-
Dernière Heure
Ο ιδανικός ένοχος
«Αυτή η ιστορία κατέστρεψε τη ζωή μου». Αυτός που μιλάει στη Dernière Heure είναι ο Φαϊσάλ Σεφού, ο ρεπόρτερ που συνελήφθη από τη βελγική αστυνομία ως ο τρίτος άνθρωπος της τρομοκρατικής επίθεσης στο αεροδρόμιο των Βρυξελλών (εκείνος με το καπέλο) για να αφεθεί στη συνέχεια ελεύθερος χωρίς να του ζητηθεί μια συγγνώμη. Στη βελγική εφημερίδα λέει ότι πλέον κρύβεται στο σπίτι ενός γνωστού του χωρίς να βγαίνει ποτέ έξω επειδή φοβάται για τη ζωή του. «Με απείλησαν ότι θα με σκοτώσουν. Εχω μια ζωή και μια οικογένεια! Φανταστείτε τι ζούμε εγώ, η μητέρα μου και οι αδελφές μου».
Ο,τι ακολουθεί είναι ένα δριμύ κατηγορώ. «Είπα αμέσως στους αστυνομικούς ότι δεν θα μπορούσα να βρίσκομαι στο αεροδρόμιο γιατί την ώρα της επίθεσης ήμουν στο σπίτι μου. Τους είπα ότι είχα αποδείξεις γι’ αυτό. Θα μπορούσαν να το τσεκάρουν. Αλλά κανένας δεν με άκουγε. Ημουν ο ιδανικός ένοχος». Και ένας ένοχος – προσθέτει – χρειαζόταν. Γιατί η προτεραιότητα της αστυνομίας, σύμφωνα με τον Σεφού, ήταν να καθησυχάσει την κοινή γνώμη. «Βασίστηκαν στη μαρτυρία του ταξιτζή που είπε ότι έμοιαζα λίγο με αυτόν που μετέφερε στο αεροδρόμιο και φορούσε το καπέλο. Δεν είχαν κανένα άλλο στοιχείο. Κι ενώ ασχολούνταν με μένα, οι πραγματικοί δράστες τους ξέφυγαν. Εχουν περάσει δυο εβδομάδες από τις επιθέσεις και ακόμη να τους πιάσουν. Είναι εντελώς άσχετοι».
Ο Σεφού λέει ακόμη ότι έχει έρθει σε επαφή με το CNN και το ΑΒC για να μιλήσει για την περιπέτειά του. Και φυσικά για να εκθέσει κι άλλο τη βελγική αστυνομία.
-
ABC
Για την επανάσταση
Επτά εκατομμύρια ευρώ. Αυτό είναι συνολικά το ποσό από τη Βενεζουέλα του Ούγκο Τσάβες που μπήκε στα ταμεία του Podemos, του κόμματος της ισπανικής ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ή μάλλον που μπήκε στα ταμεία του Κέντρου Πολιτικών και Κοινωνικών Μελετών, του ινστιτούτου που αποτέλεσε τη μήτρα του Podemos και του οποίου στέλεχος ήταν και ο ηγέτης του κόμματος Πάμπλο Ιγκλέσιας.
Η αποκάλυψη προέρχεται από τη συντηρητική εφημερίδα ABC, αλλά και το σάιτ El Confidencial, που επικαλούνται μια έκθεση του υπουργού Οικονομικών της Βενεζουέλας Ραφαέλ Ισέα προς τον Τσάβες με ημερομηνία 28 Μαΐου 2008. Στην έκθεση αναφέρεται ότι ο σκοπός της χρηματοδότησης είναι να ενισχυθούν εκείνες οι πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν πολιτικές αλλαγές οι οποίες θα φέρουν τη «μπολιβαριανή επανάσταση» πιο κοντά στην Ισπανία.
Η χρηματοδότηση άρχισε το 2003 και συνεχίστηκε ως το 2011. Ο εκπρόσωπος του Podemos στο κοινοβούλιο Ινιγκο Ερεχόν χαρακτήρισε «εντελώς ψευδή» την είδηση – και είναι η δεύτερη του είδους που διαψεύδεται από το Podemos μετά από εκείνη της χρηματοδότησης από το Ιράν. Τα Caracas Papers, πάντως, δεν φέρνουν σε δύσκολη θέση μόνο το κόμμα του Ιγκλέσιας. Κάνουν πιο δύσκολο και τον σχηματισμό κυβέρνησης σε μια χώρα η οποία από τις εκλογές του περασμένου Δεκεμβρίου προσπαθεί να κάνει ακριβώς αυτό: να κυβερνηθεί.
