Σώμα, κύτταρα, δέρμα κι άκρα. Ενίοτε επιφάνεια, ενίοτε μηχάνημα εργασίας. Πολλοί το μίσησαν, περισσότεροι το πολέμησαν. Κάποιοι το αποδέχτηκαν, ελάχιστοι το αγάπησαν. Όλοι όμως, πάλεψαν για την απόκτηση ενός τέλειου εαυτού, λησμονώντας πως η τελειότητα περιορίζεται στις κολακευτικές λήψεις και στα ρετουσαρισμένα κορμιά.
Διατροφικές διαταραχές, η επίσημη ορολογία του. Μια μάστιγα που ρίζωσε στο εύφορο έδαφος του ναρκισσισμού και κατέληξε να ταλαιπωρεί στη συντριπτική πλειονότητα γυναίκες νεαρής ηλικίας.
Νευρική ανορεξία-βουλιμία-κρίσεις υπερφαγικών επεισοδίων, το τρίπτυχο της επιτυχίας, για να αισθανθείς την ανάσα του θανάτου να χτυπά στο πρόσωπό σου. Οι τελευταίες στατιστικές από το Αμερικάνικο Ινστιτούτο, έδειξαν πως κάθε εξήντα δύο λεπτά, ένας άνθρωπος που νοσεί από τις διατροφικές διαταραχές, χάνει τη ζωή του. Μήπως τελικά, δεν είναι όλα τόσο απλά όσο φαίνονται; Μήπως οι προτροπές «φάε, έμεινες μισή» ή «πάψε να τρως, θα σκάσεις» δεν επαρκούν;
Τις διατροφικές διαταραχές τις «παντρεύτηκα» στο πρώιμο στάδιο της εφηβείας. Και το αναφέρω κατ’ αυτόν τον τρόπο καθώς ποτέ δεν ξεφεύγεις απόλυτα από τη νόσο. Πιθανολογώ πως δούλευε μέσα μου καιρό μέχρι που ξέσπασε, εκεί γύρω στα ανέμελα χρόνια των δεκάξι.
Τα αρχικά συμπτώματα ήταν απαλά, σχεδόν αθόρυβα. Μια μειωμένη όρεξη για φαγητό και μια περισσότερη ενασχόληση με την εικόνα μου που επιτυγχανόταν με γυμναστική και σχολαστική φροντίδα του σώματος.
Με την πάροδο του χρόνου, το θέμα της εικόνας κέρδιζε μεγαλύτερο έδαφος στις ανάγκες μου. Μια μόνιμη ανησυχία για την όψη μου κι εκείνος ο καταραμένος καθρέφτης που δεν έλεγε να με καθρεφτίσει όσο ιδανικά φανταζόμουν. Αποφάσισα να πάρω δραστικά μέτρα και ν’ απαλλαγώ όσο το δυνατόν γρηγορότερα από τα παραπανίσια κιλά που σύμφωνα με τις λιπομετρήσεις δεν ξεπερνούσαν τα τέσσερα.
Βέβαια ποιος διαιτολόγος ήξερε τις ανάγκες μου καλύτερα από εμένα; Όχι τέσσερα, μα δεκατέσσερα κιλά βάραιναν, κυρίως το μυαλό μου. Κάθε μέρα, λιγόστευα τις μερίδες μου ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που πετούσα στα σκουπίδια το φαγητό μου, το οποίο επιμελώς έκρυβα με τόνους χαρτιών προκειμένου να μην το αντιληφθεί η οικογένειά μου.
Μπορεί να άφηνα νηστικό το σώμα μου, μα έτρεφα σε μεγάλες ποσότητες τον ναρκισσισμό μου ενώ παράλληλα συντηρούσα τη νόσο. Αν τύχαινε να φάω κάτι παραπάνω, για παράδειγμα μισή φέτα ψωμί, θα προκαλούσα τον εαυτό μου με βίαιο τρόπο να αποβάλλει την τροφή. Τα νούμερα της ζυγαριάς μπορούσαν να με κάνουν τον πιο ευτυχισμένο ή τον πιο δυστυχισμένο άνθρωπο στον κόσμο. Κάθε μέρα έχανα περίπου από μισό κιλό.
Όταν πια το κοντέρ έδειξε μείον δεκατέσσερα κιλά, τα πρώτα εμφανή σημάδια έγραψαν στη σάρκα μου. Η όψη του σκελετού ξεχώριζε από χιλιόμετρα, ενώ λίπος δε διέκρινες ούτε καν στο πρόσωπό μου. Τι κι αν το x-x-small φιλοξενούσε το σώμα μου, εγώ στον γυάλινο καθρέφτη αντίκριζα ένα παχουλό κορίτσι που έπρεπε πάση θυσία να χάσει άλλα πέντε κιλά τουλάχιστον.
