To πάρτι τελείωσε και ήρθε ο λογαριασμός. Η εκδήλωση που διοργάνωσε η Φώφη Γεννηματά το Σάββατο στο Κάραβελ ήταν μια εορταστική μάζωξη αυτού που στο πολιτικό ρεπορτάζ συνηθίζουμε να αποκαλούμε «το όλον ΠΑΣΟΚ». Ηταν εκεί ο Κώστας Λαλιώτης και ο Γιώργος Παπανδρέου, ήταν ο Απόστολος Κακλαμάνης και η Βάσω Παπανδρέου, ήταν ο Κώστας Σκανδαλίδης και ο Κώστας Γείτονας, ήταν και πολλοί άλλοι, έκοψαν και πίτα. Αλλά δεν ήταν ο Βαγγέλης Βενιζέλος.
Ο οποίος Βαγγέλης Βενιζέλος είχε διαμηνύσει ότι θα τοποθετηθεί στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος για τα τεκταινόμενα στην Κεντροαριστερά και για την «επιστροφή» του κ. Παπανδρέου στη Δημοκρατική Συμπαράταξη, εμμέσως δηλαδή είχε πει ότι δεν είχε κανέναν σκοπό να συνυπάρξει στην ίδια εκδήλωση με τον προκάτοχό του στην προεδρία του κόμματος.
Αυτή η στιγμή που ο κ. Βενιζέλος, ύστερα από τρεις ημέρες σιωπής, θα διατύπωνε τις θέσεις του για τη Δημοκρατική Συμπαράταξη, το ΠΑΣΟΚ και τον κ. Παπανδρέου, έφτασε το μεσημέρι της Κυριακής. Πάλι στο Κάραβελ.
Στην ομιλία του ο Βαγγέλης Βενιζέλος εξαπέλυσε επίθεση έναντι εκείνων (δεν τους κατονόμασε, αν και η αναφορά ήταν σαφής κατά του κ. Παπανδρέου) που, όπως είπε, «έφευγαν σαν ποντίκια από βυθιζόμενο πλοίο».
«Επωμίστηκα τα ιστορικά βάρη της παράταξης στις δυσκολότερες φάσεις της, περισσότερες από μια φορές, όταν άλλοι έφευγαν σαν ποντίκια από βυθιζόμενο πλοίο, χωρίς να έχω συμμετοχή στη δημιουργία των αιτιών της κρίσης και της φθοράς, ούτε το 1989 ούτε το 2011».
Συνέχισε λέγοντας ότι «δεν έχω κανένα προσωπικής τάξης πρόβλημα με κανέναν. Επωμίστηκα τα ιστορικά βάρη της παράταξης στις δυσκολότερες φάσεις της, περισσότερες από μια φορές, χωρίς να έχω συμμετοχή στη δημιουργία των αιτιών της κρίσης και της φθοράς. Υπέμενα και υπομένω ακραίες αθλιότητες».
Επισήμανε ότι «ενότητα και συσπείρωση δεν σημαίνει αναπαλαίωση. Δεν σημαίνει de facto δικαίωση της έλλειψης σεβασμού στην παράταξη και τους ανθρώπους της».
Και πρόσθεσε: «Κάποιοι χρωστούν τουλάχιστον μία εξήγηση. Κάποιοι οφείλουν τουλάχιστον μία συγγνώμη. Θα μπορούσαμε να ερμηνεύσουμε τις τωρινές εξελίξεις ως δικαίωσή μας. Φοβούμαι όμως ότι άλλοι τις εκλαμβάνουν ως εφαρμογή του δόγματος που λέει ότι στην πολιτική όλα γίνονται και με την ίδια άνεση ξεχνιούνται, γιατί όλα κρίνονται εκ του αποτελέσματος –τόσο κυνικό δόγμα. Αν δηλαδή τον Ιανουάριο του 2015 είχαν μπει και αυτοί στη Βουλή, όλα θα ήσαν διαφορετικά! Αλλά δεν μπήκαν παρά τις λυσσώδεις διασπαστικές προσπάθειες και τους πρόθυμους Ποντίους Πιλάτους, τους οπαδούς των ίσων αποστάσεων».
