«Ηταν το τελευταίο μου παιχνίδι. Αποχωρώ από την εθνική ομάδα, όμως αφήνω τη θέση στον σπουδαίο Τζίτζιο Ντοναρούμα και τον Ματία Περίν, που είναι ικανότατοι. Μια αγκαλιά σε όλους, ιδίως σ’ αυτούς με τους οποίους μοιράστηκα το υπέροχο ταξίδι. Το τέλος ήταν θέμα χρόνου. Τα δάκρυα δεν είναι για μένα. Είναι για τον αποκλεισμό της Ιταλίας από το Μουντιάλ. Αλλά, η ομάδα θα αναγεννηθεί. Είμαστε Ιταλοί, πάντοτε ικανοί να προχωράμε παρακάτω».
Αμέσως μετά τη λήξη του αγώνα Ιταλία – Σουηδία (0-0) στο «Σαν Σίρο» του Μιλάνο, ο εμβληματικός αρχηγός, Τζίτζι Μπουφόν, ήταν το κεντρικό πρόσωπο του ιταλικού δράματος. Γιατί, πράγματι, η Ιταλία, που έμεινε εκτός Παγκοσμίου Κυπέλλου για πρώτη φορά μετά το 1958, θα επιστρέψει. Ο «Σούπερμαν», όμως, ο κατά πολλούς κορυφαίος τερματοφύλακας όλων των εποχών, δεν προλαβαίνει. Τον προσεχή Ιανουάριο θα κλείσει τα 40. Το Παγκόσμιο Κύπελλο της Ρωσίας ήταν η τελευταία του ευκαιρία για ένα φινάλε αντάξιο της μυθικής του καριέρας. Ο Θεός του ποδοσφαίρου τον αδίκησε. Τον υποχρέωσε σε ένα βιαστικό, άδοξο, πικρό «αντίο» μουσκεμένο στα δάκρυα. Τα δικά του, της Ιταλίας, αλλά και των φιλάθλων όλου του Κόσμου που κατάφεραν να διαβάσουν το μεγαλείο του.
Στα γήπεδα της Ρωσίας ο Μπουφόν θα κατέρριπτε το ρεκόρ των παρουσιών σε τελική φάση Μουντιάλ. Αλλά, τώρα, θα μείνει στις πέντε. Οσες έχουν ο Γερμανός Λόταρ Ματέους και ο Μεξικανός Αντόνιο Καρμπαχάλ. Θα μείνει και στις 175 συμμετοχές στην εθνική ομάδα της Ιταλίας, τις οποίες συμπλήρωσε χθες (Δευτέρα) στο Μιλάνο. Οταν φόρεσε για πρώτη φορά τη φανέλα της «Σκουάντρα Ατζούρα», σε ηλικία 19 ετών και 9 μηνών, το ημερολόγιο έγραφε 29 Οκτωβρίου 1997. Εκτοτε, η ιταλική εστία, στα παγκόσμια ή τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, είχε τη μορφή του. Ηταν «καπιτάνο», «σύμβολο» και «ηγέτης», όπως έγραψε ο επίσημος ιστότοπος της εθνικής Ιταλίας πριν από μερικές μέρες, με αφορμή τη συμπλήρωση 20 ετών από το ντεμπούτο του στην ομάδα.
Μαζί του κλείνει μία ολόκληρη εποχή. Παρασυρμένος από τα έντονα συναισθήματα που τον πλημμύρισαν, ανήγγειλε -προτού το ανακοινώσουν οι ίδιοι- την αποχώρηση τριών ακόμη ιστορικών στελεχών της ομάδας: του Ντανιέλε ντε Ρόσι, του Αντρέα Μπαρτσάλι και του Τζιόρτζιο Κιελίνι. Ο Μπουφόν, ο ντε Ρόσι και ο Μπαρτσάλι ήταν οι μόνοι που είχαν απομείνει από εκείνη την ιστορική «φουρνιά» παικτών που το 2006 ανέβασαν την Ιταλία στον παγκόσμιο θρόνο του ποδοσφαίρου. Χωρίς τις… παλιοσειρές της, η «Σκουάντρα Ατζούρα» μπαίνει στα πιο μαύρα σκοτάδια της σύγχρονης ιστορίας της.