Σε αντίθεση με τη ανικανοποίητη στάση, ο περίγυρός μου με αντιμετώπιζε με περίεργο τρόπο. Οι γονείς μου σε κατάσταση υστερίας πότε με φωνές, πότε με καλοπιάσματα προσπαθούσαν να μου εξηγήσουν πως πρέπει να φρενάρω αυτήν την αμαξοστοιχία που θα καρφωνόταν κατευθείαν επάνω μου. Οι φίλοι μου δεν ήξεραν πώς να διαχειριστούν την κατάσταση και με χειρουργικές κινήσεις προσπαθούσαν να με πείσουν να σταματήσω τη λιμοκτονία. Ακόμη και σήμερα έχουν να το αφηγούνται.
Μα ποιος είπε ότι όσοι νοσούν από διατροφικές διαταραχές έχουν επίγνωση της πραγματικότητας;
Τα πράγματα άρχισαν να χειροτερεύουν όταν η λιποθυμία είχε ενταχθεί στο εικοσιτετράωρο μου και τα μαλλιά μου μ’εγκατέλειπαν μέρα με τη μέρα, ενώ τότε καρπώθηκα τα πρώτα γυναικολογικά προβλήματα. Δεν είχα πια διάθεση, δεν μπορούσα να διαβάσω, με δυσκολία συγκεντρωνόμουν, είχα συχνές ψυχολογικές διακυμάνσεις. Μου ήταν δύσκολο να περπατήσω παραπάνω από διακόσια μέτρα, έτσι ελαχιστοποίησα την κοινωνική ζωή κι απλά κοιμόμουν πολλές ώρες για να μη ζαλίζομαι. Οι εξετάσεις αίματος είχαν πιάσει πολικές θερμοκρασίες, ενώ το καθημερινό μενού δεν ξεπερνούσε τις 300 θερμίδες. Μισό μήλο κι ένα γιαούρτι η αγαπημένη μου τροφή.
Αυτή η κατάσταση διήρκησε περίπου δύο χρόνια και το στίγμα της «κοκαλιάρας», «ανορεξικής», «τρελής», «άρρωστης» είχε γραφτεί από τον περίγυρο μου. Πολλές φορές έγινα δέκτης σχολίων στη μέση του δρόμου από άγνωστους ανθρώπους, του τύπου «φάε κάτι, θα πεθάνεις». Ακόμη και σήμερα θυμάμαι τα πρόσωπά τους. Η αλήθεια είναι πως αν έμενα λίγο ακόμη κάτω από το πέπλο της νόσου, ίσως να μην έγραφα σήμερα.
Ένα πρωί, που δεν έμοιαζε με όλα τ’άλλα αποφάσισα να με απεγκλωβίσω από τα ισχυρά δεσμά των διατροφικών διαταραχών. Με τη βοήθεια μιας εξαιρετικής διατροφολόγου και με αρκετή ψυχολογική υποστήριξη έκανα το πρώτο μετέωρο βήμα της επαναφοράς μου στη ζωή. Μετά από πολλά χρόνια απόλαυσα το φαγητό μου χωρίς καταιγίδα τύψεων.
Για χρόνια τηρούσα σιγή ιχθύος, μιας και ντρεπόμουν να μιλήσω ανοιχτά για το πρόβλημά μου. Ήταν το καλά κρυμμένο μυστικό μου. Έξι χρόνια μετά κι αφού γδάρθηκα στα επίπονα βράχια της βουλιμίας που ακολούθησε, κατάφερα να ξορκίσω το κακό που είχε ριζώσει μέσα μου. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά είμαι πολύ κοντά στο να με αγαπήσω.
Απενοχοποιημένα πλέον μοιράζομαι την εμπειρία μου με τρίτους κι αλήθεια καμαρώνω που κατάφερα να ξεφύγω από αυτήν την παράνοια. Γράφτηκα σε ομάδες με άτομα που αντιμετωπίζουν διατροφικές διαταραχές και μέσα από συχνή επικοινωνία κατάφερα να σώσω δύο κοπέλες από τα χειρότερα στάδια της ανορεξίας.
Συνειδητοποίησα πως το σώμα, μια ύλη που φθείρεται, μικραίνει και μεγαλώνει σαν ακορντεόν δεν είναι ικανό να ορίσει την ευτυχία σου. Στο πολύ άνετο medium με όλες τις ατέλειές μου αποφάσισα να στεγάσω το σώμα μου.
Πέταξα από τη ζωή μου τα χάπια αδυνατίσματος, τα λιποδιαλυτικά ροφήματα, τη ζυγαριά. Πέταξα στα σκουπίδια και το όνειρο για ένα τέλειο σώμα. Έφτασα ένα βήμα πριν το τέλος για να συνειδητοποιήσω πόσο όμορφη είναι η ψυχή μου, η οποία δε χωρά σε καλούπια και στενά φορέματα.
Μην πολεμάτε τον εαυτό σας, είστε πολλά παραπάνω από κύτταρα και δέρμα!
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News