Τιμή και δόξα στον Ολυμπιακό, που την Κυριακή πανηγύρισε τον 43ο τίτλο του στο Πρωτάθλημα, 18ο τα τελευταία 20 χρόνια και έκτο διαδοχικό. Αλλά κάτι δεν πάει καλά εδώ. Επαιζε με τη Βέροια, την οποία είχε νικήσει -ως γηπεδούχος- τις 15 προηγούμενες φορές που τη συνάντησε. Αυτή η σχεδόν βέβαιη νίκη σήμαινε τη στέψη του. Το «Γεώργιος Καραϊσκάκης», όμως, ήταν μισο-άδειο. Ο αγώνας που μύριζε φιέστα, έκοψε λιγότερα από 15.000 εισιτήρια. Αν δεν υπήρχε το ματς με την Ξάνθη (13.300), θα ήταν αρνητικό ρεκόρ προσέλευσης θεατών…
Φαίνεται πως, ακόμα και οι πιο φανατικοί ολυμπιακοί, κουράστηκαν από τη μονότονη κυριαρχία της ομάδας τους. Οχι από τους τίτλους -ποιος οπαδός τρελάθηκε και δεν τους θέλει;- αλλά από τη βαρετά επαναλαμβανόμενη κατάκτησή τους χωρίς την παραμικρή αντίσταση. Και -η αλήθεια είναι- αυτή τη φορά ο Ολυμπιακός… το παράκανε. Πρωταθλητή από τον Φεβρουάριο, δεν είχαμε ξαναδεί. Το προηγούμενο πιο γρήγορο Πρωτάθλημα -τη σεζόν 2012-2013, επί Βαλβέρδε- το είχε πάρει στις 10 Μαρτίου.
Η δόξα του νικητή είναι η αξία του ηττημένου. Δυστυχώς -για το Πρωτάθλημα- οι ηττημένοι των έξι τελευταίων ετών πέρασαν μεγάλες περιπέτειες. Με αποκορύφωμα το 2013, που ο Παναθηναϊκός αναγκάστηκε να ξαναχτίσει την ομάδα του στα συντρίμμια της πολυμετοχικότητας και η ΑΕΚ να βουτήξει στα λασπόνερα της Γ’ Εθνικής για να ξεπλύνει τα δυσβάστακτα χρέη της. Ενα χρόνο νωρίτερα ο απαξιωμένος ΠΑΟΚ επιχειρούσε τη δική του επανεκκίνηση, με νέο αφεντικό του τον Ιβάν Σαββίδη. Αυτές είναι οι τρεις ομάδες που μπορούν να ρίξουν το αλάτι του ανταγωνισμού στο άνοστο ελληνικό πρωτάθλημα.
Μέχρι στιγμής η ΑΕΚ έχει κάνει τα πιο γοργά βήματα. Μόλις έξι μήνες μετά την επιστροφή της στη Σούπερ Λιγκ, είναι δεύτερη στη βαθμολογία, έχει σπάσει το αήττητο του Ολυμπιακού, κερδίζει τα ντέρμπι -ακόμη και όταν δεν βλέπεται- συγκεντρώνει χιλιάδες οπαδούς της στις εξέδρες (στα σημαντικά ματς) και έχει βάλει μπρος τα σχέδια για το νέο της γήπεδο. Αν και πολλοί προέβλεπαν ότι θα καθυστερήσει μερικά χρόνια να ξαναβρεί τον πρωταγωνιστικό ρόλο που ιστορικά έπαιζε, η ΑΕΚ είναι -κιόλας- πάλι εδώ. Το ΠΟΚ έχει, ξανά, απαρτία. Μόνο που -αυτή τη φορά- δεν είναι συμμαχία, όπως τότε.
Χάρη στα 18 Πρωταθλήματα που κατέκτησε τα τελευταία 20 χρόνια, ο Ολυμπιακός έχει σαρώσει το 53,8% των τίτλων. Ανάμεσα στους υποψήφιους αμφισβητίες της παντοδυναμίας του, η ΑΕΚ φαντάζει ως το πρώτο φαβορί να τα καταφέρει, επειδή έμαθε να νικά ακόμα και όταν δεν παίζει καλά
Για όσους είναι πολύ νέοι για να γνωρίζουν, το «τότε» ήταν το 1927. Το ΠΟΚ ήταν ένα σύμφωνο εμπορικού χαρακτήρα των τριών δημοφιλέστερων ποδοσφαιρικών συλλόγων της Αθήνας και του Πειραιά. Η ονομασία του προήλθε από τα αρχικά τους: Παναθηναϊκός, Ολυμπιακός και Κωνσταντινούπολη (για την ΑΕΚ). Συστάθηκε το φθινόπωρο του 1927 με σκοπό το κοινό όφελος από τη διοργάνωση αγώνων και τουρνουά -κάτι σαν αθλητικό τραστ, δηλαδή- και εξελίχθηκε σε συνεργασία των τριών ομάδων, σε όλους τους τομείς, η οποία διήρκεσε έως τα μέσα της δεκαετίας των ’60s.