Ο Μπουφόν, περισσότερο από κάθε άλλον, ήταν αυτός που κρατούσε την ομάδα ενωμένη. Με τις ομιλίες του στα αποδυτήρια, με τις φωνές του στο γήπεδο και -κυρίως- με το παράδειγμα αφοσίωσης και αυταπάρνησης που πρώτος απ’ όλους έδινε. Οι παλιοί τον άκουγαν με σεβασμό, οι νέοι με θαυμασμό. Οχι μόνο για τις εκπληκτικές του αποκρούσεις, αλλά -πρωτίστως- για την τεράστια προσωπικότητά του. Ενα δείγμα της το είδαμε χθες, στο τελευταίο του παιχνίδι. Καθώς το κατάμεστο «Σαν Σίρο» αποδοκίμαζε εντόνως τον τον εθνικό ύμνο της Σουηδίας, ο απίστευτος Μπουφόν παρέδωσε στους συμπατριώτες του ένα μάθημα ήθους, χειροκροτώντας θερμά.
Buffon: “Lo siento”.
Las lágrimas de un mito.#DestinoRusia pic.twitter.com/zLDaPUhfbS— Casa del Fútbol M+ (@casadelfutbol) November 13, 2017
Στο τέλος, δεν παρέλειψε να δείξει -για άλλη μία φορά- πόσο πολύ πιστεύει στην έννοια της ομάδας: «Θέλω να πω ένα τεράστιο ευχαριστώ σε όσους με βοήθησαν όλα αυτά τα χρόνια. Στον Κιέλο μου (τον Κιελίνι), στον Μπάρτσα μου (τον Μπαρτσάλι), στον Λέο μου (τον Μπονούτσι). Ευχαριστώ, παλικάρια μου. Ευχαριστώ, Ιταλία». Θα συνεχίσει, ως το τέλος της σεζόν, με τη Γιουβέντους. Ποιος ξέρει; Ισως η Μοίρα να θελήσει να διορθώσει το χθεσινό της «λάθος»: να του χαρίσει το τρόπαιο που τόσες φορές του γλίστρησε από τα χέρια, το Champions League.
Ο συνήθως αισιόδοξος και αποφασιστικός Μπουφόν, αυτή τη φορά είχε κακό προαίσθημα. Λίγο πριν από τη διπλή αναμέτρηση με τους Σουηδούς είχε εξομολογηθεί στα ιταλικά ΜΜΕ: «Μου λείπει πολύ η ανεμελειά της νιότης, η άγνοια κινδύνου, η σκέψη ότι μπορείς να μπεις στο γήπεδο και να τα σαρώσεις όλα. Οσο περισσότερο νικάς, τόσο περισσότερο λαθεύεις. Εχω μάθει, πια, να μετρώ μέχρι το δέκα πριν μιλήσω, πριν δράσω. Τώρα πλέον, ξέρω τι έχω να αντιμετωπίσω κάθε φορά. Πριν από είκοσι χρόνια δεν με ένοιαζε – έμπαινα στο γήπεδο και πίστευα ότι η πρόκριση έχει κριθεί υπέρ μας. Τώρα λέω ότι, για να πάρουμε την πρόκριση, πρέπει να μοχθήσουμε».
Η αλήθεια είναι, πως η Ιταλία έκανε ό,τι μπορούσε. Στη χθεσινή ρεβάνς κόντρα στη Σουηδία είχε κατοχή μπάλας 75%-25%, και 23-4 τελικές προσπάθειες για γκολ. Η μπάλα, όμως, δεν της έκανε το χατίρι. Ετσι, 74.000 θεατές έγιναν μάρτυρες ενός ιστορικού κάζου για τους «Ατζούρι». Ισως και για το ίδιο το Παγκόσμιο Κύπελλο. Το τουρνουά της Ρωσίας δεν θα είναι το ίδιο, χωρίς τους τετράκις Πρωταθλητές Κόσμου. Η απουσία τους θα έχει σοβαρές συνέπειες και στα έσοδα της διοργάνωσης (και της FIFA). Θα είναι το πρώτο μεγάλο ποδοσφαιρικό ραντεβού μετά το Euro του 1992, που η Ιταλία θα δει από την τηλεόραση.
Περισσότερο κι από την ίδια την ομάδα, θα μας λείψει η μορφή του Μπουφόν. Οι μεγάλες, σαν σε προπόνηση, αποκρούσεις του. Οι φλέβες που πετούσαν στον λαιμό του, από το πάθος του για τη νίκη. Οι φωνές του, που σκέπαζαν τον φυσικό ήχο του γηπέδου. Ο αυθορμιτισμός του. Ο αθλητικός πολιτισμός του. Οι σοφές «ατάκες» του. Αυτός ο ρομαντισμός του για το ποδόσφαιρο, που κατάφερε να επιζήσει στο κορμί του απόλυτου επαγγελματία.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News