Πάντα φτάνει η στιγμή στη (μεταθανάτια) ζωή ενός καλλιτέχνη που επιτέλους αποκαλύπτεται η πραγματική ζωή που έζησε πίσω από τη βιτρίνα του σταρ. Τις περισσότερες φορές, πίσω από την τεράστια επιτυχία βρίσκεται η εκμετάλλευση, πίσω από την κατάχρηση ναρκωτικών βρίσκεται η ψυχολογική καταπίεση, πίσω από την ψυχολογική καταπίεση βρίσκεται ένα ή περισσότερα πρόσωπα. Για τη Γουίτνεϊ Χιούστον το πρόσωπο αυτό ήταν η μητέρα της.
Οι έμπειροι παραγωγοί Νικ Μπρούμφιλντ («Kurt & Courtney») και Ρούντι Ντόλεζαλ («Freddie Mercury, The Untold Story») παρουσίασαν την Τετάρτη, 26 Απριλίου, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Tribeca στο Μανχάταν, ένα ντοκιμαντέρ για μία από τις μεγαλύτερες φωνές του 20ου αιώνα.
Το ονόμασαν «Can I be me?», επειδή, όπως σημειώνει ο Μπρούμφιλντ, «η Χιούστον έπρεπε να παίζει διαρκώς τον χαρακτήρα της ‘Γουίτνεϊ’, κάτι που σε κάποια φάση έγινε σχεδόν αδύνατον».
Μέσα από μαρτυρίες με συνάδελφους, τραγουδιστές, κομμωτές, σωματοφύλακες και πρόσωπα της μουσικής βιομηχανίας, το ντοκιμαντέρ αποκαλύπτει ότι η Γουίντεϊ Χιούστον είχε πολύ λίγο έλεγχο στη ζωή της από πολύ μικρή ηλικία. Στην πραγματικότητα ποτέ δεν μπόρεσε να ξεπεράσει την καταπίεση που της ασκούσε η μητέρα της Σίσι Χιούστον, μέσα από τη διαρκή απόρριψη. Και τελικά αυτή η οικογενειακή καταπίεση διευκόλυνε τη χειραγώγηση της καλλιτέχνιδας κατά τη διάρκεια της καριέρας της.
Ο επικεφαλής της δισκογραφικής εταιρείας Arista Records Κλάιβ Ντέιβις, αυτός που ανακάλυψε το ταλαντούχο κορίτσι σε ένα νυχτερινό κέντρο της Νέας Υόρκης, ανέλαβε να προωθήσει την καριέρα της και να σπρώξει το προφίλ μίας πριγκίπισσας της ποπ. «Ηταν τόσο μαλθακή. Δεν είχε ιδέα τι συνέβαινε», εμφανίζεται να λέει ένα πρόσωπο της εταιρείας στο ντοκιμαντέρ.
Σε όρους μάρκετινγκ -μιλάμε για μία περίοδο όπου στη μουσική βιομηχανία υπήρχαν ξεχωριστά τμήματα «μαύρων μουσικών»- οι μάνατζερ της Χιούστον έπρεπε να βρουν έναν τρόπο να μεταφέρουν τη Χιούστον στο «στρατόπεδο των λευκών». Και κάπως έτσι άνοιξε σταδιακά και ο δρόμος για τη μελλοντική Μπιγιονσέ.
Η μαύρη επιδερμίδα της Γουίτνεϊ έπρεπε να φαίνεται πιο ανοιχτόχρωμη, η μαύρη φωνή της έπρεπε να ακούγεται ελαφρώς πιο ποπ. Γι’ αυτό και στις φωτογραφήσεις φρόντιζαν να φωτίζουν την επίδερμίδα της, ενώ οποιοδήποτε μουσικό κομμάτι ήταν υπερβολικά soul, δεν κυκλοφορούσε ποτέ σε άλμπουμ.