Αφορμή για τη δημιουργία του υπήρξε μια διένεξη του Ολυμπιακού με την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, η οποία αποφάσισε να του επιβάλει πολύμηνη τιμωρία και απαγόρευσε, επί ποινή διαγραφής, σε όλα τα υπόλοιπα σωματεία να παίζουν μαζί του, ακόμα και σε φιλικούς αγώνες. Ο Παναθηναϊκός και η ΑΕΚ δεν υπάκουσαν και πήραν το μέρος του. Τι ειρωνεία! Η ΕΠΟ, που τότε συσπείρωσε τους τρεις «μεγάλους» του ΠΟΚ εναντίον της, σήμερα είναι η βασική αιτία της αντιμαχίας τους. Το λάφυρο του πολέμου είναι ο έλεγχός της, ο οποίος -για τον νικητή- συνεπάγεται μια πιο ευνοϊκή αντιμετώπιση από τα κέντρα της ποδοσφαιρικής εξουσίας.
Ο όρος ΠΟΚ χρησιμοποιείται και στις μέρες μας, για να υποδηλώσει ένα είδος κυριαρχίας στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Το γιατί, εξηγείται με μια απλή πρόσθεση: τα 43 Πρωταθλήματα του Ολυμπιακού συν τα 20 του Παναθηναϊκού συν τα 11 της ΑΕΚ, μας κάνουν 74. Ολοι οι υπόλοιποι σύλλογοι μοιράζονται έξι τίτλους. Τρεις έχει πάρει ο Αρης (που κατέκτησε και τον πρώτο, το 1928), δυο ο ΠΑΟΚ (το 1976 και το 1985) και έναν η Λάρισα – η τελευταία ομάδα εκτός ΠΟΚ που πήρε το Πρωτάθλημα.
Χάρη στα 18 Πρωταθλήματα που κατέκτησε τα τελευταία 20 χρόνια, ο Ολυμπιακός έχει σαρώσει το 53,8% των τίτλων. Ανάμεσα στους υποψήφιους αμφισβητίες της παντοδυναμίας του, η ΑΕΚ φαντάζει ως το πρώτο φαβορί να τα καταφέρει. Οχι επειδή παίζει καλύτερη μπάλα από τους άλλους δυο, αλλά επειδή έμαθε να νικά και όταν δεν παίζει καλά. Οπως συνέβη την Κυριακή στο ΟΑΚΑ. Σε μια από τις χειρότερες βραδιές της, νίκησε τον Παναθηναϊκό (1-0), που ήταν καλύτερος -αλλά απελπιστικά αφελής- στο μεγαλύτερο διάστημα του αγώνα. Ρίσκαρε (με δυο κυνηγούς), αξιοποίησε το δεκαπεντάλεπτο της υπεροχής της, έβαλε ένα γκολ και πήρε το ματς. Οπως με τον ΠΑΟΚ και με τον Ολυμπιακό. Με το ίδιο σκορ, με τον ίδιο σκόρερ (τον Βάργκας). Τι απίθανη ιστορία κι αυτή…
Δεν έτυχε. Πέτυχε. Μετά την «τεσσάρα» από τον Ολυμπιακό στο Φάληρο -σε ένα παιχνίδι που δεν τα είχε πάει τόσο άσχημα, όσο δείχνει το σκορ- η ΑΕΚ μπορούσε να βρει πολλές δικαιολογίες. Είχε χάσει από τον κυρίαρχο του Πρωταθλήματος, στο γήπεδό του, είχε μόλις επιστρέψει στην Κατηγορία, ακόμη χτιζόταν, και στους προηγούμενους αγώνες είχε παίξει «μια χαρά» ποδόσφαιρο. Δεν επικαλέστηκε τίποτε απ’ όλα αυτά. Και δεν δίστασε να απομακρύνει τον Τραϊανό Δέλλα -που την είχε βγάλει ασπροπρόσωπη τις δυο προηγούμενες σεζόν, στη Γ’ και στη Β’ Εθνική- αναζητώντας έναν πιο έμπειρο προπονητή, ο οποίος δεν θα την μάθαινε να παίζει καλά (κι ας χάνει) αλλά να κερδίζει. Τον βρήκε στο πρόσωπο του Γκουστάβο Πογέτ.
Ο ουρουγουανός ανέλαβε την 1η Δεκεμβρίου 2015 (πάλι σε ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό, στη Λεωφόρο) και τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Αν όλα πάνε καλά -και δεν φύγει το καλοκαίρι για την Αγγλία- είναι ο άνθρωπος που του χρόνου θα την οδηγήσει στο επόμενο βήμα της προσπάθειάς της: να γίνει ευθέως ανταγωνιστική. Με τις κατάλληλες προσθήκες στο ρόστερ, βεβαίως, που ο Πογέτ ποτέ δεν αρνήθηκε ότι είναι απαραίτητες.