-
La Repubblica (έντυπη έκδοση)
Να αρνηθούμε το παρελθόν;
Για όποιον κρίνει τις συστάσεις απαραίτητες, ο Γκέι Ταλέζε ήταν ένας από τους πιονιέρους της αμερικάνικης «νέας δημοσιογραφίας» μαζί με τον Τομ Γουλφ, τον Νόρμαν Μέιλερ, αλλά και τον Τρούμαν Καπότε. Eνα τέτοιο παρελθόν σημαίνει ότι δεν φοβήθηκε ποτέ να είναι πολιτικά μη ορθός. Το επεισόδιο, ωστόσο, στο οποίο έγινε άθελά του αρνητικός πρωταγωνιστής, τον έκανε να φοβηθεί. Και να μιλήσει για «εκφυλισμό του πολιτισμού και της ενημέρωσης».
Το επεισόδιο καταγράφηκε πριν από μερικές ημέρες στο πανεπιστήμιο της Βοστώνης. Ο Ταλέζε ήταν καλεσμένος σε μια εκδήλωση και κάποιος από το κοινό τον ρώτησε ποιες ήταν οι γυναίκες δημοσιογράφοι που τον είχαν εμπνεύσει. «Καμία», ήταν η απάντησή του. Κι αυτή η απάντηση ήταν αρκετή για να ξεσπάσει μια θύελλα αντιδράσεων τόσο στον Τύπο όσο και στα σόσιαλ μίντια.
«Οταν ξεκίνησα ήμουν 16 χρονών, όλα τα σημεία αναφοράς εκείνη την εποχή ήταν άνδρες», εξηγεί στη Repubblica. «Πρέπει να αρνηθούμε το παρελθόν; Αργότερα βέβαια εμφανίστηκαν και πολλές εξαιρετικές γυναίκες δημοσιογράφοι. Οχι ότι δεν υπήρχαν και παλιότερα. Αλλά έγραφαν ελαφρά πράγματα. Δυστυχώς ζούμε στη δικτατορία της πολιτικής ορθότητας. Και το επεισόδιο αυτό είναι η απόδειξη. Αλλά η παραποίηση της Ιστορίας δεν βοηθά την αλήθεια».
Λίγες ημέρες μετά το επεισόδιο, μια δημοσιογράφος των New York Times ζήτησε από τον Ταλέζε να φωτογραφηθούν μαζί. Την επομένη είδε τη φωτογραφία στην εφημερίδα με το εξής σχόλιο: «Εχασα τον σεβασμό μου για το είδωλό μου». Και οι υβριστικές επιστολές δεν έχουν σταματήσει να φτάνουν στο σπίτι του. «Δεν είναι αξιολύπητο;». Ε ναι, είναι.
-
BBC News
Δέκα χρόνια
Αυτό είναι ένα άρθρο του BBC Asia που λογοκρίθηκε στην Κίνα απ’ όλα τα μέσα ενημέρωσης με εντολή του καθεστώτος. Και δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς τον λόγο: το άρθρο αναφέρεται σε μια ταινία και η ταινία δείχνει παιδιά με στολές να συλλαμβάνουν ενήλικες με τον τρόπο που το έκαναν οι ερυθροφρουροί της Πολιτιστικής Επανάστασης του Μάο, μια γυναίκα να αυτοπυρπολείται έξω από το βρετανικό προξενείο, συμμορίες να χτυπούν όσους δεν μιλούν κινέζικα αλλά τη διάλεκτο του Χονγκ Κονγκ.
Η ταινία τιτλοφορείται «Δέκα χρόνια» και είναι ένα θρίλερ πολιτικής φαντασίας τόσο ενοχλητικό για το Πεκίνο ώστε η κρατική εφημερίδα Global Times το χαρακτήρισε «εγκεφαλικό ιό». Η ταινία περιγράφει πώς θα ήταν το Χονγκ Κονγκ, η πρώην βρετανική αποικία που ενσωματώθηκε στην Κίνα το 1997 με ειδικό καθεστώς, εάν έχανε τα προνόμιά του και γινόταν μια κινεζική επαρχία όπως όλες οι άλλες.