Συνέχισε επισημαίνοντας ότι οργανωτικά το σχήμα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης δεν μπορεί να πάει μακριά. Εχει «μία εκ των πραγμάτων συλλογική ηγεσία, που την αποτελούν η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, ο επικεφαλής των κινήσεων και ο πρόεδρος του ΚΙΔΗΣΟ. Μόνο που η μία οντότητα από αυτές εμφανίζεται ως το αυθεντικό και αδάμαστο ΠΑΣΟΚ και ταυτοχρόνως ως ΠΑΣΟΚ χωρίς το βεβαρημένο brand αλλά και χωρίς το υπερχρεωμένο ΑΦΜ».
Στο πρόσφατο παρελθόν ο κ. Βενιζέλος είχε αφήσει να εννοηθεί ότι μπορεί και να αποχωρήσει από το ΠΑΣΟΚ αν επέστρεφε ο κ. Παπανδρέου, στον οποίο είχε χρεώσει προσωπικά την ιστορική υποχώρηση του κόμματος στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015. Βέβαια, ο κ. Παπανδρέου τεχνικά δεν «επέστρεψε» στο ΠΑΣΟΚ, απλώς το ΚΙΔΗΣΟ εντάχθηκε στην ομπρέλα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Και από τότε που ο κ. Βενιζέλος είχε έρθει σε σύγκρουση με την κυρία Γεννηματά για τη στρατηγική της Δημοκρατικής Συμπαράταξης σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ έχει περάσει κρίσιμος πολιτικός χρόνος, αρκετός ίσως για να επουλωθούν κάποιες πληγές.
Ολόκληρη η ομιλία του κ. Βενιζέλου
«Φίλες και φίλοι, καλή χρονιά.
Μπήκαμε στο 2017. Επτά χρόνια μετά το πρώτο μνημόνιο και δέκα χρόνια μετά την έναρξη της ανεξέλεγκτης ροής της κρίσης, η Ελλάδα βρίσκεται δυστυχώς στο κενό. Χωρίς στρατηγικό πλαίσιο. Με όλα τα προβλήματα ξανά ανοικτά. Ακόμη και τα πιο θεμελιώδη, όπως η ευρωπαϊκή ταυτότητα της χώρας και η συμμετοχή της στη ζώνη του ευρώ.
Τώρα γίνεται αισθητό το μέγεθος της βλάβης που έχει προκληθεί τα δυο τελευταία χρόνια. Βλάβη όχι μόνο οικονομική, αλλά δυστυχώς και θεσμική και εθνική.
Μόνο η βαθιά κόπωση της κοινωνίας και ο κοινωνικός μιθριδατισμός, δηλαδή ο σταγόνα-σταγόνα εμποτισμός της κοινωνίας με το δηλητήριο της απόγνωσης και της ματαιότητας, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έχουν διαμορφώσει μια υδραργυρική αφήγηση που συμπεριλαμβάνει τα πάντα και το αντίθετό τους, μόνο αυτό δικαιολογεί τη στωικότητα με την οποία η κοινή γνώμη αντιμετωπίζει το σκοτεινό αδιέξοδο στο οποίο έχουμε οδηγηθεί ως χώρα.
Το επικίνδυνο είναι ότι λείπουν τελείως οι υπεύθυνες πολιτικές και θεσμικές φωνές που οφείλουν να πουν την αλήθεια, μετατρέποντας μια πολυδιασπασμένη εικόνα ανησυχητικών πληροφοριών σε ευκρινές σήμα εθνικού κινδύνου.
Δεν αρκεί η ανακύκλωση της συζήτησης για μια αξιολόγηση, εντός ή εκτός εισαγωγικών, που όλο κλείνει αλλά είναι πάντα ανοικτή, λες και δεν πειράζει να περιμένουμε έως την ημέρα που ο ESM θα καταβάλει απευθείας στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τα ποσά των ομολόγων που λήγουν, ερήμην της ελληνικής οικονομίας και των αναγκών της σε ρευστότητα. Δεν αρκεί να λέμε ότι η εικόνα των δήθεν υψηλών φορολογικών εσόδων οφείλεται στην ασύμμετρη υπερφορολόγηση, ενώ τόσο οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των πολιτών προς το κράτος όσο και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του δημοσίου προς τους πολίτες διογκώνονται. Δεν αρκεί να διαπιστώνουμε ότι οι προβλέψεις του προϋπολογισμού για το ρυθμό ανάπτυξης του 2017, δηλαδή για 2,7% ανάπτυξη, ηχούν ήδη ειρωνικές. Κι ένα επίπεδο ανάπτυξης περί τη μονάδα θα ήταν μία μεγάλη επιτυχία της χώρας.
