Το καλοκαίρι του 1941 στο νησί του Βεντοτένε στην Τυρρηνική Θάλασσα που απέχει μόλις 60 μίλια από τις Ιταλικές ακτές, μία ομάδα Ιταλών πολιτικών κρατούμενων ολοκλήρωσε το κείμενό της που έμεινε γνωστό ως «Μανιφέστο του Βεντοτένε».
Βάση του κειμένου αποτέλεσε το μέλλον της Ευρώπης αλλά και η αναζήτηση των αιτιών για τα δεινά της ηπείρου. Συντάκτης, αυτού του κειμένου, μεταξύ άλλων, ο Αλτίερο Σπινέλι, ένας ακτιβιστής που ότι είχε έρθει σε σύγκρουση με το Κομμουνιστικό Κόμμα.
Τόσο το κείμενο όσο και οι δημιουργοί του προωθούσαν τις φεντεραλιστικές ιδέες, κατηγορώντας την Κοινωνία των Εθνών σαν ένα αφελές και ανίσχυρο όργανο, ενώ διακήρυτταν το έθνος-κράτος σαν μία σταθερή απειλή για την ειρήνη στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Γι’ αυτούς η δημιουργία μίας ευρωπαϊκής ομοσπονδίας ήταν μονόδρομος, η Ευρώπη είχε το ιστορικό καθήκον να το κάνει αντί να μεταφέρει τις συγκρούσεις της στην υπόλοιπη υδρόγειο.
Εβδομηνταπέντε χρόνια μετά από εκείνο το καλοκαίρι και η έννοια «Ευρώπη» φαντάζει περισσότερο αμφίσημη από ποτέ. Η Ευρώπη του πολιτισμού μετατρέπεται στην Ευρώπη των αγορών και του ηγεμονισμού πολλές φορές στο ίδιο πηγαδάκι, που συνήθισε να αναμασάει το ίδιο ερώτημα: «ποιο το μέλλον».
Βέβαια ας μη θεωρήσουμε πως υπάρχει κάποιου είδους πρωτιάς σε αυτή μας τη σκέψη. Ο Φ. Σαμπό έγραφε το 1943-44: «Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει και εξακολουθεί να γίνεται πολύς λόγος για την Ευρώπη και για την αντί-Ευρώπη (…) Η λέξη Ευρώπη έχει φορεθεί ασυνήθιστα πολύ, για καλούς και κακούς λόγους. Αν όμως σταθούμε και αναλύσουμε λίγο πιο προσεκτικά τι εννοούν όταν λένε Ευρώπη θα αντιληφθούμε αμέσως την τεράστια σύγχυση που επικρατεί στο μυαλό τους».
Το ερώτημα όμως παραμένει «ποιο το μέλλον». Εν πρώτοις, υπάρχει ένα; Η Ευρώπη σαν πολιτικό, οικονομικό και γιατί όχι κοινωνικό οικοδόμημα δείχνει περισσότερο λαβωμένη και ετοιμόρροπη από ποτέ. Η οικονομική κρίση, το μεταναστευτικό ζήτημα και το Brexit φανέρωσαν έτει παραπάνω τις βαθιές ανομοιομορφίες στο εσωτερικό της ένωσης. Περισσότερο όμως ανέδειξαν τη σαθρή δόμηση που έχει το υπάρχον διοικητικό μοντέλο πάνω στο οποίο είναι στηριγμένη τόσο η ένωση όσο και η ευρωζώνη.
Είναι δυνατόν να αντέξει ένα νόμισμα χωρίς ένα κράτος; Είναι δυνατόν να αντέξει ένα υπερκράτος όταν η λαϊκή βούληση δεν επιθυμεί την ύπαρξη του; Το 1964 ο Ραϋμόν Αρόν έγραφε ότι η «Η συνείδηση ενός έθνους είναι απείρως ισχυρότερη από μία αίσθηση της Ευρώπης» λόγια που σίγουρα έχουν ισχύ σήμερα.
Η απόρριψη μέσω δημοψηφισμάτων του ευρωπαϊκού συντάγματος σε Γαλλία και Ολλανδία το 2005 απέδειξε το παραπάνω αρκετά χρόνια πριν την κρίση – το Brexit απλά βύθισε τις όποιες αμφιβολίες υπήρχαν. Οι ευρωπαίοι πολίτες δεν ήταν έτοιμοι τότε και σίγουρα δε φαντάζουν έτοιμοι τώρα να δεχθούν την οποιαδήποτε πρόταση περί συνεκτικότερης συνεργασίας σε ενωσιακό επίπεδο. Όχι όταν το μέλλον της Ευρώπης φαντάζει πιο δυσοίωνο από ποτέ ενώ οι ομοσπονδιακού τύπου προοπτικές βρίσκουν τον διαρκώς αυξανόμενο τοίχο του ευρωσκεπτικισμού και της ακροδεξιάς.
Η κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα αν και από καιρό εφευρεμένη, (ήδη από τον μεσοπόλεμο ο Πολ Βαλερύ κάνει λόγο για αυτήν) παραμένει καλά σφραγισμένη -σχεδόν ενταφιασμένη- στους στενούς κόλπους και στις συνειδήσεις των διεθνολόγων, των ιστορικών και των πολιτικών.
Στα τέλη του Αυγούστου ηγέτες κρατών της ένωσης ανακοίνωσαν τη συνάντησή τους στο συμβολικό νησί του Βεντοτένε. Και εκεί η ερώτηση θα παραμένει «ποιο το μέλλον;». Η απάντηση «άγνωστο προς το παρόν».
Το σίγουρο είναι, ότι η συνάντηση αυτή εγείρει ερωτήματα, μνήμες και το αβάσταχτο συναίσθημα μιας προσδοκίας. Έτσι ώστε να μην χρειαστεί να επαληθευθεί το τρίπτυχο που κάποτε στόλιζε με αυτό, ένας διπλωμάτης την Ευρώπη: «Οικονομικός γίγαντας, πολιτικός νάνος, στρατιωτικό σκουλήκι».
*Ο Γιώργος Καραταράκης, είναι απόφοιτος του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και τελειόφοιτος μεταπτυχιακού προγράμματος Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News