Πριν από τρία χρόνια και κάτι, ο επικεφαλής του πιο φιλόδοξου πρότζεκτ στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο καθόταν απέναντι σε έναν πολλά υποσχόμενο νεαρό παίκτη, σε ξενοδοχείο της Κύπρου, και του έλεγε το μέλλον. Ο Ραλφ Ράνγκνικ, ο κοσμοπολίτης γερμανός προπονητής της Λειψίας -ενός συλλόγου χωρίς παράσημα και ιστορία- κατάφερε να «ψήσει» τον Γιουσούφ Πόουλσεν, τον ταλαντούχο δανό φορ, να υπογράψει συμβόλαιο. Μόνο χάρη στη λάμψη των ματιών του.
Τον έπεισε -ποιος ξέρει πώς;- οτι η Λειψία θα ανέβει τρέχοντας, μέσα σε τρεις σεζόν, τα σκαλοπάτια που οδηγούν στην Μπουντεσλίγκα (Α’ Κατηγορία της Γερμανίας). Οτι είναι το κλαμπ του μέλλοντος. Δεν είπε ψέματα. Σήμερα (Κυριακή) στις 18.30, ο Πόουλσεν και οι συμπαίκτες του θα παίξουν -στο Χόφενχαϊμ- το πρώτο ματς της Λειψίας στον κόσμο των μεγάλων: της Μπάγερν Μονάχου και της Μπορούσια Ντόρτμουντ. Το μέλλον που ο γερμανός τεχνικός είχε προφητεύσει, έφτασε. Αλλά, γιατί χαίρεται μόνον η Λειψία; Γιατί η υπόλοιπη Γερμανία μισεί αυτή τη νεοφώτιστη ομάδα;
Πρώτα απ’ όλα, για τα «εύκολα» λεφτά της. Στη Γερμανία οι φίλαθλοι απεχθάνονται τους συλλόγους που τους κινεί μόνο το χρήμα. Που ανήκουν σε έναν άνθρωπο και μάλιστα ξένο. Και η αλήθεια είναι ότι η μοναδική ομάδα από την πρώην Ανατολική Γερμανία που -εφέτος- συμμετέχει στο κορυφαίο πρωτάθλημα της ενωμένης Γερμανίας, συμπεριφέρθηκε ως νεόπλουτη από τη μέρα που γεννήθηκε.
Οταν την αγόρασε ο δισεκατομμυριούχος ιδιοκτήτης της Red Bull, Ντίτριχ Μάτεσιτζ (το 2009), η SSV Markranstädt (Μάρκρανστεντ) -από την οποία ξεπήδησε η RB Leipzig (Λάιπτσιγκ)- έπαιζε στην 5η Κατηγορία. Με τις τσέπες του κολοσσού στα ενεργειακά ποτά -που το 2013 ο τζίρος του έσπασε το φράγμα των 5 δισ. ευρώ- αγοράζοντας όποιον ποδοσφαιριστή της γυάλιζε, σκαρφάλωσε, μέσα σε επτά χρόνια, στην Μπουντεσλίγκα.
Την περασμένη σεζόν είχε μπάτζετ για μετεγγραφές, ύψους 12 εκατ. ευρώ. Ολες μαζί οι υπόλοιπες ομάδες της Β’ Κατηγορίας ξόδεψαν 11 εκατ. ευρώ. Απέκτησε το δικό της γήπεδο, ένα υπερσύγχρονο προπονητικό κέντρο 30 εκατομμυρίων ευρώ, έφτιαξε ακαδημία για νέα ταλέντα. Ο,τι ήθελε, απλώς άπλωνε το χέρι και το άρπαζε.