Ή μήπως χρειάζεται να ξαναθυμίσω ότι οι τράπεζες δεν λειτουργούν ως κατά κυριολεξία τράπεζες που δέχονται καταθέσεις και χορηγούν δάνεια, αλλά ως τραπεζικά ΚΕΠ που διεκπεραιώνουν απλές εργασίες εξυπηρέτησης πολιτών; Ότι τα κόκκινα δάνεια, ακόμη και όταν ρυθμίζονται, γιατί ρυθμίζονται, ξανακοκκινίζουν με μεγάλη ταχύτητα σε επικίνδυνα υψηλό ποσοστό; Ότι το ασφαλιστικό σύστημα παραπαίει, πρακτικά η χώρα δεν έχει ασφαλιστικό σύστημα, με το μεγάλο ζήτημα να μην είναι πλέον οι περαιτέρω περικοπές συντάξεων που θεωρούνται δυστυχώς δεδομένες, αλλά η δυνατότητα καταβολής των μειωμένων και μειούμενων συντάξεων έστω για τους τωρινούς συνταξιούχους; Για τους μελλοντικούς, ούτε καν λόγος!
Υπάρχει κάποιος που δεν βλέπει ότι το Εθνικό Σύστημα Υγείας παρακμάζει και αποσαθρώνεται; Ότι το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων τέθηκε ξανά υπό αμφισβήτηση στον τομέα της ενέργειας αλλά και συνολικά; Ότι η πραγματική οικονομία είναι ωμά εγκαταλελειμμένη;
Ολα όμως αυτά συνθέτουν την εικόνα ενός στρατηγικού αδιεξόδου. Η Ελλάδα βρίσκεται ξανά στριμωγμένη, με μειωμένη εθνική ισχύ, μέσα σε μια διεθνή και ευρωπαϊκή συγκυρία εξαιρετικά κακή. Ασύγκριτα χειρότερη από τη συγκυρία και του 2010, που άρχισε η περιπέτεια των μνημονίων, και του 2015 που εγκαταστάθηκε η εξουσία ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Με τη Δύση να ξαναψάχνει τώρα τη στρατηγική της φυσιογνωμία.
Με τις ευρωατλαντικές σχέσεις να πρέπει να επαναπροσδιοριστούν στη νέα εποχή Τράμπ. Με την Ευρώπη να προσπαθεί να αντιμετωπίσει νέα ασύμμετρα κύματα ευρωσκεπτικισμού, εθνικολαϊκισμού και αντιευρωπαϊσμού. Τα εθνικά κράτη και η Ευρωπαϊκή Ένωση, κυρίως η Ευρωζώνη, βρίσκονται εγκλωβισμένα σε μια ανιστόρητη διελκυστίνδα εκατέρωθεν επίρριψης ευθυνών για το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει το ευρωπαϊκό μοντέλο συνολικά. Μοντέλο παραγωγής, ανταγωνιστικότητας, κοινωνικού κράτους, εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας.
Και όλα αυτά ανοίγουν ως θέματα μια χρονιά, όπως το 2017, με αλλεπάλληλες εκλογικές και δημοψηφισματικές αναμετρήσεις που καθιστούν εθνικά όλα τα ευρωπαϊκής κλίμακας προβλήματα και ευρωπαϊκά όλα τα εθνικής κλίμακας προβλήματα των κρατών μελών, προβλήματα διαχρονικά αλλά και απλώς συγκυριακά.
Ο τρόπος με τον οποίο κινούνται οι εθνικοί εκλογικοί κύκλοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δείχνει δυστυχώς και τα όρια της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας που υφίσταται διπλή φθορά. Μια φθορά λόγω της συμμετοχής της στη διαχείριση του υφιστάμενου ευρωπαϊκού μοντέλου, γιατί οι σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις είναι κυβερνητικές, μετέχουν σε 17 από τις 28 κυβερνήσεις των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και μια δεύτερη φθορά λόγω της αδυναμίας της σοσιαλδημοκρατίας να διατυπώσει συγκροτημένη και προοδευτική εναλλακτική στρατηγική μέσα σε ευρωπαϊκούς συσχετισμούς που είναι διακρατικοί, διακυβερνητικοί όπως λέγεται, και όχι κομματικοί.
