Ο δημοσιογράφος Ολιβερ Γουεϊνράιτ ήταν στη συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση του Κέντρου Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος –καταγράφει άλλωστε στο κείμενο πολλές από τις ατάκες τόσο του αρχιτέκτονα Ρέντσο Πιάνο, όσο και προέδρου του Ιδρύματος Ανδρέα Δρακόπουλου. Μάλιστα κάποιοι είδαν τον δημοσιογράφο (έχει σπουδάσει αρχιτεκτονική) σε μια ιδιωτική συζήτηση και ξενάγηση από τον ίδιο τον Πιάνο, κάπως διαφορετικό απ’ ότι στις φωτογραφίες, με μακριά μαλλιά πιασμένα κοτσίδα. Αργότερα κάθισε πλάι σε έλληνες δημοσιογράφους αμίλητος. Και δεν έκανε καμία ερώτηση στη συνέντευξη Τύπου.
Στο άρθρο του μεταφέρει τις δηλώσεις με ακρίβεια, καταγράφει τα βασικά στοιχεία του Κέντρου και παρουσιάζει και σχετικές φωτογραφίες, ενώ εκφράζει μερικές αντιρρήσεις εύλογες (θέματα γούστου και προσλαμβανουσών). Φαίνεται όμως πως μπερδεύει κάποιες βασικές πληροφορίες, όπως σπεύδουν να του διευκρινίσουν οι εκατοντάδες σχολιαστές κάτω από το άρθρο του στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας! Κάποιοι καλοπροαίρετα, άλλοι με τη διαπίστωση πως είναι ένα «κακό, ξενοφοβικό κείμενο».
Διότι προφανώς υπάρχουν διακριτοί λόγοι για να ασκήσει κάποιος κριτική και να εκφράσει φόβους για τη λειτουργία του Κέντρου, κυρίως από τη στιγμή που θα περάσει στα χέρια του ελληνικού Δημοσίου. Ομως τα επιχειρήματα που στηρίζουν τον επιθετικό τίτλο του άρθρου δεν είναι αρκετά για να τον δικαιολογήσουν.
Εχει ενδιαφέρον, δε, ότι το κείμενο αυτό καθ’ αυτό δεν δικαιολογεί τη δριμύτητα του τίτλου του άρθρου που εκπέμπει μια «ξιπασιά», ένα κατάλοιπο αποικιοκρατικού αντανακλαστικού με ύφος «μα τι τα θέλουν οι Ελληνες τα κέντρα πολιτισμού και τους αρχιτέκτονες σταρ». Λησμονώντας πως το έργο έγινε με αποκλειστική δωρεά 600 εκατομμυρίων ευρώ από το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος και είναι ένα έργο που ξεκίνησε να σχεδιάζεται το 1996, πολύ πριν από την κρίση. Κάτι που αναφέρεται στο κείμενο, αλλά αλήθεια, πόσοι αναγνώστες της διεθνούς έκδοσης θα διαβάσουν μέχρι τέλους το μακροσκελές άρθρο; Πόσο θα άλλαζε η εικόνα αν υπήρχε η λέξη δωρεά στον τίτλο; Πολύ…
Γράφει ο τίτλος λοιπόν: «Κενή χειρονομία; Η 600 εκατομμυρίων ευρώ πολιτιστική Ακρόπολη από τον Ρέντσο Πιάνο στην Αθήνα της λιτότητας». Λογοπαίγνιο με μια φράση του γενοβέζου αρχιτέκτονα σταρ από τη συνέντευξη Τύπου, όπου ανέφερε ότι «ένα καλό κτίριο αποτελεί μια αστική χειρονομία. Και σε κάνει να πιστεύεις ότι ο κόσμος μπορεί να γίνει καλύτερος». Και συνεχίζει ο υπότιτλος ως εξής: «Παρουσιάστηκε με τυμπανοκρουσίες. Αλλά τώρα ο ναός του πολιτισμού των 20 εκταρίων στέκει κενός, τα ράφια για τα δύο εκατομμύρια βιβλία είναι άδεια, οι πόρτες του κλειστές. Μπορεί αυτή η αγρίως φιλόδοξη αστική χειρονομία να πετύχει»;
Η αγωνία του συντάκτη για το γεγονός πως δεν θα λειτουργήσει το Κέντρο έχει ίσως σχέση με την παρανόηση του: δεν παραβρέθηκε σε εγκαίνια αλλά σε μια σειρά εκδηλώσεων για τη γνωριμία των πολιτών με το Κέντρο Πολιτισμού. «Εμμονή» του Ιδρύματος είναι ο κόσμος να γνωρίσει το Κέντρο, να το αγαπήσει πριν ακόμα αρχίσει να λειτουργεί, έτσι ώστε τότε να απαιτήσει ο πολίτης τη σωστή διαχείρισή του και να του δώσει ζωή.