Αν το θέμα της ταινίας έφτασε στην κεντρική σελίδα του BBC αλλά και την πρώτη των Financial Times, είναι επειδή τιμήθηκε με ένα από τα πιο σημαντικά κινηματογραφικά βραβεία της Ασίας, το Hong Kong Film Awards. Ανεξάρτητη παραγωγή και με χαμηλό προϋπολογισμό, η ταινία προβλήθηκε για λίγες εβδομάδες σε πολλούς κινηματογράφους του Χονγκ Κονγκ. Κι έσπασε τα ταμεία. Στην Κίνα – δεν χρειάζεται καν να το πούμε – η προβολή της απαγορεύτηκε.
-
Vice
Ηταν ιδεαλιστές
Ο Στίβεν Μπέντλεϊ αποπνέει σήμερα την αύρα ενός ήσυχου ανθρώπου. Είναι γύρω στα 70, έχει λίγα μαλλιά και γένια, λευκά και τα δυο. Αν όμως – γράφει το Vice – τον είχατε συναντήσει τη δεκαετία του 1970 θα τον περνάγατε για χίπι ή για τον Αλ Πατσίνο του «Σέρπικο». Γιατί ο αστυνομικός ερευνητής Μπέντλεϊ ήταν ο βρετανός Σέρπικο. Κι όχι μόνο επειδή είχε μακριά μαλλιά και μούσια. Αλλά κι επειδή συμμετείχε στην ομάδα των αστυνομικών που στα μέσα της δεκαετίας του 1970 κατάφεραν να εξαρθρώσουν το μεγαλύτερο δίκτυο παραγωγής και διακίνησης LSD.
Για να πετύχει τον σκοπό του εντάχθηκε σε μια κοινότητα χίπι. «Ημουν 28 χρονών. Μαζί με τον συνάδελφό μου Ερικ αγοράσαμε ένα παλιό φορτηγάκι και κάναμε τους μεταφορείς για να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη τους». Το κόλπο έπιασε. Μόνο που έπρεπε να κάνουν και άλλα πράγματα για να πείσουν. «Δεν βρέθηκα ποτέ στο σημείο να πάρω LSD με το ζόρι για να σώσω την κάλυψή μου. Εκανα όμως χασίς και κοκαΐνη». Επειτα από δύο χρόνια ερευνών και μεταμφιέσεων, οι αστυνομικοί που συμμετείχαν στην «Επιχείρηση Τζούλι» κατάφεραν να εξαρθρώσουν το δίκτυο. Οπως αποκαλύφθηκε, είχε στήσει το «εργοστάσιό» του στο Κέιμπριτζ, ενώ στη συνέχεια η παραγωγή μεταφέρθηκε στην Ουαλία. Και δεν ήταν καθόλου ευκαταφρόνητη: θα έφτανε τα 6,5 εκατομμύρια χάπια.
«Οταν ξαναείδα τον Σμάιλ στην φυλακή (έναν από τους επικεφαλής του δικτύου) ένιωσα άσχημα. Εκείνος μου είπε ότι δεν μου κρατάει κακία. Μου ήρθε να βάλω τα κλάματα και μετά τις συλλήψεις πέρασα μια περίοδο κατάθλιψης». Μα γιατί; «Είπαν ότι ήταν το μοιραίο χτύπημα στο κίνημα των χίπις. Ο Σμάιλ και οι άλλοι όμως ήταν ιδεαλιστές. Η βιομηχανία των ναρκωτικών πέρασε μετά στις εγκληματικές οργανώσεις που ψάχνουν το εύκολο χρήμα».
Είναι μια κάπως χίπικη ανάγνωση. Και οπωσδήποτε ιδεαλιστική.
H Dernière Heure για το άλλο θύμα των Βρυξελλών / Η ABC για τα Caracas Papers / Ο Γκέι Ταλέζε στη Repubblica για τη δικτατορία της πολιτικής ορθότητας / Το BBC για ένα λογοκριμένο πολιτικό θρίλερ / To Vice για μια χίπικη ιστορία ψυχεδέλειας