Για εμάς, για την Ελλάδα, όλα αυτά τα ζητήματα αποκτούν επείγοντα υπαρξιακό χαρακτήρα. Χαρακτήρα ζωής και θανάτου. Η μη συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο τρίτο μνημόνιο εμφανίζεται τη μια στιγμή ως ελληνική επιδίωξη και την άλλη ως αυτό που πραγματικά είναι, ως γερμανική απειλή για σκληρότερα μέτρα. Το χειρότερο; Το Grexit εμφανίστηκε πάλι, λόγω των τραγικών χειρισμών της κυβέρνησης ως εφιαλτικό δίλημμα: ή Grexit ή αποδοχή της διαρκούς μυωπικής λιτότητας.
Εκεί που οργανώναμε, στα τέλη του 2014, την έξοδο από το δεύτερο μνημόνιο στην προληπτική πιστωτική γραμμή, τώρα έχουμε μια κυβέρνηση που μας οδήγησε με τους χειρότερους όρους στο μνημόνιο τρία, παρακαλάει για μνημόνιο τρία plus, είτε με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο είτε με τον ESM, αλλά με χειρότερους όρους, και έχει ήδη προκαταβολικά δεσμευθεί σε ένα διαρκές μνημόνιο τέσσερα χωρίς διασφαλισμένη κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών και χωρίς τις υπεσχημένες, από το 2012, πρόσθετες παραμετρικές αλλαγές στο χρέος.
Δεν χρειάζεται να μιλήσω πάλι για το χρέος όπου, παρότι η κυβέρνηση γλείφει εναγωνίως εκεί που έφτυνε, δηλαδή στο κούρεμα και την αναδιάρθρωση του 2012, δεν παίρνει δυστυχώς τίποτα παρά μόνο μια παραπομπή, ευτελιστική για τη χώρα, στο 2060. Τα έχουμε πει αυτά.
Φίλες και φίλοι, η πατρίδα μας δεν μπορεί να πορεύεται έτσι. Δεν μπορεί η υπόσχεση για το μέλλον να είναι μια δημοσιονομική και αναπτυξιακή στενωπός για τις επόμενες πολλές δεκαετίες. Δεν μπορεί η υπόσχεση για το μέλλον να είναι μια γενικευμένη αβεβαιότητα για τις τράπεζες και τις καταθέσεις, το νόμισμα, τις επενδύσεις, τις νέες δουλειές, την απασχόληση, τις συντάξεις. Δεν μπορεί ως δήθεν προοδευτική πολιτική να εμφανίζεται ο οριστικός αποδεκατισμός της μεσαίας τάξης και η αναδιανομή της μιζέριας. Δεν μπορεί το φορολογικό και το ασφαλιστικό σύστημα να καθιστούν απαγορευμένη την ύπαρξη του ελεύθερου επαγγελματία και επιτηδευματία. Και όλα αυτά, χωρίς να αναφερθούμε καν στους θεσμούς, τη δικαιοσύνη, τα μέσα ενημέρωσης, δημοσιεύθηκε η απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας και θα ξαναψηφιστούν στη Βουλή οι καταργητικές διατάξεις που θα καταργούν και δεν θα αναστέλλουν την ισχύ του νόμου Παππά. Χωρίς να αναφερθώ καν στο προσφυγικό και το μεταναστευτικό, τα εθνικά θέματα, την εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας.
Με απλά λόγια, δεν υπάρχει success story. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να περιμένει να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά μια δήθεν οικονομική επιτυχία το 2017. Μέχρι τη λήξη του τρέχοντος τρίτου μνημονίου, τον Ιούνιο του 2018, η χώρα θα είναι ούτως ή άλλως δεμένη στο μαγγανοπήγαδο μιας ατέρμονης αξιολόγησης και διαπραγμάτευσης για το μνημόνιο τρία, το μνημόνιο τρία plus, το μνημόνιο τέσσερα. Με ψίχουλα ως προς το χρέος, με ανακύκλωση της μιζέριας ως προς το φορολογικό, το ασφαλιστικό, τα κόκκινα δάνεια, το τραπεζικό κ.ό.κ.