Οι εντυπωσιακές συναυλίες και δράσεις που περιγράφει ο δημοσιογράφος με μια υπεροψία, ήταν αυτές που έφεραν 115.000 πολίτες της Αθήνας της λιτότητας δωρεάν στο χώρο για να δουν σημαντικούς καλλιτέχνες και να αποκτήσουν μια νέα αστική εμπειρία. Οσο για το γεγονός πως χρειάζονται 900 άτομα για να λειτουργήσει το Κέντρο όπως αναφέρεται στο άρθρο, δεν αποσαφηνίζει πως οι περισσότεροι εργάζονται ήδη στην Εθνική Λυρική Σκηνή και στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Δεν ιδρύονται τώρα αυτοί οι οργανισμοί, απλά μετακομίζουν σε ένα περιβάλλον που στοχεύει στη μεγιστοποίηση των δυνατοτήτων τους…
O συντάκτης βρίσκει το ΚΠΙΣΝ ανταγωνιστικό σε κλίμακα ως προς την Ακρόπολη (…) ενώ εκφράζει αμφιβολίες για την όψη του προς την παραλία. Επιφυλάξεις που η αλήθεια είναι πως εκφράζονται από πολλούς, καθώς το ΚΠΙΣΝ ορθώνεται αδιαπέραστο, μονοκόμματο πάνω από την Παραλιακή δημιουργώντας ένα γκρι οπτικό φράγμα προς το Πάρκο.
Με το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος να έχει δωρίσει επιπλέον 5 εκατομμύρια ευρώ σε Λυρική και Εθνική Βιβλιοθήκη για τα έξοδα μετακόμισης και την εκπαίδευση του προσωπικού (στοιχεία που αναφέρει και το άρθρο του Guardian) δίνονται απαντήσεις τα θέματα των εξόδων της μετάβασης. Οσο για τη διαχείριση και την χρηματοδότηση, είναι διαρκής η υπόμνηση πως το Ιδρυμα θα συνδράμει καλύπτοντας μέρος του προϋπολογισμού ή πρότζεκτ, με την προϋπόθεση ότι η πολιτεία θα είναι σωστή στη διαχείριση και θα εγκαταλείψει άνευ λόγου το Κέντρο.
Το ζητούμενο είναι – που δεν τίθεται από τον αρθρογράφο- αν οι ίδιοι οι Οργανισμοί θα μπορέσουν καλλιτεχνικά και ως προς το περιεχόμενο να ανταποκριθούν στις αυξημένες προσδοκίες που έχουμε για το μέλλον τους. Αν θα μπορέσουν να διαχειριστούν τις μοναδικές δυνατότητες των χώρων που μπορούν να εκτινάξουν Λυρική και Βιβλιοθήκη στην κορυφή των ευρωπαϊκών αντίστοιχων οργανισμών.
Τι μένει από το άρθρο που αιφνιδίασε πολλούς; Το δάχτυλο που κουνούν με αίσθημα ανωτερότητας κάποιοι ακόμα στην Ελλάδα, στην Ελλάδα που παλεύει με την κρίση και παίρνει ανάσες από έργα ευεργετών Το ανασηκωμένο φρύδι προς τους φτωχούς του Νότου που θα αξιωθούν ένα τέτοιο έργο. Και η ευκολία με την οποία ένα όραμα, ένας πήχης για τους πολίτες ακυρώνεται σε δυο αράδες τίτλου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News