Για όσους αναρωτιούνται, γιατί η ΑΕΚ -που ξεκίνησε δυο χρόνια αργότερα από τον Παναθηναϊκό – δείχνει να τρέχει πιο γρήγορα προς την επάνοδό της στις μέρες της δόξας, η απάντηση ίσως να κρύβεται σε μια μικρή ιστορία. Στο δεύτερο ματς του Πογέτ στην Ελλάδα, η ΑΕΚ δέχεται ένα αναπάντεχο χαστούκι: την πρώτη της ήττα στο ΟΑΚΑ, από τον Αστέρα Τρίπολης, έπειτα από την κουταμάρα του Ρόναλντ Βάργκας να αποβληθεί και να αφήσει την ομάδα του με δέκα παίκτες. Αυτό το… έγκλημα ο ουρουγουανός δεν το άφησε να περάσει ατιμώρητο. Εδωσε στον άσο από τη Βενεζουέλα να καταλάβει ότι η θέση του στην ομάδα «παίζεται». Αφήνοντάς τον ακόμη και εκτός αγώνων, στους οποίους άξιζε να παίξει. Η συνέχεια είναι γνωστή: ο Βάργκας είναι, πλέον, ο πολυτιμότερος παίκτης της ΑΕΚ.
Στον Παναθηναϊκό, αντιθέτως, τους ποδοσφαιριστές δεν φαίνεται να τους τρομάζει τίποτα και κανένας. Είτε χάσουν είτε αποβληθούν, η ζωή στο Κορωπί συνεχίζεται ήρεμα κι ωραία. Αποκλείστηκαν από τον Ατρόμητο αντιμετωπίζοντας χαλαρά τη μοναδική ελπίδα διάκρισης που τους είχε απομείνει: το Κύπελλο. Προηγήθηκαν 2-0 στο ντέρμπι με τα… δεύτερα του ΠΑΟΚ αλλά στο τέλος δεν νίκησαν. Ο Ζέκα απουσίασε με δυο αλλεπάλληλες αποβολές. Ο Μέστο -στο ντέρμπι με την ΑΕΚ- δέχτηκε δύο ανόητες κίτρινες κάρτες σε λίγα λεπτά. Ε, και; Χθες απολύθηκε ο Αναστασίου, αύριο μπορεί να έρθει η σειρά του Στραματσόνι. Οι προπονητές αλλάζουν, η νοοτροπία όχι.
Το αποτέλεσμα είναι, πέρα από όλους τους φετινούς στόχους που χάθηκαν σε χρόνο – ρεκόρ, ο Παναθηναϊκός να μην έχει χαρεί ούτε μια νίκη σε πέντε ντέρμπι: με τον Ολυμπιακό, την ΑΕΚ (2) και τον ΠΑΟΚ (2). Αν την 26η αγωνιστική χάσει και στο Φάληρο, θα έχει κάνει αρνητική επίδοση 17ετίας. Η τελευταία σεζόν που δεν κέρδισε κανένα ντέρμπι στο Πρωτάθλημα, ήταν το 1998-1999.
Ο Ολυμπιακός δικαιούται να πανηγυρίζει για τα 74 τρόπαια που έχει κατακτήσει -συνολικά- τα οποία τον φέρνουν στην έβδομη θέση με τις πιο επιτυχημένες ομάδες των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων, πλάι στην Πόρτο που μετράει ισάριθμους τίτλους.
Η ΑΕΚ, από την πλευρά της, έχει κάθε λόγο να περηφανεύεται για το εντυπωσιακό «come back» της: τρεις νίκες σε τρία εντός έδρας ντέρμπι, τέσσερα ντέρμπι χωρίς ήττα (και χωρίς να δεχθεί γκολ), τέσσερις βαθμούς μπροστά από τον Παναθηναϊκό και 11 από τον ΠΑΟΚ, και πρόκριση στον ημιτελικό του Κυπέλλου. Σε μια χρονιά, που ο ρεαλιστικός στόχος ήταν να μπει στην κορυφαία πεντάδα.
Και οι έλληνες ποδοσφαιρόφιλοι -των οπαδών του Ολυμπιακού περιλαμβανομένων- δικαιούνται να ελπίζουν σε ένα πιο ανταγωνιστικό Πρωτάθλημα, όπως εκείνα που ζήσαμε στα χρόνια της δόξας του ΠΟΚ. Με το αβέβαιο του αποτελέσματος και το σασπένς μέχρι την τελευταία αγωνιστική, που γέμιζαν τα γήπεδα ασφυκτικά. Στους μεγάλους αγώνες και στη γιορτή του Πρωταθλητή.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News