχως άδεια. Στα 16 πουλούσε ναφθαλίνες και μυγοσκοτώστρες. Στα 18 σέρβιρε καφέδες στην Τρούμπα. Στα 21 (το 1934) ανέλαβε, μισθωτός, τη διεύθυνση ενός μικρού εργοστασίου κλωστών «Τριών Αστέρων». Στα 36 νοίκιασε ένα εργοστάσιο με δύο ποδοκίνητες μηχανές. Στα 37 κυκλοφόρησε την πρώτη κουβαρίστρα κλωστής με το έμβλημά του, την «Πεταλούδα» και κατάφερε πάραυτα να γίνει γνωστός για την ποιότητα των προϊόντων του. Στα 38 ο γαλλικός κολοσσός DMC του πρότεινε να συσκευάζει στην Ελλάδα κλωστές της. Στα 43 είχε ήδη το μεγαλύτερο εργοστάσιο κλωστών στην Ελλάδα και το τρίτο στην Ευρώπη. Στα 70 του το υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωνε ότι ο Ελευθέριος Μουζάκης ήταν «ο ειλικρινέστερος Έλληνας φορολογούμενος μεταξύ όλων των επιχειρηματιών».
Αν αυτή δεν είναι πορεία προς την κορυφή, ποια είναι. Και το κλου; Ο γεννημένος στη Σμύρνη, γιος τσαγκάρη και μεγαλωμένος στη Ζάκυνθο, Μουζάκης, ακόμη και μετά την – πρόσφατη – αποδημία του με τη διαθήκη του άφησε παρακαταθήκη για να λειτουργήσει το επιχειρηματικό του όνειρο και μετά. Να κρατηθούν οι εργαζόμενοι, για την ακρίβεια οι εργαζόμενες που κάποτε είχαν φτάσει στον εντυπωσιακό αριθμό των 1.500, και να μπορέσει να λειτουργήσει το εργοστάσιο για άλλα 15 χρόνια.
Όμως όσο ανέβαινε προς την κορυφή, η ψυχή των Κλωστών Πεταλούδα, όχι μόνον ασχολούνταν με τα σλόγκαν για τη διαφημιστική προώθηση των προϊόντων του (λανσάροντας πρώτος και την τακτική του «στα δύο, το ένα δώρο»), όχι μόνον πρωτοστατούσε στον ποιοτικό έλεγχο, αλλά εξασκούσε και ένα επιχειρηματικό «σπορ» με θαυμαστό τρόπο: κατάφερε να επιτύχει την εξαγορά πάνω από είκοσι ανταγωνιστών του, μέσα σε λίγα χρόνια! «Ο Μουζάκης θα καταπιεί όλους» βοούσε ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών, υπό τον Χριστόφορο Κατσάμπα, της Πειραϊκής Πατραϊκής, την εποχή που ο Μουζάκης επιχειρούσε να μιμηθεί το πρότυπό του: τον Θεαγένη, θεμελιωτή του Θεαγένειου Εμπορικού Κέντρου στον Πειραιά το 500 π.Χ. Ώσπου το 1954 (στα 41 του) τέθηκαν υπό τον έλεγχό του και οι «Κλωστές Κιθάρα», του μεγαλύτερου ανταγωνιστή του Γιάννη Θεοδωρακόπουλου, και έφτασε να κατέχει το 95%-97% της εγχώριας αγοράς.
Ο Ελευθέριος Μουζάκης, όμως, υπήρξε πρωτοπόρος και σε κάτι ακόμη (που κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες συνηθιζόταν): η εταιρεία του έγινε αποκλειστικός ραδιοφωνικός χορηγός στην Ελλάδα. Είμαστε στο 1950 και οι Κλωστές «Κιθάρα» στηρίζουν ένα πρόγραμμα με τον θρυλικό Γιώργο Οικονομίδη στο ΕΙΡ, υπό τον τίτλο «781 Λόχος Γενικών Μεταφορών». Ταξιδεύοντας για Θεσσαλονίκη, ο Μουζάκης άκουσε από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό Λαρίσης το στρατιώτη και μουσικό παραγωγό Όμηρο Αθηναίο, τον οποίο φρόντισε να μεταθέσει στο Πεντάγωνο για να κάνει εκπομπή στο ΕΙΡ 2, απέναντι από τον Οικονομίδη. Καλώντας από τη Νάνα Μούσχουρη, μέχρι τον νεώτατο Κώστα Χατζηχρήστο, για να πει το θρυλικό του «Αμ πώς!», του πονηρού βλάχου Θύμιου.
Επόμενο: Μηχανουργείο Κούππα / Ο παγετός, ο «Χονδρός» και το Μάντσεστερ
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News