Από τα έντεκα στο χασίς κι από τα δεκατέσσερα στην ηρωίνη, ο Γιάννης, σήμερα 27 ετών, για δέκα χρόνια ζούσε στο δικό του σύμπαν. Στην Πάτρα όπου μεγάλωσε, με την ανεργία και το χουλιγκανισμό σε έξαρση την τελευταία δεκαπενταετία, το «μπλέξιμο» ήταν εύκολη υπόθεση, ειδικά αν τα ναρκωτικά, όπως στη δική του περίπτωση, βρίσκονταν στο οικογενειακό περιβάλλον. Όσο καιρό έκανε χρήση, τα δόντια του χάνονταν ένα-ένα, σαν τα χρόνια που έφευγαν χωρίς να το καταλαβαίνει. Δεν τον ένοιαζε. «Γύρω στα είκοσι», μου λέει, προσπαθώντας να προσδιορίσει χρονικά την πρώτη απώλεια. Παρότι έβλεπε ότι οι περισσότεροι χρήστες δεν είχαν καθόλου δόντια, εκείνος πίστευε ότι δεν θα γίνει σαν κι αυτούς. Τον Δεκέμβρη του 2011, όταν μπήκε στο πρόγραμμα απεξάρτησης «18 Άνω» του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αθηνών, στα ούλα του είχε μόνο ρίζες. Πλέον, ήταν ένας από αυτούς.
Στη δεύτερη φάση της απεξάρτησης τον βοήθησαν οι γονείς του να φτιάξει μια μασέλα για την άνω γνάθο ώστε τουλάχιστον να μπορεί να τρώει. Με πολλή υπομονή και υπεράνθρωπη εγκράτεια -ο ξενώνας που φιλοξενούνται οι απόφοιτοι του προγράμματος βρίσκεται στον Άγιο Παντελεήμονα- κατάφερε να ξεκολλήσει από το παρελθόν και να τραβήξει πλώρη για το μέλλον. Ωστόσο, η κάτω γνάθος του έλειπε κι ο ρατσισμός που βίωνε δεν είναι κάτι που έχω νιώσει ώστε να μπορώ να τον περιγράψω. «Τροχαίο», απάντησε στον ιδιοκτήτη του διαμερίσματος που νοίκιασε στην Κυψέλη, μόλις τον ρώτησε τι συνέβη με την οδοντοστοιχία του. «Τα δόντια είναι η βιτρίνα, δεν τους αδικώ που με κοιτάνε στο στόμα. Αναγκάστηκα να βρω μια δικαιολογία, αλλιώς θα ήμουν ακόμη στον ξενώνα», περιγράφει.
«Αλλάζοντας το χθες»
Συνήθως, αυτό συμβαίνει με τους απεξαρτημένους. Περνάνε από την κόλαση, επιβιώνουν, και η ουσιαστική επανένταξή τους μπλοκάρεται από τα σημάδια του χθες. Αυτή λοιπόν την ανάγκη εντόπισε η «Emfasis», μια μη κερδοσκοπική οργάνωση που εφαρμόζει τις αρχές της Κοινωνικής Εργασίας Δρόμου (Social Street Working) για να βοηθήσει αποκλεισμένες κι ευπαθείς ομάδες. Δημιούργημα του Τάσσου Σμετόπουλου, ενός ανθρώπου με δεκαετή εμπειρία στα προγράμματα απεξάρτησης, της Μαρίας Καρρά, μιας Ελληνίδας που ζει στο Ντουμπάι και έχει δώδεκα χρόνια ανθρωπιστικής δράσης στην Ασία, και του Απόστολου Βαφέα, ενός επαγγελματία του τουρισμού με αυξημένες κοινωνικές ευαισθησίες, στον ένα και κάτι χρόνο λειτουργίας της, η «Emfasis» έχει συνεισφέρει σημαντικά στο να στηθεί ένα αποτελεσματικό δίχτυ κοινωνικής προστασίας για όσους το χρειάζονται. Από προμήθεια τροφίμων σε άπορους, μέχρι ενισχυτική διδασκαλία σε παιδιά και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, οι εθελοντές της φροντίζουν να δίνουν λύσεις στις πραγματικές ανάγκες κι όχι σε αυτές που συνήθως έχουμε στο μυαλό μας.
Η πιο πρόσφατη δράση τους, με τίτλο «Αλλάζοντας το χθες», αφορά την αποκατάσταση της στοματικής υγιεινής ατόμων που βρίσκονται σε διαδικασία επανένταξης. «Οι άνθρωποι καλούνται να κάνουν νέες αρχές με μια εικόνα του χθες. Όταν προσπαθείς καθημερινά και δεν γίνεσαι αποδεκτός, τότε πιθανότατα θα γυρίσεις εκεί όπου αισθάνεσαι την αποδοχή», αναλύει ο Τάσσος Σμετόπουλος. Ο Γιάννης είναι ένας από τους πέντε ανθρώπους που συμμετείχαν στο πρόγραμμα. Η τοποθέτηση και δεύτερης μασέλας στην κάτω γνάθο ήταν ακριβή και ο ίδιος, όντας άνεργος, δεν είχε τη δυνατότητα να καλύψει το κόστος. Η «Emfasis», σε συνεργασία με το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αθηνών, τον εντόπισε, του χρηματοδότησε μια πανοραμική στόματος και με αυτήν παραμάσχαλα τον οδήγησε στον «συμβεβλημένο» οδοντιατρείο.
