Ενα πανέμορφο κορίτσι αμυγδαλιά, ταξίδευε με ένα κλωνάρι ανθισμένης αμυγδαλιάς στο χέρι, που της την είχε προσφέρει, εκείνο το πρωί η γιαγιά της. Ταξίδευε μ ΄ένα τρένο που θα την οδηγούσε στο άγνωστο. Το άγνωστο το έλεγαν Άουσβιτς. 28 Μαρτίου 1944.
«Κορίτσι βρέθηκα σε έναν λάκκο παραφροσύνης. Η τρυφερή μου επιδερμίδα, ζήτημα να είχε δαρθεί από τον μπαμπά και τη μαμά. Και πόσο ξύλο έφαγα, Θεέ μου, στα στρατόπεδα της τρέλας! Και το δεχόμουν χωρίς δάκρυα και χωρίς να επιχειρώ να γλιτώσω από τους μανιακούς που χτυπούσαν με τόσο μίσος! Ταπείνωση, πόνος, εξαντλητική δουλειά… Τρομερή πείνα! Αρρώστιες! Σε συνδυασμό με το παράλογο ξύλο, είχαν βέβαιο αποτέλεσμα τον θάνατο, το πολύ σε τρεις μήνες. Ο Ντοστογιέφσκι λέει κάπου “Ενα μόνο φοβάμαι, μήπως δεν φανώ αντάξιος του πόνου μου”. Οι λέξεις αυτές ερχόντουσαν συχνά στο μυαλό μου. Ο τρόπος με τον οποίο άντεξα, ήταν μια εσωτερική νίκη. Υπάρχει νόημα και μέσα στον πόνο. Χωρίς τον πόνο και το θάνατο η ζωή δεν μπορεί να ολοκληρωθεί. Από τους κρατουμένους των Ναζί, λίγοι διατήρησαν την ψυχική τους ισορροπία και κατέκτησαν ηθικές αξίες, μέσα από το θάρρος ν΄ αντέξουν τον πόνο τους. Και πάλι ο Ντοστογιέφσκι έλεγε “Δεν είναι το θάρρος, αλλά η διάρκεια του θάρρους που με φοβίζει”».
Αλήθεια, είχε «φάσεις» η ψυχοσύνθεση στο δράμα;
«Τρεις ήταν οι φάσεις των κρατουμένων του Άουσβιτς. Η πρώτη φάση ήταν το σοκ. Η δεύτερη η απάθεια. Και η τρίτη, η μετά την απελευθέρωση ζωή. Την μικρότερη διάρκεια είχε η πρώτη φάση. Ολα ήταν τόσο μεθοδευμένα και απρόσμενα… Οι εξευτελισμοί, οι βασανισμοί, το τσαλάκωμα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, σου προξενούσαν τόσο σοκ που δεν σου άφηναν περιθώριο ούτε να το συνειδητοποιήσεις. Μελετημένο σχέδιο για να χαθεί σε λίγες ώρες κάθε ανθρώπινη υπόσταση. Οσοι δεν έζησαν στο Αουσβιτς, ποτέ δεν θα καταλάβουν την επίδραση που είχε στον ψυχικό μας κόσμο η μέθοδος αυτή που διέλυε πολύ, πολύ γρήγορα κάθε σκέψη για διαμαρτυρία, για ξέσπασμα, ακόμα και για ένα δάκρυ.
» Μαθηματικά μετρημένο, μέσα σε 24 ώρες ψυχικού και σωματικού πόνου έπρεπε να προσαρμοστείς ή να πεθάνεις. Αυτό το σύστημα θα ήταν το αποτέλεσμα μακροχρόνιων συσκέψεων, συνεδριάσεων, συμβουλίων των μεγαλυτέρων εκπροσώπων της γερμανικής βιτσιόζας κουλτούρας. Διακεκριμένοι ανθρωπολόγοι, ψυχολόγοι, γιατροί και κοινοί εγκληματίες θα είχαν διαθέσει την πολύτιμη πείρα τους, με πολύπλοκους συνδυασμούς για το ποθητό εξαγόμενο, δηλαδή μέχρι πόσο μπορεί να κρατηθεί στην ζωή ένα βασανιζόμενο ον και πόση αντοχή είχε κάθε σημείο του σώματος, σε πόσους βαθμούς οδύνης μπορούσε να αχρηστευτεί το συγκεκριμένο σημείο, η διαφορά ανθεκτικότητας των οργανισμών… Όλα αυτά, για δεκαετίες, θα πρέπει να τους απασχόλησαν μέχρι να καταλήξουν στο πραγματικά σατανικό σχέδιό τους. Ναι, μέσα σε 24 ώρες έπρεπε να προσαρμοστείς ή να πεθάνεις.
Και περνάμε στη δεύτερη φάση, την απάθεια. Θεέ μου πώς ακούγεται… Δεύτερη φάση!