Επειτα, την μισούν για την αδιαφάνεια και τη μυστικοπάθειά της. Οταν η αυστριακή πολυεθνική αποφάσισε να επενδύσει στη Λειψία, στη Γερμανία είχε ήδη θεσμοθετηθεί το μοντέλο των συλλόγων – εταιρειών λαϊκής βάσης, όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται με τον κανόνα του 50%+1. Ο Μάτεσιτζ, όμως, προσέβαλε βάναυσα αυτή την κουλτούρα. Ορισε την ετήσια συνδρομή στα 800 ευρώ και την εγγραφή στα 100 ευρώ. Σήμερα, επτά χρόνια μετά, τα μέλη με δικαίωμα ψήφου είναι… 17. Η Μπάγερν Μονάχου μετράει πάνω από 224.000, και η συνδρομή τους κοστίζει μόλις 60 ευρώ τον χρόνο. Αλλά, όσα κι αν ήταν τα μέλη της Λειψίας, η διοίκηση διατηρεί το δικαίωμα να «κόψει» όποιον επιθυμεί, χωρίς καμία εξήγηση.
Η Red Bull μπήκε στην αρένα του γερμανικού ποδοσφαίρου σαν πραγματικός ταύρος, όμως η Λειψία δεν είναι ο πρώτος σύλλογος στον οποίο το μοντέλο της λαϊκής συμμετοχής έχει καταστρατηγηθεί στην πράξη και η πλειοψηφία των μετοχών δεν ανήκει στους οπαδούς. Εχουν προηγηθεί οι περιπτώσεις της Λεβερκούζεν και της Βόλσφμπουργκ. Η διαφορά είναι ότι τόσο η Bayer στο Λεβερκούζεν όσο και η Volkswagen στο Βόλσφμπουργκ, είχαν άρρηκτους δεσμούς με τις πόλεις τους, πολύ πριν εμπλακούν στις ποδοσφαιρικές μπίζνες. Στα εργοστάσιά τους δούλευαν χιλιάδες οπαδοί των ομάδων που απέκτησαν. Ενώ η Red Bull δεν είχε καμία σχέση με τη Λειψία. Δεν είναι, καν, γερμανική.
Γιατί το μεγάλο αφεντικό διάλεξε να επενδύσει εκεί; Επειδή η Λειψία έχει τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στη χώρα, εκσυγχρονίζεται διαρκώς μετά την επανένωση των Γερμανιών, ο πληθυσμός της αυξάνεται ραγδαία (οι 450.000 κάτοικοι στις αρχές των ’90s θα έχουν φτάσει τους 600.000 το 2020), και στην πόλη -που παραμένει φθηνή σε σχέση με την υπόλοιπη Γερμανία- γίνονται πολλές επενδύσεις. Η BMW, η DHL, η Porsche, η Amazon και πολλές εταιρείες νέων τεχνολογιών έχουν ήδη παρουσία στη Λειψία, η οποία θεωρείται ιδανικός προορισμός για φοιτητές και, γενικότερα, νέους ανθρώπους.
Επιπλέον, σε ακτίνα 200 χιλιομέτρων δεν συναντάς κάποιον αξιόλογο ποδοσφαιρικό σύλλογο. Η πιο κοντινή ομάδα που αγωνίζεται στην Μπουντεσλίγκα, είναι η Χέρτα, στο Βερολίνο. Τέλος, στην πόλη υπήρχε ήδη ένα υπερσύγχρονο γήπεδο, χωρητικότητας 43.000 θεατών (50.000, όταν πρόκειται για συναυλίες), το οποίο είχε ανακαινιστεί για το Μουντιάλ 2006 και ανήκε σε ιδιώτη. Το «Zentralstadion» -που σήμερα λέγεται «Red Bull Arena»- κανείς δεν το χρησιμοποιούσε. Καμία από τις δυο τοπικές ομάδες δεν έπαιξε στην Μπουντεσλίγκα μετά το 1994.
Προηγουμένως, ο Μάτεσιτζ είχε χτυπήσει άλλες πόρτες. Το Αμβούργο, η Μόναχο 1860, η Φορτούνα Ντίσελντορφ και η Ζανκτ Πάουλι ήταν οι ομάδες που η αυστριακή εταιρεία προσπάθησε να αγοράσει. Χωρίς επιτυχία, καθώς υπήρχαν έντονες αντιδράσεις -ακόμη και διαδηλώσεις- εναντίον της. Το 2006, ο Μάτεσιτζ πλησίασε την Ζάξεν τάζοντας ιλιγγιώδεις επενδύσεις στον σύλλογο. Τα μέλη και οι οπαδοί της, του το ξέκοψαν: «Εμείς με πολυεθνικές δεν πέφτουμε στο κρεβάτι».
