Η ιστορική φράση του Ηλία Ηλιού «και εμείς θα σας ταράζουμε στη νομιμότητα», νομίζω πως, περισσότερο από ποτέ, (πρέπει να) βρίσκει εφαρμογή σήμερα και ακριβώς πάνω στους κύριους εκφραστές της βίας, τους ναζί. Και (πρέπει να) βρίσκει εφαρμογή διότι είναι εκείνοι φοβούνται τη νομιμότητα, όπως ο βρικόλακας το φως. Κι εδώ που τα λέμε, μια μικρή ομοιότητα την έχουν, αφού και αυτοί με αίμα που ψάχνουν στο σκοτάδι τρέφονται. Για το πόσο πολύ φοβούνται τη νομιμότητα οι ναζί, αρκεί απλώς μια ματιά στη συμπεριφορά τους μόλις έρθουν αντιμέτωποι μαζί της.
Δεν είναι τόσο ότι, στη θέα των δικαστηρίων, αποτάσσουν μετά βδελυγμίας τη ναζιστική τους ιδεολογία. Δεν είναι μόνο ότι κάνουν δηλώσεις πίστης στους νόμους και το Σύνταγμα, στα σκαλιά τους. Δεν είναι καν ότι μόνο ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δε δηλώνουν. Ούτε επίσης το γεγονός πως κανένα σθένος δεν διαθέτουν να υπερασπιστούν τα σύμβολα που κουβαλάνε στα χέρια, στα γραφεία, στους ώμους και στο σώμα τους, δεν είναι η τέλεια απόδειξη αυτού. Εκείνο που πραγματικά τους κάνει να μοιάζουν αξιολύπητοι και να δούμε την ηθική γύμνιά τους, είναι η κάθετη απάρνηση των φίλων και «συναγωνιστών» τους, της ίδια της οργάνωσης στην οποία κατά τ’ άλλα έχουν δηλώσει πίστη, άπαξ και περάσουν την πόρτα του ανακριτή. «Δεν τον ξέρω, δεν με ξέρει, δεν έχω μιλήσει ποτέ μαζί του, ουδέποτε τον είδα, μένω σε άλλη γειτονιά, εγώ κοιτούσα τη… Γιαδικιάρογλου που κοιτούσε την Πετροπούλου» και πάει λέγοντας. Έτοιμοι να απαρνηθούν ο πατέρας το παιδί και ο αδελφός τον αδελφό. Ποια ιδεολογία, ποιοι «συναγωνιστές», ποιος Αγών. Μπροστά στη θέα του νόμου και το φάσμα της φυλακής, τουρτουρίζουν.
Πέραν των γνωστών περιπτώσεων (δολοφονία Φύσσα, Λουκμάν κ.λπ. κ.λπ.) που σε πανελλήνια σύνδεση «νταήδες» παρουσιάζονται ως φοβισμένα μαθητούδια την πρώτη μέρα του δημοτικού, και το μόνο που δεν ξέρουμε είναι αν βρέχουν και τα παντελόνια τους, τα προσωπικά βιώματα είναι εκείνα που ενισχύουν τα παραπάνω. Μέχρι να «σκάσει» το θέμα με τις προφυλακίσεις των βουλευτών των ναζί, την εποχή δηλαδή που τα τάγματα εφόδου έμοιαζαν άτρωτα κι έδειχναν να έχουν καταλάβει τις πόλεις (να με συγχωρέσει ο κύριος Σαμαράς, για τη χρήση μιας δικής του φράσης), τα υβριστικά μηνύματα και οι απειλές που φτάνανε στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο, ήταν επίμονα και γεμάτα ναζιστικό θράσος. Όπου μπορούσα τους μπλόκαρα, όπου δεν γινόταν, αναγκάστηκα να κλείσω ακόμα και την προσωπική μου σελίδα στο facebook. Η θέαση απειλητικών μηνυμάτων από τα παιδιά ή τη σύντροφό μου, δεν ήταν κάτι που με έκανε χαρούμενο, ομολογώ. Αν και ποτέ δεν σταμάτησαν να έρχονται, τελευταία έχει επέλθει μια εμφανής αλλαγή. Στην πλειονότητά τους, με τη μέθοδο του θρασύδειλου, βρίζουν και απειλούν αλλά αμέσως μετά εξαφανίζονται οι ίδιοι. Χάνονται. Η ιδέα ότι τα μηνύματα θα βρεθούν στα χέρια της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και αυτοί κατηγορούμενοι για τις πράξεις τούς, τους κάνει να τρέμουν. Τους κερδίζει ο φόβος. Η θέα του νόμου, που λέγαμε. Το φάσμα της φυλακής τούς κάνει να απαρνιούνται τον εαυτό τους. Εντέλει, αυτό φαίνεται να είναι το «χρυσό κλειδί» της αντιμετώπισής τους. Ας τους ταράξουμε, λοιπόν, στη νομιμότητα. Ο φόβος που σπέρνουν όταν λειτουργούν ως αγέλη, τους κόβει τα γόνατα όταν είναι ένας-ένας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News