Για τον Στάθη Ευσταθιάδη, τον οποίο αποχαιρετούμε σήμερα, Πέμπτη, στις 13.30 από τον ναό Κωνσταντίνου και Ελένης του κοιμητηρίου Ζωγράφου, μου μίλησε για πρώτη φορά ο πατέρας μου το 1978 (αν δεν απατώμαι), με τα καλύτερα λόγια. Τότε ο πατέρας μου ήταν καθηγητής φιλολογίας στις ΗΠΑ και ο κύριος Ευσταθιάδης ανταποκριτής του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη στη Νέα Υόρκη. Η γνωριμία τους εξελίχτηκε τάχιστα σε ουσιαστική φιλία που κράτησε ως τον θάνατο του Γ.Π. Σαββίδη το 1995.
Τον κύριο Ευσταθιάδη (δεν διανοήθηκα ποτέ να τον αποκαλέσω με άλλον τρόπο, και δεν πρόκειται να το αλλάξω τώρα) δεν τον κληρονόμησα ως φίλο από τον πατέρα μου, αλλά η φιλία μας κερδήθηκε αυτόνομα: τον γνώρισα προσωπικά όταν επέστρεψα στην Ελλάδα το 1986 και ξεκίνησα να εργάζομαι στο «Βήμα», αρχικά ως μεταφραστής υπό την καθοδήγησή του. Με βοήθησε με πολλούς τρόπους, αλλά κυρίως με το παράδειγμά του, να καταλάβω τι είναι η δημοσιογραφία και πώς την ασκούμε σε ιδανικές συνθήκες και σε λιγότερο ιδανικές.
Ο ίδιος είχε ανακληθεί από τη Νέα Υόρκη καθώς η θέση του ανταποκριτού είχε καταργηθεί για λόγους οικονομίας (πιθανότατα προσχηματικούς). Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι στην Αθήνα ο Χρήστος Λαμπράκης, σεβόμενος τους κανόνες και την ιεραρχία, του επρότεινε τη Διεύθυνση του «Βήματος» και ο κύριος Ευσταθιάδης την αρνήθηκε πάραυτα. Είχε καταλάβει πάνω-κάτω τι επρόκειτο να γίνει, και επέλεξε να συνεχίσει την άσκηση της δημοσιογραφίας όπως εκείνος την εννοούσε.
Ο κύριος Ευσταθιάδης έζησε και πέθανε μόνος, από δική του επιλογή, διεκδικώντας ως το τέλος την αυτονομία και την ανεξαρτησία του. Θυμίζω συνοπτικά κάποια βιογραφικά στοιχεία: γεννήθηκε το 1925 στην Αθήνα, φοίτησε στο Βαρβάκειο και στη συνέχεια στο Χημικό τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών, άρχισε από νωρίς να ασχολείται με τις εφημερίδες αλλά μόλις το 1952 εντάχθηκε στο μισθολόγιο της «Ελληνικής Ημέρας» και στη συνέχεια και της «Αυγής», στη διάρκεια της δικτατορίας είχε έντονη αντιστασιακή δραστηριότητα, συνελήφθη (και διεγράφη από την ΕΣΗΕΑ για «κομμουνιστική και αντεθνική δράση»), και διέφυγε αρχικά στην Ελβετία και στη συνέχεια στις ΗΠΑ, όπου και ξεκίνησε τη συνεργασία του με τον Οργανισμό Λαμπράκη ειδικευόμενος στα Διεθνή Θέματα.
Ο κύριος Ευσταθιάδης είχε κερδίσει κάτι όχι απλώς σπάνιο, αλλά μοναδικό στις μέρες μας: έχαιρε καθολικού σεβασμού. Και στη δημοσιογραφία, και στην πολιτική, και στη διπλωματία, και στην κοινωνία. Δεν ήταν μόνον το ήθος και η ακεραιότητα του ανθρώπου, η ευρυμάθεια και το χιούμορ του, αλλά και η μοναδική επαγγελματική του εμπειρία, για την οποία ουδέποτε υπερηφανεύτηκε αλλά φρόντισε να τη μοιραστεί και να τη μεταλαμπαδεύσει στους νεότερους. Η καθημερινή του παρουσία στο γραφείο, πολύ μετά την υποτιθέμενη σύνταξη, αυτόν τον σκοπό είχε. Με αυτόν τον τρόπο, λειτούργησε ουσιαστικά και ως συνείδηση του Οργανισμού Λαμπράκη ― για όσους είχαν συνείδηση. Για τους υπόλοιπους δημοσιογράφους, εκτός Οργανισμού, λειτούργησε ως πρότυπο και ως μύθος (είναι ενδιαφέρον και διδακτικό να δει κανείς ποιοι επέλεξαν να τον θυμηθούν, και πώς, και ποιοι να τον ξεχάσουν). Για τους άλλους φίλους και γνωστούς του, εκτός δημοσιογραφίας, ο κύριος Ευσταθιάδης εκπροσωπούσε (όπως είπε μια κοινή μας φίλη) το μόνο δυνατό και υπαρκτό είδος αγιότητας.
Ευτύχησα να είμαι και συνεργάτης, αλλά και φίλος του κυρίου Ευσταθιάδη ― και όχι μόνον εγώ, αλλά και όλη η οικογένειά μου, ιδιαίτερα τα παιδιά μου, των οποίων την εξέλιξη παρακολουθούσε με ενδιαφέρον πάππου (η φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο είναι από τα βαφτίσια της κόρης μου). Βλεπόμασταν τακτικά, και τα τελευταία χρόνια, εκτός όλων των άλλων που συζητούσαμε, μου μιλούσε συχνά και για τη ζωή του, ιδιαίτερα για την παιδική του ηλικία.
Ευτύχησα επίσης να προλάβω να τον αποχαιρετήσω, έστω και για λάθος λόγο: πριν από λίγο καιρό έκανα μια σοβαρή επέμβαση, και πριν μπω στο χειρουργείο επισκέφτηκα μερικούς φίλους, δια παν ενδεχόμενον. Τελευταίον άφησα τον κύριο Ευσταθιάδη. Πήγα στο γραφείο του, μιλήσαμε για όλα, και στο τέλος του είπα τα δικά μου. Οταν χαιρετηθήκαμε συμφωνήσαμε ότι καλώς εχόντων των πραγμάτων θα βρισκόμασταν ξανά στις αρχές Ιανουαρίου. Δεν είχαμε υπολογίσει ότι θα βρισκόμασταν στο κοιμητήριο του Ζωγράφου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News