Επειτα από μάταιες προσπάθειες τριών ετών να επενδύσει στη Γερμανία, ο Μάτεσιτζ ρωτήθηκε αν αμφιβάλλει -πλέον- ότι το όνειρό του μπορεί να γίνει πραγματικότητα σε μία χώρα που αντιστέκεται σθεναρά στον ιδιωτικό έλεγχο των συλλόγων. Απάντησε με τη γνωστή του αυτοπεποίθηση: «Οι αμφιβολίες δεν αποτελούν γνώρισμα του χαρακτήρα μου».
Στο ποδόσφαιρο υπάρχει το μοναδικό -ίσως- χάσμα που ακόμη δεν έχει γεφυρωθεί στη Γερμανία, ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση. Φαίνεται πως ήρθε η ώρα να συμβεί κι αυτό
Ετσι, με μόλις 350.000 ευρώ εξαγόρασε την SSV Markranstädt (Μάρκρανστεντ), που έπαιζε στην 5η Κατηγορία. Το επόμενο εμπόδιο ήταν η επωνυμία του συλλόγου. Η γερμανική ποδοσφαιρική ομοσπονδία απαγορεύει να εμφανίζονται οι φίρμες των χορηγών. Αν και επιτρέπει το γήπεδο της Μπάγερν Μονάχου να λέγεται «Allianz Arena» και όχι «Fußball Arena München», που είναι το πραγματικό του όνομα, ή αυτό της Μπορούσια Ντόρτμουντ να ονομάζεται «Signal Iduna Park» και όχι «»Westfalenstadion. Τέλος πάντων, την βρήκε τη λύση. Βάφτισε την ομάδα του «RB Leipzig». Τα αρχικά RB είναι για το RasenBallsport, έναν νεολογισμό που σημαίνει «μπάλα του γκαζόν» -ή κάτι τέτοιο-, όμως υποκρύπτουν τη φίρμα Red Bull.
«Χαστούκι στην ποδοσφαιρική κουλτούρα της Γερμανίας» χαρακτήρισε το περιοδικό 11 Freunde τον προβιβασμό της Λειψίας στην Μπουντεσλίγκα, τον περασμένο Μάιο. Το 2009, ο γερμανικός Τύπος είχε συμφωνήσει: «Το τέλος του ποδοσφαίρου όπως το ξέρουμε». Σε έρευνα του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου του Μπράουνσβαϊγκ -τον Αύγουστο του 2015- η Λειψία κέρδισε άνετα τον τίτλο της πιο μισητής ομάδας Γερμανία. Οπου κι αν βρεθεί, συναντά την έχθρα. Πλακάτ, πανό, συνθήματα. Δυστυχώς, όχι μόνον αυτά…
Skandal bei DFB-Pokal: Dresden-Fans werfen gegen Leipzig abgetrennten Bullenkopf https://t.co/kq0ZShwwFz pic.twitter.com/uPXrEMFxUJ
— DIE WELT (@welt) August 21, 2016
Την περασμένη εβδομάδα, στο παιχνίδι Ντινάμο Δρέσδης – RB Λειψία (για το Κύπελλο), οπαδοί των γηπεδούχων πέταξαν πίσω από την εστία ένα κεφάλι ταύρου. Τον Ιούλιο, πριν από κάποιο φιλικό ματς στη Φρανκφούρτη, μπροστά από τα δυο τέρματα υπήρχαν πρόκες και πέτρες. Τον Μάρτιο του 2015, καμιά τριανταριά κουκουλοφόροι οπαδοί της Καρλσρούης έκαναν «ντου» στο ξενοδοχείο όπου διέμενε η ομάδα της Λειψίας. Εφτασαν μέχρι το εστιατόριο, πριν τους σταματήσει η ασφάλεια.