Δεν υπάρχει δυστυχώς προοπτική. Αντιθέτως ο ορίζοντας είναι σκοτεινός. Ενώ δώσαμε τον εαυτό μας για να σταθεί η χώρα όρθια και να επανέλθει στην εθνική και ευρωπαϊκή κανονικότητα, κινδυνεύουμε τώρα με καταστροφή οικονομική, θεσμική, εθνική. Κινδυνεύουμε να γίνουμε ένας τριτοκοσμικός θύλακας σε ευρωπαϊκό έδαφος.
Η εξέλιξη δεν θα είναι ούτε απλή, ούτε ανώδυνη, ούτε γραμμική. Δεν θα γίνουν εκλογές συμβατικές, δημοκρατικής εναλλαγής όπως ξέραμε πριν το 2009, μεταξύ ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας κ.ό.κ. Τη στιγμή του απόλυτου αδιεξόδου, η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία θα γίνει από την κυβέρνηση αναγκαστικά, αλλά μετωπικά, διλημματικά, συγκρουσιακά, πάνω στο υπόστρωμα της απογοήτευσης, πάνω στο υπόστρωμα της απονομιμοποίησης της Ευρωπαϊκής ιδέας και του ευρώ, στη συνείδηση όσων πιστεύουν ότι δεν έχουν τίποτα να χάσουν, ενώ είναι αυτοί που έχουν να χάσουν τα περισσότερα.
Δεν λέω τώρα ότι αυτή η εξέλιξη θα έχει τη θεσμική μορφή ενός αντισυνταγματικού δημοψηφίσματος φάρσας ή τη μορφή μιας προεκλογικής δήθεν αντισυστημικής στροφής των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ χωρίς αιδώ και χωρίς φραγμό. Και κυρίως δεν λέω ότι θα στεφθεί με επιτυχία. Θα προκαλέσει όμως τεράστια οικονομική, θεσμική και εθνική βλάβη, επιπρόσθετη, και θα αφήσει στην επόμενη κυβέρνηση μια χώρα χωρίς εθνική στρατηγική, καθημαγμένη, εγκλωβισμένη σε ανελέητα δημοσιονομικά, χρηματοοικονομικά και αναπτυξιακά διλήμματα.
Η χώρα, φίλες και φίλοι, δεν είναι διαχειρίσιμη ούτε με την επιστροφή των μονοκομματικών κυβερνήσεων του ανεπίγνωστου παρελθόντος, ούτε με την ολική επαναφορά μιας δεξιάς που αρνείται να παραδεχθεί απλές αλήθειες και διατυπώνει απλοϊκές προτάσεις για μονομερείς μειώσεις των φορολογικών συντελεστών χωρίς νέο συνολικά συμφωνημένο δημοσιονομικό και χρηματοδοτικό πλαίσιο. Η χώρα χρειάζεται εθνική και κοινωνική ενότητα. Συνέγερση όλων των δημιουργικών της δυνάμεων. Εθνική στρατηγική. Μεταρρυθμιστικό πρόταγμα. Σοβαρή διαπραγμάτευση που να δίνει προοπτική, δηλαδή δημοσιονομικό και αναπτυξιακό χώρο αναπνοής με αντάλλαγμα καλά στοχευμένες και γενναίες μεταρρυθμίσεις.
Σε αυτήν την εθνική αποστολή διάσωσης, ο ρόλος της Δημοκρατικής Παράταξης πρέπει να είναι καθοριστικός. Στρατηγικός, εγγυητικός, εθνικά υπεύθυνος, πολιτικά αποτελεσματικός, κοινωνικά ευαίσθητος. Αλλά όχι δημαγωγικός και όχι λαϊκιστικός.
Φίλες και φίλοι, για να παίξει το ρόλο αυτό η Δημοκρατική Παράταξη, πρέπει να διαθέτει δυο πυλώνες: ειλικρίνεια και σοβαρότητα. Ικανότητα επαφής με το μέλλον, που προϋποθέτει ικανότητα κριτικής αποτίμησης του παρελθόντος. Πρέπει συνεπώς η Δημοκρατική Παράταξη να διαμορφώσει τις ηθικές, οργανωτικές και προγραμματικές προϋποθέσεις που της προσδίδουν ειλικρίνεια και σοβαρότητα.
