Οχι ακριβώς «καθαρή έξοδος» το καλοκαίρι του 2018· θα πρέπει να υπάρξει «συνεργασία» κυβέρνησης – Θεσμών για το «είδος» και τις «προϋποθέσεις» στήριξης της ελληνικής οικονομίας. Φυσικά καμία ανάπτυξη στο 2% που προβλέπει σε κάθε του αναφορά ο Αλέξης Τσίπρας για εφέτος· κάπου στο 1,7% αν όλα πάνε καλά. Οπως «αν όλα πάνε καλά», τα capital controls θα αρθούν τον Αύγουστο του 2018. Ούτε φυσικά ρεκόρ επενδύσεων υπάρχει· τουναντίον «οι επενδύσεις παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα». Οσο για την ανεργία, παραμένει υψηλή και η όποια μείωση οφείλεται σε μερική και περιτροπής απασχόληση. Με λίγα λόγια ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας αποδόμησε κάθε έναν από τους άξονες στους οποίους βασίζεται το οικονομικό success story της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Μιλώντας σε εκδήλωση του Ελληνοβρετανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου το βράδυ της Πέμπτης, ο κ. Στουρνάρας αναφέρθηκε κατ’ αρχάς στην ανάγκη να υπάρξει «εποικοδομητική συνεργασία μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των Θεσμών για το είδος και τις προϋποθέσεις της στήριξης της ελληνικής οικονομίας μετά τη λήξη του προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018». Αυτό σημαίνει ότι το «clean exit» που περιγράφει ο κ. Τσίπρας και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος δεν θα είναι και τόσο «clean».
Ο κ. Στουρνάρας αναγνώρισε μεν την πρόοδο που έχει συντελεστεί στην ελληνική οικονομία, προειδοποίησε ωστόσο ότι δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού καθώς ελλοχεύουν κίνδυνοι και προκλήσεις, για να επαληθευθούν οι θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για την περίοδο 2017-2019. Η ΤτΕ προβλέπει ότι το ΑΕΠ της χώρας θα αυξηθεί φέτος κατά 1,7% (ο στόχος στον προϋπολογισμό του 2017 ήταν το 2,7%), ενώ η ανάκαμψη θα επιταχυνθεί το 2018 και το 2019 αγγίζοντας το 2,4% και 2,7% αντιστοίχως.
Ο σημαντικότερος και αμεσότερος κίνδυνος, σύμφωνα με τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, είναι η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης του προγράμματος, όπως έγινε στην περίπτωση της πρώτης και δεύτερης αξιολόγησης. Κάτι τέτοιο θα πρέπει να αποφευχθεί, προειδοποίησε ο κ. Στουρνάρας, καθώς θα τροφοδοτούσε ένα νέο κύκλο αβεβαιότητας, η οποία θα οδηγούσε σε αναστολή των επενδυτικών σχεδίων, θα υπέσκαπτε την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας και θα εξασθενούσε τις προοπτικές διατηρήσιμης πρόσβασης του Ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων μετά το πέρας του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018.
Για τις τράπεζες ο διοικητής της ΤτΕ ήταν καθησυχαστικός αναφέροντας «ότι ουδεμία απολύτως ανησυχία δικαιολογείται για την πορεία τους». Προσέθεσε ωστόσο ότι πρέπει, να ενταθούν οι προσπάθειες των τραπεζών ώστε να επιταχυνθεί ο ρυθμός μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, δεδομένου μάλιστα ότι οι στόχοι για το 2018 και το 2019 είναι πιο φιλόδοξοι από τους φετινούς.
