Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που ταλανίζουν αυτή τη στιγμή την ΕΕ και ιδιαίτερα την χώρα μας, δεν είναι άλλο από το μεταναστευτικό. Οι μεταναστευτικές ροές, παρά τα όποια μέτρα με κάποιες υποδομές υποδοχής στα νησιά του Αιγαίου, τείνουν να καταστούν ανεξέλεγκτες, επαναφέροντας το μείζον πρόβλημα φύλαξης των συνόρων μας, τα οποία παρεμπιπτόντως αποτελούν και ευρωπαϊκά σύνορα.
Παρά ταύτα, αναδεικνύονται και σημαντικά εθνικά θέματα διαχείρισης των συνόρων μας, τόσο στις σχέσεις της χώρας με την Τουρκία, όσο και με την ίδια την ΕΕ. Η συνεργασία με τη γείτονα Τουρκία από την πλευρά της Ελλάδας και με την συνδρομή της ΕΕ σαφώς και πρέπει να διευρυνθεί και να ενισχυθεί.
Όμως δεν πρέπει σε καμία περίπτωση, και αυτό είναι το ανησυχητικό στην προκειμένη περίπτωση, να απωλέσει η Ελλάδα τον στρατηγικό της ρόλο στο Αιγαίο και στη νοτιοανατολική Μεσόγειο προς όφελος της Τουρκίας, με την οποία παραμένουν ανοιχτά σημαντικά θέματα, με φόντο πάντα το Κυπριακό αλλά και τις γκρίζες ζώνες.
Απαιτείται πολύ μεγάλη προσοχή, καθώς και λεπτοί διπλωματικοί χειρισμοί από την ελληνική κυβέρνηση, ώστε μια ανθρωπιστική και προσφυγική κρίση να μην εξελιχθεί σε υποβάθμιση της χώρας μας, μέσα από μια σειρά ανταλλαγμάτων που θα ζητήσει η Τουρκία, για τη συμβολή της στην καταπολέμηση των διακινητών μεταναστών ή του επαναπατρισμού προσφύγων.
Αυτή τη στιγμή, βρίσκεται σε εξέλιξη μια προσέγγιση ΕΕ-Τουρκίας, με παρατηρητή θα έλεγα την Ελλάδα, γεγονός που υπερασπίσθηκε ο ίδιος ο Πρόεδρος της Κομισιόν.
Μάλιστα τόνισε ότι θα διαμορφωθεί μια κοινή μεταναστευτική πολιτική ΕΕ-Τουρκίας, καθώς η ίδια φιλοξενεί 2,2 εκατ. πρόσφυγες στο έδαφός της, τονίζοντας ότι η Ελλάδα θα στηρίξει τις πολιτικές και τις κοινές προσπάθειες ΕΕ-Τουρκίας.
Με λίγα λόγια, η Κομισιόν με τις ευλογίες πάντα της Γερμανίας, βλέποντας ότι το μεταναστευτικό τής χτυπάει επικίνδυνα την πόρτα, αποφασίζει να βάλει δυναμικά την Τουρκία στο παιχνίδι και να την αναβαθμίσει σε φύλακα των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ και άρα της Ελλάδας, κυρίως όσον αφορά το Αιγαίο.
Μέσω αυτής της πολιτικής, είναι σίγουρο, ότι αν η Τουρκία δεν σεβαστεί το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς συμβάσεις, θα περιπλακούν τα πράγματα, καθώς θα επιχειρήσει ν’ ανταλλάξει τη στάση της στο μεταναστευτικό και τη φιλοξενία προσφύγων στο έδαφός της, με μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων στο Αιγαίο, διεκδικώντας ζητήματα όπως χάραξη ΑΟΖ, συνεκμετάλλευση κοιτασμάτων και γκρίζες ζώνες, πάντα μέσω της ΕΕ, γεγονός που θα πιέσει ασφυκτικά την Ελλάδα να δεχθεί λύσεις όχι συμβατές με τα πάγια εθνικά συμφέροντα.
Αυτό που πρέπει να γίνει άμεσα, κατά την γνώμη μου, είναι η ελληνική κυβέρνηση να καταστήσει σαφές στην Κομισιόν τι μπορεί να δεχθεί και τι όχι, στο πλαίσιιο κοινών πολιτικών ΕΕ-Τουρκίας και να ζητήσει τη θεσμική ενεργοποίηση των εμπλεκόμενων φορέων, όπως η Frontex, η Europol καθώς και το Ευρωπαϊκό Γραφείο για το άσυλο, ώστε μέσω των θεσμών να είναι συγκεκριμένες οι δράσεις, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των κρατών που εμπλέκονται, χωρίς αυθαιρεσίες.
Επίσης η χώρα μας, οφείλει να συζητήσει και να διαπραγματευθεί απ’ ευθείας με την Τουρκία συγκεκριμένες λύσεις, ως επέκταση των θεσμικών παρεμβάσεων μέσω ΕΕ, που θα είναι αμοιβαία επωφελείς για τα δύο κράτη και θα ενισχύσουν τόσο την ομαλότητα στην περιοχή, με τον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών, όσο και τη διμερή ενίσχυση του εμπορίου.
Το συμπέρασμα είναι ότι λύσεις υπάρχουν και είναι εφικτές μέσα από περιφερειακές συνεργασίες σ’ ένα δύσκολο και ασύμμετρο εξωτερικό περιβάλλον όπως διαμορφώνεται γεωπολιτικά. Η Ελλάδα δεν πρέπει να βρεθεί ούτε απομονωμένη, απλά να κραυγάζει να της λύσουν τα προβλήματα, αλλά ούτε και να δεχθεί λύσεις πακέτο, που θ’ αποτελούν ίσως μόνιμη λύση από συγκεκριμένους κύκλους της ΕΕ και άλλων μεγάλων δυνάμεων, αλλά ενδέχεται ν’ ανοίξουν τον ασκό του Αιόλου σε εθνικά ζητήματα, τα οποία μπορεί να έχουν απρόβλεπτες συνέπειες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News