Η ενότητα και η συσπείρωση είναι πολύ σημαντικά στοιχεία. Ξέρω καλύτερα από κάθε άλλον τη σημασία τους, γιατί τη βίωσα υπό πολύ δύσκολες συνθήκες το 1989, το 2007, το 2011, το 2012, το 2015. Ναι, συνεπώς στην ενότητα και τη συσπείρωση.
Όμως μιλώντας στο όνομα σας, στο όνομα αυτών που έμειναν πιστοί στη θέση τους και έδωσαν τον αγώνα για το ΠΑΣΟΚ και τη δημοκρατική παράταξη, μιλώντας στο όνομα αυτών που άνοιξαν την μεγάλη ελπίδα της Ελιάς και είδαν τον περονόσπορο να στήνει χορό μικροψυχίας και ιδιοτέλειας, στο όνομα αυτών που αγωνίστηκαν να σταθεί η χώρα όρθια και να φτάσει στο σημείο που έφτασε πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, επιτυχία και κεκτημένο που δεν χαρίζουμε στη Νέα Δημοκρατία γιατί είναι δικό μας, στο όνομα λοιπόν όλων αυτών, δηλαδή το δικό σας όνομα, οφείλω να πω τα εξής:
Ενότητα και συσπείρωση δεν σημαίνει αναπαλαίωση. Δεν σημαίνει de facto δικαίωση της έλλειψης σεβασμού στην παράταξη και τους ανθρώπους της.
Κάποιοι χρωστούν τουλάχιστον μία εξήγηση. Κάποιοι οφείλουν τουλάχιστον μία συγγνώμη. Θα μπορούσαμε να ερμηνεύσουμε τις τωρινές εξελίξεις ως δικαίωσή μας. Φοβούμαι όμως ότι άλλοι τις εκλαμβάνουν ως εφαρμογή του δόγματος που λέει ότι στην πολιτική όλα γίνονται και με την ίδια άνεση ξεχνιούνται, γιατί όλα κρίνονται εκ του αποτελέσματος –τόσο κυνικό δόγμα. Αν δηλαδή τον Ιανουάριο του 2015 είχαν μπει και αυτοί στη Βουλή, όλα θα ήσαν διαφορετικά! Αλλά δεν μπήκαν παρά τις λυσσώδεις διασπαστικές προσπάθειες και τους πρόθυμους Ποντίους Πιλάτους, τους οπαδούς των ίσων αποστάσεων.
Δεν έχω, φίλες και φίλοι, κανένα προσωπικής τάξης πρόβλημα με κανέναν. Επωμίστηκα τα ιστορικά βάρη της παράταξης στις δυσκολότερες φάσεις της, περισσότερες από μια φορές, όταν άλλοι έφευγαν σαν ποντίκια από βυθιζόμενο πλοίο, χωρίς να έχω συμμετοχή στη δημιουργία των αιτιών της κρίσης και της φθοράς, ούτε το 1989 ούτε το 2011. Υπέμενα και υπομένω ακραίες αθλιότητες, και καλά από τους πολιτικούς αντιπάλους, είμαι πάντα ο πρώτος στόχος του ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και των συμπραττουσών δυνάμεων, το καταλαβαίνω ως ο στρατηγικός αντίπαλός τους. Άλλες συμπεριφορές δεν καταλαβαίνω, ή μάλλον τις καταλαβαίνω ως αρχαϊκά φαινόμενα που δείχνουν ένα πρόβλημα πολιτικού πολιτισμού, που καμία υποκριτική ευγένεια και καμία κοσμική συνύπαρξη για να βγούμε φωτογραφία, δεν μπορεί να συγκαλύψει.
Στην πολιτική η ηθική είναι ζήτημα ιστορικής αυτοσυνειδησίας. Ο καθένας και η συνείδησή του, προσωπική και ιστορική, αυτή προτάσσεται. Για εμένα η πολιτική δεν είναι άσκηση ψυχρού αίματος ή φεστιβάλ κυνισμού και τυχοδιωκτισμού, αλλιώς θα είχα κάνει στη ζωή μου πολύ πιο εύκολες, ασφαλείς και συμφέρουσες επιλογές.
Οργανωτικά το σχήμα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, όπως διαμορφώνεται, δεν μπορεί να πάει μακριά.