Εκτός από τους εσωτερικούς κινδύνους ο διοικητής της ΤτΕ ανέφερε ότι υπάρχουν σημαντικοί εξωτερικοί κίνδυνοι που συνδέονται με την ισχυροποίηση του ευρώ και την πιθανότητα επιβράδυνσης της οικονομικής ανόδου στην Ευρωζώνη. Οπως επεσήμανε, περαιτέρω άνοδος του ευρώ από τα σημερινά επίπεδα θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τις εξαγωγές αγαθών, καθώς και τις τουριστικές εισπράξεις, επιβραδύνοντας την προβλεπόμενη οικονομική ανάπτυξη και την ταχύτητα εξόδου από την κρίση.
Ο ίδιος υποστήριξε ότι η οικονομική προσαρμογή και οι διαρθρωτικές μεταβολές των τελευταίων επτά χρόνων έχουν καταστήσει την Ελλάδα πιο φιλική προς τις επιχειρήσεις και έχουν δημιουργήσει σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες. Ωστόσο παρατήρησε πως «οι επενδύσεις παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα»· μια σαφής διαφοροποίηση από το κυβερνητικό αφήγημα των τελευταίων εβδομάδων που κάνει λόγο για έκρηξη επενδύσεων (ενώ μόλις την Τετάρτη ο κ. Τσακαλώτος έλεγε ότι θα έχουμε περισσότερες επενδύσεις απ’ όσες θα μπορούμε να απορροφήσουμε!). Οι αναιμικές επενδύσεις, σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, δεν οφείλονται μόνο σε καθυστερήσεις στη χρηματοδότηση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και στην έλλειψη τραπεζικού δανεισμού, αλλά, όπως είπε χαρακτηριστικά, «και στο γεγονός ότι το επενδυτικό κλίμα στη χώρα συνεχίζει να μην θεωρείται φιλικό σε ιδιωτικές επενδύσεις».
Το μεγάλο ζητούμενο σήμερα είναι η επιτάχυνση των επενδύσεων, εξήγησε ο κ. Στουρνάρας. Και μόνη οδός για να καλυφθεί το μεγάλο επενδυτικό κενό είναι η προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, με έμφαση στους πιο παραγωγικούς τομείς της οικονομίας.
Για τον λόγο αυτό μεταξύ άλλων απαιτείται η αποφασιστική και οριστική άρση των εμποδίων που ανακύπτουν από διάφορα μικρά ή μεγάλα οργανωμένα συμφέροντα και συντεχνίες, που επιβαρύνουν το επιχειρηματικό κλίμα και δυσχεραίνουν την υλοποίηση επενδύσεων και την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων, ακόμη και αυτών που έχουν ήδη εγκριθεί (βλέπε: Ελληνικό).
Ακυρώνοντας ένα ακόμα επικοινωνιακό εργαλείο της κυβέρνησης, αυτό της μείωσης της ανεργίας, ο κ. Στουρνάρας τόνισε πως «η ανεργία παραμένει πολύ υψηλή, ενώ οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται αφορούν, σε μεγάλο βαθμό, μερική και εκ περιτροπής απασχόληση, με αποτέλεσμα να συνοδεύονται από χαμηλές αποδοχές». Μάλιστα εκτίμησε ότι συνυπολογίζοντας τα μεγάλα φορολογικά βάρη και τη μείωση των κοινωνικών παροχών, η κατανάλωση των νοικοκυριών είναι πιθανόν να εξασθενίσει ή να παραμείνει αναιμική επί μακρό χρονικό διάστημα.
Ο κ. Στουρνάρας υποστήριξε τέλος πως η ήπια αναδιάρθρωση του χρέους είναι ζωτικής σημασίας για την Ελλάδα, καθώς θα ανοίξει το δρόμο για την ένταξη των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, που με τη σειρά του θα διευκολύνει τη διατηρήσιμη πρόσβαση στις αγορές και θα στηρίξει περαιτέρω την οικονομική ανάκαμψη.
Αν όλα πάνε καλά, κατέληξε ο κ. Στουρνάρας, τότε η άρση των capital controls θα γίνει τον Αύγουστο του 2018. Είναι αυτά τα ίδια capital controls που κατά την κυβέρνηση θα αίρονταν το 2016…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News