«Τώρα δεν σκεφτόσουν τίποτα! Ούτε πατρίδες, ούτε ιδανικά, δεσμούς, ονόματα, όνειρα… Οι φασίστες πέτυχαν έναν άθλο, έναν ματωμένο άθλο! Να κρατούν χιλιάδες πλάσματα σε απέραντα στρατόπεδα, να τριγυρνούν χωρίς αλυσίδες, χωρίς δεσμοφύλακες… Τι ωραίο που ακούγεται, ε; Κι όμως, να είναι τόσο ακίνδυνα πλάσματα, τόσο τέλεια υποδουλωμένα και υπάκουα! Ο κρατούμενος βρισκόταν έτσι στη δεύτερη φάση, που δεν τον ενδιέφερε τίποτα παρά να βρει κάτι να μασήσει. Δεν γύριζαν αλλού το βλέμμα όταν κακοποιούσαν τη διπλανή τους. Τα αισθήματά τους είχαν αμβλυνθεί και παρακολουθούσαν ασυγκίνητα το κάθε τι.
» Οι συγκρατούμενες με τις ματωμένες σάρκες από το ξύλο και τις αρρώστιες, αποτελούσαν τόσο συνηθισμένο θέαμα… Οι πεινασμένες έπεφταν νεκρές. Τις μαζεύαμε με μόνη σκέψη να αρπάξουμε τα κορδόνια από τα παπούτσια τους ή το κατσαρόλι με τ΄ αποφάγια ή το κουτάλι της πεθαμένης. Εγώ, η ίδια, έψαξα κάποια στιγμή τους κάδους των σκουπιδιών να βρω φλούδες από πατάτες αλλά και ένα από τα βασανιστήρια, ήταν να καταστρέφουν τις φλούδες από τις πατάτες. Πείνα! Όποιος δεν έζησε αυτό το τούβλο στο στομάχι του δεν ξέρει τι σημαίνει μαρτύριο. Γίνεσαι ένα άβουλο πλάσμα με αντανακλαστικά αρπαχτικού ζώου που θέλει να δαγκώσει κάτι… Μια φλούδα πατάτας, ένα σβώλο χώμα, το παπούτσι σου ή το αφτί της διπλανής σου κακομοιριασμένης γυναίκας.
» Κι έτσι γρήγορα γινόσουν “Μουσουλμάνος”. Ναι, στη γλώσσα του Άουσβιτς, αυτό σήμαινε, ένας σκελετός με ανοιχτό συνέχεια στόμα απ΄ όπου έτρεχαν σάλια, οι μύξες να τρέχουν από τη μύτη σου, χωρίς να κάνεις ούτε μια κίνηση να τη σκουπίσεις, ένα απλανές βλέμμα, χωρίς καμία προσπάθεια ν΄ αποφύγει τον βούρδουλα που ερχόταν κατά πάνω του. Σίγουρα υποψήφιος για κρεματόριο.
» Ετυχε να δω κρατούμενες που δουλειά τους ήταν να καθαρίζουν αποχωρητήρια. Τα περιττώματα πιτσίλαγαν τα ριγέ ρούχα, τα μούτρα τους, κι όμως δεν έκαναν καμία κίνηση να σκουπίσουν τις ακαθαρσίες. Το καλοκαίρι του 1944, εποχή που εγώ βρισκόμουν στο Αουσβιτς, οι θάνατοι είχαν φτάσει στο ζενίθ! Τα τρένα που ερχόταν από Ουγγαρία περίμεναν στη σειρά με το φορτίο τους γιατί τα κρεματόρια δεν πρόφταιναν να καίνε τις γυναίκες. Τα φουγάρα κάπνιζαν συνεχώς, χωρίς διακοπή. Τόσο που τα μεταλλικά στεφάνια των καπνοδόχων έσπαγαν από την υψηλή θερμοκρασία. Σε μια και μόνο μέρα κάηκαν 20.000 Εβραίες Ουγγαρέζες, 400.000 ψυχές δολοφονήθηκαν, εκείνο το καλοκαίρι, που εγώ ζούσα στο Μπιρκενάου. Η μυρουδιά της καμένης σάρκας ήταν αφόρητη. Και μέσα στο στρατόπεδο, οι σκελετοί περίμεναν σε στοίβες.
» Εγώ, η ίδια, μια μέρα μαζί με τρεις άλλες κουβαλούσαμε πτώματα έξω από το στρατόπεδο για να θαφτούν σε μεγάλους λάκκους. Δεν πρόφταιναν να καούν. Ακόμα και σήμερα, ανατριχιάζω στη μνήμη, αυτής της εμπειρίας. Το τεράστιο έγκλημα των Ναζί ήταν το κορυφαίο που συντελέστηκε στην καρδιά της Ευρώπης. Και μιλάμε ακόμα για τις αποζημιώσεις!.. Ποια αποζημίωση θα μπορούσε να γλυκάνει τη μνήμη; Νομίζω η μοναδική δεκτή αποζημίωση είναι η εξάλειψη του φασισμού από τη γη».
