Υπάρχει μια ωραία μέρα. Υπάρχει μια ωραία μέρα δική σου. Το δικό σου νόημα του ωραίου. Υπάρχει μια ωραία μέρα στο τσεπάκι σου, στη χούφτα, στην ανάσα σου. Με ζέστη και με κρύο, με λίγο και πολύ, με βουνό και θάλασσα, με σωστό και λάθος. Υπάρχει ένας κύκλος που τον ξέρεις, τον περιέχεις. Υπάρχει ένας κύκλος χρυσός. Η δική σου ωραία μέρα. Η μέρα σου για σένα. Την αναγνωρίζει, την ανακαλεί, την ονειρεύεται το κύτταρό σου.
Μια ωραία μέρα έχει το δικό της τρόλεϊ, το δικό της καπέλο, το δικό της μυστήριο τρένο, τη δική της θέα. Βλέπεις αλλιώς. Καταλαβαίνεις, αισθάνεσαι αλλιώς. Δρας και αποφασίζεις και δοκιμάζεις αλλιώς. Είναι η προπόνηση και το αποτέλεσμα. Είναι το θαύμα.
Μια ωραία μέρα είναι περίεργη και πεισματάρα. Εργατική. Σε ψάχνει, σε ξεψαχνίζει. Πάει μέσα-μέσα. Το βγάζει από εκεί κάτω το θαύμα. Στο αποκαλύπτει. Το βλέπεις. Είναι το δικό σου. Είσαι ο άνθρωπός του. Στο τσεπάκι του, στη χούφτα του. Σε αναλαμβάνει το θαύμα σου. Αυτό είναι το σωστό.
Μια ωραία μέρα έχει τη δίκαιη ζυγαριά της. Περπατιέται, κατακτιέται, εξελίσσεται. Σου δείχνει πώς να την πετυχαίνεις ξανά. Καινούργια. Μια ωραία μέρα έχει το ρίσκο, το γρανάζι, τη μουσική, τη γεύση της. Ξυπνάς. Είναι το ξυπνητήρι, το ραντεβού, οι εκκρεμότητες, οι ανησυχίες, κάποια δουλειά μισή, κάποια τελειωμένη, μια άλλη που χάλασε, ένας φίλος που δεν πάει άλλο, ένας λογαριασμός που τον χρωστάς, ένας άλλος ανοιχτός. Ξυπνάς.
Η καινούρια μέρα τα ξέρει όλ’ αυτά. Όμως διαλέγει. Μπορεί και διαλέγει ποια θέση έχει τι. Γι’ αυτό είναι ωραία. Έχει τη θέα, την κλίμακα, το χρώμα, το σχέδιο. Έχει το μέτρο στην ανάσα σου. Ξυπνάς. Σου αρέσει το δωμάτιο, το σπίτι, ο καιρός, το τσάι, ο νιπτήρας, το σαπούνι, το παράθυρο, η φωνή της γειτόνισσας, το φως, η σκόνη, τα ρούχα στην καρέκλα. Σου αρέσει. Γι’ αυτό είναι ωραία η μέρα. Διότι σου μιλάει και απαντάς, της μιλάς και σου απαντάει. Σου αρέσει και της αρέσεις. Είναι η νίκη. Ο δικός σου χρυσός κύκλος που διασώθηκε, που επιβίωσε από σεισμό, λιμό, καταποντισμό, αρρώστια, πυρκαγιά, ρουτίνα, τρεξίματα, δουλειές, απαιτήσεις, υποχρεώσεις. Είσαι ο συγκινημένος και ευγνώμων πυραγός. Με τα καψαλισμένα βλέφαρα. Αυτός ο ενθουσιώδης. Έτοιμος για νέες περιπέτειες, για νέες ευθύνες.
«Εσένα θα σε προσέχω σαν τα μάτια μου» σκέφτεσαι. Διότι όλα τρέχουν και ο άνθρωπος ξεχνιέται. Είναι το ρολόι. Δουλεύεις. Μονώνεται η ψυχή. Δουλεύεις και ξεχνάς.
Βουλιάζει η ωραία σου μέρα, πλαντάζει, σιωπά, θύμα βίας και νοθείας. Με το μαλακό, με τρόπο, της επιβάλλεται ο νόμος ήσυχα, αφανέρωτα. Χάνεις τη θέα, τη λεπτομέρεια, τον δρόμο, το τρόλεϊ, τη μουσική, το καπέλο σου, το μέτρο, το χρώμα, το χέρι σου το χάνεις.
Πονάει το κεφάλι, το στομάχι, αλλάζεις φάρμακα, γιατρό, λογιστή δικηγόρο, κινητό, αυτοκίνητο, οδοντόβουρτσα. Δουλεύεις. Είναι καλά. Είναι στρωτά. Χάνεσαι. Άλλο σχέδιο ερμηνεύεις, σε άλλο μέτρο τραγουδάς. Και το τσάι δε σου πολυαρέσει, η φωνή της γειτόνισσας σ’ ενοχλεί, το ρίσκο θαμπό, η γεύση στυφή, αλλά είναι καλά και τίποτα κανείς δεν πάει μέσα, μέσα σου, και το θαύμα συφοριάζει. Αυτό δεν είναι σωστό. Είναι μια άδικη ζυγαριά και τίποτα, κανείς δεν περπατιέται ωραία, δεν κατακτιέται, δεν εξελίσσεται. Και τίποτα δεν είναι κατακαίνουριο, γεμάτο παρελθόν και μέλλον, και τίποτα δε λάμπει όπως εδώ και τώρα η ωραία δική σου μέρα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News