«Αυτό τής δημιούργησε ένα τεράστιο πρόβλημα», λέει ο Μπρούμφιλντ στη βρετανική εφημερίδα Guardian. Και την ενοχοποίησε στα μάτια της μαύρης κοινότητας των ΗΠΑ. Μία από τις χειρότερες στιγμές της ήταν όταν ανέβηκε στη σκηνή για να τιμηθεί με το βραβείο Soul Train και το κοινό απάντησε με γιουχαΐσματα. «Αυτή η στιγμή ήταν καταστροφική. Δεν νομίζω ότι το ξεπέρασε ποτέ», λέει ο σαξοφωνίστας Κιρκ Ουάλουμ.
Το πρόσωπο που φαίνεται να μην ξεπέρασε ποτέ η τραγουδίστρια ήταν η Ρόμπιν Κρόφορντ. Εφηβική φίλη και αργότερα προσωπική της βοηθός. Πολλοί έχουν ασχοληθεί με την ερωτική φύση που είχε ή δεν είχε ο στενός δεσμός των δύο γυναικών και με τον σεξουαλικό (γκέι ή by) προσανατολισμό της Γουίτνεϊ. Οι παραγωγοί αυτού του ντοκιμαντέρ, όμως, στέκονται βασικά στον ρόλο που έπαιξε η παρουσία και ειδικά η απουσία της Ρόμπιν από τη ζωή της Γουίτνεϊ.
Το 1999 ύστερα από διαρκείς πιέσεις της Σίσι Χιούστον -τις οποίες τελικά υποστήριξε και ο σύζυγος της Γουίτνεϊ, Ρόμπερτ Μπράουν- η Ρόμπιν αποσύρθηκε από τη ζωή της. Τότε η τραγουδίστρια και ηθοποιός έχασε τον έλεγχο. «Τότε απέκτησαν τεράστια σημασία στη ζωή της τα ναρκωτικά», σχολιάζει η συγγραφέας Αλισον Σάμιουελς.
Τα ναρκωτικά ήταν ένα πρόβλημα για την τραγουδίστρια από το 1980, δεκαετία της κοκαΐνης και του κρακ. «Ηδη είχαν αλλοιώσει τη φωνή της», περιγράφει ο Μπρούμφιλντ. Κάποτε, ο (πραγματικός) σωματοφύλακας της Γουίτνεϊ, Ντέιβιντ Ρόμπερτς προσπάθησε να προειδοποιήσει τα συγγενικά της πρόσωπα για το μέγεθος του προβλήματος. Κατέθεσε μία αναφορά όπου περιέγραφε με ακρίβεια την κατάχρηση ουσιών αλλά και τα πρόσωπα που τη διευκόλυναν. Απολύθηκε.
Αργότερα, ένα άλλο πρόσωπο από το περιβάλλον της Γουίτνεϊ, η Ελιν Λαβάρ ζήτησε βοήθεια από τους μάνατζερ της καλλιτέχνιδος. «Αλλά φυσικά, όταν τους βγάζεις χρήματα δεν θέλουν να σε σταματήσουν», λέει η ίδια στο ντοκιμαντέρ.
Προφανώς, λοιπόν, το φιλμ θα προκαλέσει αμηχανία και αντιδράσεις, ιδίως από την πλευρά της Σίσι, η οποία είχε ζήτησε από πολλούς ανθρώπους να αρνηθούν να συμμετάσχουν στην παραγωγή του ντοκιμαντέρ. «Εκανα ένα φιλμ που θεωρώ ότι είναι δίκαιο», λέει ο Μπρούμφιλντ προσθέτοντας ότι δεν θα του έκανε εντύπωση αν μετά την προβολή δεχόταν μήνυση.
«Θέλαμε να δείξουμε τη δική της οπτική γωνία, για να καταλάβει ο κόσμος τι πέρασε στα διαφορετικά στάδια της ζωής της», τονίζει και καταλήγει: «Κατά μία ειρωνεία, η υπέροχη Γουίτνεϊ ήταν πολύ πιο ενδιαφέρουσα από την εικόνα που έβγαζε προς τα έξω».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News