Και η φάση μετά την απελευθέρωση;
«Δεν θα ήθελα να μιλήσω, γιατί θα χρειαζόταν μια ολόκληρη ζωή. Το θέμα δεν είναι καθόλου απλό. Μετά την απελευθέρωση γυρίζαμε αδέσποτες στα χωράφια της Γερμανίας χωρίς να ξέρουμε πού βρισκόμασταν, κυνηγημένοι από τους Γερμανούς αστυνομικούς, που μάζευαν τους αιχμαλώτους μήπως και τους χρησιμεύσουν στις ανταλλαγές. Κοιμόμασταν σε χαντάκια και κρυψώνες, τρώγαμε μόνο χόρτα και πατάτες που ξεθάβαμε από τη γη τις νύχτες… Άπλυτες, βρώμικες, ψειριασμένες μέχρι να οργανωθούν τα transport για Ελλάδα. Και ο γυρισμός… Μια άλλη τραγωδία άρχιζε με πόνο, με ερωτηματικά… Γιατί η πατρίδα μάς γύριζε την πλάτη; Να ντρέπομαι ακόμα και να εξιστορήσω τα παθήματά μου σαν να ήμουν εγκληματίας. Χρόνια και χρόνια κράτησε αυτός ο άδικος διωγμός. Και το μόνο όπλο μου, η σιωπή. Αλλά σας είπα, δεν θέλω να μιλήσω γι΄ αυτή τη ψυχοφθόρα φάση».
Και τώρα;
«Και τώρα, αναπολούμε. Ναι, δεν αστειεύομαι. Αναπολούμε τις όμορφες μέρες που η προσφορά μας στον αγώνα για ελευθερία, τα όνειρά μας για την παγκόσμια ειρήνη, η πεποίθηση πως θα φτιάχναμε έναν κόσμο με αγάπη, ευγένεια, μόρφωση και αξιοπρέπεια μας χάριζαν περηφάνεια και χαρά. Τα λευκά κεφάλια ίσως με καταλαβαίνουν. Πάντως όσοι ζήσαμε αυτά, καταφέρνουμε να βλέπουμε τη ζωή από άλλη οπτική. Η Μαργαρίτα Γιουρσενάρ είπε, ότι ο πολιτισμός ενός κράτους είναι η συμπεριφορά του προς τους ηλικιωμένους. Αν ένα κράτος καταφέρει να προσφέρει σωστή μάθηση στους νέους και αξιοπρεπή γαλήνη στους ηλικιωμένους του, τότε αυτό το κράτος, θα δικαιούται να γράφετε με Κ κεφαλαίο. Λυπάμαι αν μαύρισα τις ψυχούλες σας. Λυπάμαι ακόμα γιατί αυτά που λέω δεν γνωρίζω αν αφορούν τους νέους. Δεν διδάσκονται σύγχρονη ιστορία».
Αγαπητοί αναγνώστες. Γνώρισα τη Βάσω Σταματίου. Από ένα ιερό «από το πουθενά», που ενώνει ψυχή με ψυχή. Μια γυναίκα 92 ετών. Με συγκλόνισε! Αφησα τον λόγο της να ρέει. Πιείτε κάθε λέξη και σκέψη της. Μη μου στείλετε μηνύματα για να σας δώσω στοιχεία επικοινωνίας. Μη θελήσετε να τη βομβαρδίσετε για συνεντεύξεις και τέτοια. Η Βάσω Σταματίου ζει ζωή γαλήνια και ολόκληρη. Μελετήστε τον λόγο της. Είναι παρακαταθήκη για την ανθρωπότητα. Μια γυναίκα. Ένα κορίτσι με το νούμερο 82224 στο χέρι της. Εκείνο το χέρι που κρατούσε ένα κλωνάρι ανθισμένης αμυγδαλιάς και ταξίδευε για το άγνωστο. Το άγνωστο που το έλεγαν Άουσβιτς. «Η μοναδική αποδεκτή αποζημίωση είναι η εξάλειψη του φασισμού από τη Γη».
Υ.Γ.: Ευχαριστώ βαθιά τον Απόστολο Γκλέτσο γιατί ήταν ο συνδετικός κρίκος αυτής της γνωριμίας. Γιατί έκανε και κάνει, ότι περνάει από το χέρι του αλλά και από το αξίωμα του Δημάρχου που τιμάει, για ν΄ αποδώσει τιμές που αξίζουν σ΄ αυτήν τη σπουδαία γυναίκα. (Μεταξύ μας, και τον Απόστολο τον γνώρισα, από ένα δικό μας «από το πουθενά»).
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News