Το 2014, οπαδοί της Ουνιόν που υποδεχόταν τη Λειψία, σε συνεννόηση με τη διοίκηση της ομάδας, μοίρασαν στην είσοδο του γηπέδου φυλλάδια με τίτλο «Η κουλτούρα πεθαίνει στη Λειψία, στην Ουνιόν παραμένει ζωντανή». Μετά το σφύριγμα της έναρξης του αγώνα, 20.000 οπαδοί, ντυμένοι στα μαύρα, παρέμειναν σιωπηλοί επί 15 λεπτά. Ακόμη και τον παρθενικό της αγώνα -τον Αύγουστο του 2009 στην 5η Κατηγορία, στην έδρα της Καρλ Τσάις Ιένα- τον έπαιξε με αστυνομική συνοδεία, καθώς το κοινό παραληρούσε: «Θάνατος στην RBL». Μετά το σφύριγμα της λήξης, οι παίκτες πήγαν κατευθείαν στο πούλμαν της ομάδας τους, χωρίς να κάνουν ντους και να αλλάξουν.
Η Λειψία έχει συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι δεν είναι ευπρόσδεκτη πουθενά. Οι μισοί Γερμανοί -οι πρώην δυτικοί- την απεχθάνονται επειδή δεν τη θεωρούν κανονικό κλαμπ, αλλά ένα κέλυφος για μπίζνες, ένα εργαλείο μάρκετινγκ στα χέρια του Μάτεσιτζ. Αυτός ο άνθρωπος έχει στην ιδιοκτησία του την πρωταθλήτρια Αυστρίας Ζάλτσμπουργκ, ομάδες σε ΗΠΑ (τους διάσημους New York Red Bulls), Γκάνα και Βραζιλία, ομάδα στο Μόναχο, ομάδα χόκεϊ επί πάγου, δύο ομάδες στη Φόρμουλα 1 (Red Bull Racing και Scuderia Toro Rosso) και μία στο NASCAR (Red Bull Racing Team). Κι όμως, δεν έχει βρεθεί ούτε μία φορά στο γήπεδο…
Οι άλλοι μισοί Γερμανοί -οι πρώην ανατολικοί- την μισούν επειδή τους εκπροσωπεί στην Μπουντεσλίγκα χωρίς να έχει καμία ιστορική σχέση μαζί τους. Κι όλοι μαζί, επειδή «κατάπιε» ένα σωρό παραδοσιακές ομάδες -με το πορτοφόλι ενός ξένου- για να τους πάρει τη θέση στο μεγάλο γερμανικό πρωτάθλημα. «Δεν παραδινόμαστε στα λεφτά ενός αναψυκτικού», είναι το σύνθημα που ακούγεται παντού όπου ταξιδεύει η Λειψία.
Αλλά στην πόλη της, την λατρεύουν. Αυτό το καλοκαίρι πούλησε πάνω από 20.000 κάρτες διαρκείας. Μόνο πέντε έξι ονομαστοί σύλλογοι της Μπουντεσλίγκα την ξεπέρασαν. Πέρυσι, στη Β’ Κατηγορία, έκοβε 30.000 εισιτήρια -κατά μέσον όρο- στους εντός έδρας αγώνες της, περισσότερα από την Καϊζερσλάουτερν ή τη Νυρεμβέργη. Η μέρα που θα «κοιτάξει στα μάτια» την Μπάγερν και την Ντόρτμουντ, δεν θα αργήσει.
Στο ποδόσφαιρο υπάρχει το μοναδικό -ίσως- χάσμα που ακόμη δεν έχει γεφυρωθεί στη Γερμανία, ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση. Φαίνεται πως ήρθε η ώρα να συμβεί κι αυτό. Αλλωστε, η ένωση των Γερμανιών άρχισε από τη Λειψία -τη μεγαλύτερη πόλη της Ανατολικής Γερμανίας- με τις διαδηλώσεις έξω από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News