Γενικότερα, το πρόγραμμα πέρασε από μύρια κύματα ώσπου να υλοποιηθεί. Από τη μία τα μεγάλα ιδρύματα δεν το ενέτασσαν στις κοινωνικές τους δράσεις, από την άλλη ο Οδοντιατρικός Σύλλογος Αθηνών, σύμφωνα με τον Τάσσο, δεν ήταν και πολύ συνεργάσιμος. Η λύση βρέθηκε από έναν ομογενή στο Ντουμπάι ο οποίος αποφάσισε να στηρίξει με 5.000 ευρώ το όλο εγχείρημα. «Δεν απευθυνθήκαμε στην Οδοντιατρική Κλινική του Πανεπιστημίου γιατί τα ραντεβού θα διαρκούσαν εφτά-οχτώ μήνες και εμείς θέλαμε οι άνθρωποι να έχουν τελειώσει σύντομα την αποκατάσταση για να επανενταχθούν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα», σημειώνει ο Τάσσος, μπροστά από το κτίριο του Δήμου Αθηναίων στην οδό Αθηνάς (το χρησιμοποιούν κάθε Τετάρτη απόγευμα για να έχουν μια βάση, εκτός από τα γραφεία τους στη Δάφνη).
«Χαμόγελο μικρού παιδιού»
Εκτός από πρώην χρήστες, το πρόγραμμα περιλαμβάνει και άστεγους. Ο Παναγιώτης, 33 χρονών, πριν από ενάμιση χρόνο έφυγε από το σπίτι του στον Ασπρόπυργο όπου έμενε με τη μητέρα του. Μου ανέφερε απλώς ότι είχαν μια έντονη διαφωνία. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, το 2008, εργαζόταν σε πρόχειρες δουλειές -πουλούσε λουλούδια με το θείο του, μάζευε παλιοσίδερα- για να ενισχύσει το σπίτι. Οι δυο μεγαλύτερες αδελφές του και ο αδελφός του είχαν ήδη χαράξει τη δική τους πορεία. Το μόνο μέρος που ήξερε από την Αθήνα ήταν το Ζάππειο. Έτσι κι αλλιώς δεν μπορούσε να διαβάσει οπότε οι περιοχές δεν είχαν και μεγάλη σημασία. Ανέβηκε στο λεωφορείο, με ενάμιση ευρώ στη τσέπη, και χωρίς να κόψει εισιτήριο ήρθε στην πρωτεύουσα.
Για ένα χρόνο ζούσε στο Ζάππειο. Έκανε μπάνιο στις βρύσες πίσω από τους θάμνους, βοηθούσε πού και πού σε μια κοντινή καφετέρια, η οποία τον αντάμειβε με τυρόπιτα και φραπέ, κι όταν προσαρμόστηκε, άρχισε να πηγαίνει στο νεκροταφείο του Περιστερίου (είναι θαμμένος ο πατέρας ενός φίλου του) και να καθαρίζει τάφους. Το χαρτζιλίκι που έβγαζε, περίπου 5-10 ευρώ τη φορά, δεν τον έφτανε για να νοικιάσει δικό του σπίτι. Κι όσο περισσότερο ζούσε στο Ζάππειο, τόσο πιο πολύ φοβόταν μην τον σκοτώσουν. Κάπου εκεί έμαθε για το περιοδικό «Σχεδία» και η ζωή του άλλαξε άρδην. Πριν λίγο καιρό, με τα χρήματα από τις πωλήσεις των περιοδικών, μετακόμισε σε γκαρσονιέρα στην Κυψέλη. Τώρα, κλειδώνει την πόρτα κι όλοι οι φόβοι μένουν έξω από το σπίτι του.
Μάλιστα, έμαθε και να διαβάζει, καθώς δεν έχανε μάθημα στο στέκι μεταναστών στα Εξάρχεια. Με το σπίτι, το μηνιαίο εισόδημα, και την ικανότητα να καταλαβαίνει τι λένε οι στάσεις στο μέτρο -«ρωτούσα τον κόσμο πού να κατέβω… καμιά φορά με κοιτούσαν περίεργα, αλλά δεν με ένοιαζε», θα μου αφηγηθεί- ένιωθε πλήρης. Ωστόσο, ήθελε πολύ να έχει και δόντια ώστε να μην αισθάνεται άβολα, ώστε να μπορέσει να διεκδικήσει μια δουλειά με μισθό. «Δεν τα έπλενα ρε γαμώτο, δεν τα έπλενα και μου χάλασαν», μου ομολογεί με ένα πλατύ κι αυθεντικό χαμόγελο μικρού παιδιού. Κι αυτό πράγματι είναι ένα χαμόγελο περηφάνιας, όπως κι εκείνο του Γιάννη, που όση ώρα κουβεντιάζαμε είχε το χέρι του ακουμπισμένο στα πόδια της κοπέλας του. Με την καταλυτική βοήθεια της «Emfasis», η οποία συνεργάστηκε στενά με τη «Σχεδία» και την Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αθηνών για τον εντοπισμό των ατόμων, ο Γιάννης και ο Παναγιώτης είναι ξανά μαζί μας. Μάγκες, καλώς ήλθατε!
Info: www.emfasisfoundation.org/el
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News