Δεν έχουμε επιστροφή στο ΠΑΣΟΚ, αλλά ισότιμη συμμετοχή τεσσάρων πλέον οντοτήτων στην Δημοκρατική Συμπαράταξη, με μία εκ των πραγμάτων συλλογική ηγεσία, που την αποτελούν η Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ο Πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, ο επικεφαλής των κινήσεων και ο Πρόεδρος του ΚΙΔΗΣΟ. Μόνο που η μία οντότητα από αυτές εμφανίζεται ως το αυθεντικό και αδάμαστο ΠΑΣΟΚ και ταυτοχρόνως ως ΠΑΣΟΚ χωρίς το βεβαρημένο brand αλλά και χωρίς το υπερχρεωμένο ΑΦΜ.
Το λιγότερο λοιπόν που έχουμε να κάνουμε είναι να προστρέξουμε τάχιστα, τάχιστα στην πολιτική απόφαση του συνεδρίου μας του Ιουνίου 2015, που είναι ομόφωνη και μας δεσμεύει, και να κινήσουμε τη διαδικασία για την συγκρότηση του μεγάλου πολιτικού φορέα που θα εκφράζει όλο το εύρος του προοδευτικού κέντρου, της δημοκρατικής παράταξης, συμπεριλαμβανομένων των εκδοχών της κεντροαριστεράς και της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, αλλά όχι μόνο. Με γενναιοδωρία, με διαφάνεια, με γνήσια ανανεωτική διάθεση, με εντιμότητα οργανωτική και προσωπική, χωρίς μηχανισμούς, χωρίς εγκλωβισμούς.
Η πρόσκληση σε άλλα κόμματα, όπως το Ποτάμι, άλλες κινήσεις, πρωτοβουλίες, πρόσωπα, πρέπει τώρα πλέον να είναι ειλικρινής, ανοικτή, συνεχής και επίμονη. Πρέπει να επαναληφθεί τώρα προς όλους, κανονικά, με υπομονή, τεκμηριωμένα, προκειμένου να οδηγηθούμε σε ολοκληρωμένες ενοποιητικές δημοκρατικές διαδικασίες –σοβαρές, αξιόπιστες, ελκυστικές. Το κυριότερο όμως ζήτημα είναι η πολιτική, προγραμματική και στρατηγική σαφήνεια της Δημοκρατικής Παράταξης, του προοδευτικού μεσαίου χώρου.
Φίλες και φίλοι, δεν συγχωρείται πολιτικά, οποιαδήποτε στρατηγική αμφιθυμία ως προς την πορεία της χώρας.
Οποιοδήποτε φλερτ με τον λαϊκισμό, στο όνομα της δήθεν επαφής με ένα ακροατήριο παλαιοΠΑΣΟΚικό που προσδιορίζεται με προ κρίσης όρους, οι οποίοι απλά τώρα δεν ισχύουν.
Δεν συγχωρείται πολιτικά οποιαδήποτε ένδειξη παιχνιδιού με την πολιτική αστάθεια, για να εξυπηρετηθούν μικροκομματικές σκοπιμότητες.
Η χώρα πρέπει να απαλλαγεί το ταχύτερο από την παρούσα κυβέρνηση. Αν ο κ. Τσίπρας είχε στοιχειώδη αίσθηση εθνικής ευθύνης, θα είχε ήδη προκηρύξει εκλογές. Στις εκλογές πρέπει να καταγραφεί η ιστορική, πολιτική και ηθική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και των υπολοίπων συγγενών. Η λύση που θα προκύψει από τις εκλογές δεν μπορεί να είναι η παλινόρθωση της δεξιάς με τη μορφή αυτοδύναμης κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας λόγω του υπολογισμού επί των έγκυρων ψηφοδελτίων.
Η δημοκρατική παράταξη διεκδικεί, ως παράταξη που εγγυάται σταθερότητα και προοπτική, την υψηλότερη δυνατή εκλογική επίδοση. Είναι αδιανόητη, όμως, οποιαδήποτε πονηρή και υστερόβουλη σκέψη, πως μας βολεύει η οριακή αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας για να έχει η Δημοκρατική Συμπαράταξη την ευκαιρία της συνύπαρξης και της όσμωσης στην αντιπολίτευση με τον ηττημένο ΣΥΡΙΖΑ.
Η χώρα πρέπει να αποκτήσει, μετά τις εκλογές, κυβέρνηση εθνικής συνεννόησης, που σημαίνει κυβέρνηση με τη συμμετοχή όλων των δημοκρατικών δυνάμεων που αποδέχονται τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό και το στρατηγικό πλαίσιο αναφοράς της χώρας. Αυτό που εμείς διαμορφώσαμε και για το οποίο εμείς αγωνιστήκαμε. Ο ηττημένος ΣΥΡΙΖΑ θα κληθεί να μετάσχει, χωρίς όμως η πορεία της χώρας να εξαρτάται από τις μικροκομματικές ή δημαγωγικά ανεύθυνες επιλογές κανενός.
Κάθε κυβέρνηση συνεργασίας, δηλαδή κάθε κυβέρνηση εθνικής συνεννόησης προκαλεί σύγχυση; Αλλοιώνει το DNA των παρατάξεων που μετέχουν; Αν αυτό ισχύει, τότε η χώρα δεν έχει προοπτική, είναι καταδικασμένη στην καταστροφή.
Τι πράξαμε αλήθεια, μεταξύ 2010 και 2015; Το εθνικό μας καθήκον; Ή ένα λάθος που προκάλεσε σύγχυση, βλάβη και αλλοίωσε τα αντανακλαστικά μας;
Και ποιος έκανε την επιλογή αυτή; Εσείς, η κοινοβουλευτική ομάδα, ομόφωνα πάντα, πότε; Από τις αρχές Ιουνίου του 2011, από τις αρχές Νοεμβρίου του 2011 με την κυβέρνηση Παπαδήμου. Μετά τις δεύτερες εκλογές του 2012. Εκτός αν έπρεπε να οδηγήσουμε τη χώρα σε τρίτες εκλογές για να βλέπουμε τη δύναμή μας να μειώνεται, μέσα στο κλίμα της εποχής.
Πώς νοιώθουν αυτοί που υπηρέτησαν το εθνικό συμφέρον ως Υπουργοί, αναπληρωτές Υπουργοί, Υφυπουργοί, Βουλευτές, Γενικοί Γραμματείς, στελέχη, επικεφαλείς Οργανισμών, συγκεχυμένοι και ηττημένοι; Και πώς νοιώθει αυτός που παρακαλούσε τον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας να συμπράξει μαζί του και συνέπραξε με τον αρχηγό του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού. Αν είχαμε κάνει την ορθή επιλογή να διαφυλάξουμε το ρόλο της παράταξης, ζητώντας 180 ψήφους το Μάιο του 2010, τι θα είχαμε προκαλέσει, σύγχυση και αλλοίωση του DNA της παράταξης; Θέτοντας την Δεξιά προ των ευθυνών της για την κυβερνητική της περίοδο 2004-2009, ευθύνη που συγκαλύψαμε εμείς με τα δικά μας τραγικά λάθη του 2009-2010; Έλεος!
Αν το πλαίσιο αυτό που περιγράφω, θολώσει, η Δημοκρατική Συμπαράταξη θα συμπιεστεί στην τεχνητή πόλωση που θα οξυνθεί σκοπίμως μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θα τα δώσει όλα εις βάρος του εθνικού συμφέροντος για να ανεβάσει κάπως το ποσοστό εκλογικής συσπείρωσής του.
Φίλες και φίλοι, νιώθω πολλές φορές ότι συγκρούονται δύο σχολές σκέψης στην παράταξή μας. Αν κάποιοι νομίζουν ότι υπάρχει δίλημμα μεταξύ του συμφέροντος και της προοπτικής της παράταξης από τη μία μεριά και του συμφέροντος και της προοπτικής της Πατρίδας από την άλλη μεριά και ότι δώσαμε ό,τι είχαμε να δώσουμε υπέρ της Πατρίδος, αλλά τώρα προτάσσεται το μέλλον και το συμφέρον της παράταξης, τότε έχω να σας πω, πολύ απλά, ότι αυτοί που το πιστεύουν αυτό νομίζουν ότι έχουν κομματικό πατριωτισμό, αλλά στερούνται πραγματικού πατριωτισμού. Αυτού που πάντα εξέφραζε η δημοκρατική παράταξη, από τον Ελευθέριο Βενιζέλο μέχρι τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Αυτό το πλαίσιο, όπως το περιέγραψα, είναι το μόνο που μπορεί να υπηρετήσω με βάση τη δική μου συνείδηση που πιστεύω, ή έστω ελπίζω, ότι ταυτίζεται με τη συνείδηση όλων σας.
Σας ευχαριστώ.»
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News