Το βράδυ της Τρίτης 27 Μαίου, όταν οι 28 ηγέτες αξιολογούσαν τα αποτελέσματα των εκλογών σε δείπνο στις Βρυξέλλες, ο Ντέιβιντ Κάμερον προειδοποίησε ότι αν ο Γιούνκερ αναλάβει την Προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η συγκεκριμένη απόφαση θα ανάψει τη σπίθα μιας άμεσης διενέργειας δημοψηφίσματος στη χώρα του, με ενδεχόμενο αποτέλεσμα την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε.
Η πληροφορία διαχύθηκε από το «Spiegel» και τα ευρωπαϊκά ΜΜΕ άρχισαν ένα χορό σχολίων για τον «εκβιασμό» του Κάμερον. Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που η Βρετανία εκβιάζει την Ε.Ε. – από το 1972 που εντάχθηκε η χώρα στην ΕΟΚ, δυό φορές τουλάχιστον εκβίασε θεαματικά. Ήταν στο Δουβλίνο τον Νοέμβριο 1979, όταν η Θάτσερ ζήτησε από τους 8 εταίρους της, την επιστροφή των βρετανικών εισφορών από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Το διαπραγματεύθηκε σκληρά (το ’83 οδήγησε σε ναυάγιο τη σύνοδο των Αθηνών) και το πέτυχε πέντε χρόνια αργότερα, το 1984 στο Φοντενεμπλώ – όταν οι 9 εταίροι (είχε προσχωρήσει κι η Ελλάδα στην ΕΟΚ) έδωσαν στη Θάτσερ μια περιφανή νίκη, θεσμοθετώντας το «βρετανικό τσέκ».
Τον Δεκέμβρη του ΄91 στο Μάαστριχτ, ο Τζον Μέιτζορ διαφώνησε με την ΟΝΕ και τα ευρωπαϊκά κέντρα λήψης αποφάσεων προβληματίστηκαν τότε, αν η Βρετανία ήταν αποφασισμένη να μπλοκάρει τις εξελίξεις καταφεύγοντας στο veto. Κατέληξαν, ότι ήταν σοφότερο να αναζητηθεί μια συμβιβαστική λύση και θεσμοθετήθηκε το δικαίωμα της αυτο-εξαίρεσης (opting out), το οποίο με την πάροδο του χρόνου δημιούργησε πολλές τρύπες στην ευρωπαϊκή ενοποίηση – τον επόμενο χρόνο ζήτησε κι η Δανία την αυτο-εξαίρεσή της από την ΟΝΕ, ενώ λίγο αργότερα ζήτησε opt out και από την κοινή Πολιτική Άμυνας και Ασφάλειας, από τη Σένγκεν αυτοεξαιρέθηκαν η Βρετανία κι η Ιρλανδία, από τον ενιαίο χώρο ελευθερίας, δικαιοσύνης και ασφάλειας πήραν opt out η Βρετανία κι η Ιρλανδία, από τη Χάρτα των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. πήραν opt out η Βρετανία και η Πολωνία και κάθε φορά που υπήρχε πίεση προς ενοποίηση, άνοιγε η κάνουλα της αυτο-εξαίρεσης για μια χώρα.
Έστω, λοιπόν, ότι στον απόηχο του δημοψηφίσματος (που έχει προγραμματιστεί για το 2017 αλλά «μπορεί» να γίνει νωρίτερα), η Βρετανία ενημερώσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ότι επιθυμεί να αποχωρήσει από την Ε.Ε. – τι ακριβώς θα μας λείψει; Σίγουρα από τις συζητήσεις που γίνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα φύγει ένας εταίρος που είχε εμμονή με το θέμα της εθνικής κυριαρχίας, που εμφάνιζε μια διαρκή απροθυμία στην ενοποίηση της εξωτερικής πολιτικής, που δεν συμμετείχε στη Σένγκεν ούτε στην ευρωζώνη, που είχε ως θεμελιώδες δόγμα τις ιδιαίτερες στρατηγικές σχέσεις με τις ΗΠΑ (και που κατά συνέπεια πρωταγωνίστησε στη σύνοδο των Αζορών το 2003 σχεδιάζοντας την επίθεση κατά του Ιράκ), που εμφάνιζε μια δυστοκία στην κατάρτιση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, που είχε αλλεργία στα θέματα ενοποίησης των κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων, που ήταν ένας πυλώνας ευρωσκεπτικισμού, ενθαρρύνοντας κι ενισχύοντας την εκδήλωση ενός ευρωφοβικού ρεύματος, και που ακύρωνε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή υποψηφιότητα είχε ταχθεί υπέρ της ευρωπαϊκής ενοποίησης προκαλώντας θεσμικές «κρίσεις».
Τι θα λείψει στη Βρετανία από την Ε.Ε.; Καταρχάς, θα υπάρξουν εσωτερικές εντάσεις – κανείς δεν συζητά για παράδειγμα το θέμα της Βόρειας Ιρλανδίας, η ειρηνευτική διαδικασία της οποίας είναι εύθραυστη και φυσικά αναστρέψιμη. Η Σκωτία επίσης έχει δηλώσει ότι επιθυμεί την ανεξαρτησία της αλλά την παραμονή της εντός της Ε.Ε. – τι θα γίνει, λοιπόν, αν (ακολουθώντας το μοντέλο «εξόδου») διεκδικήσουν την έξοδό τους από το Ηνωμένο Βασίλειο και η Σκωτία, η Ουαλία ή η Βόρεια Ιρλανδία;
Αν εξάλλου η NISSAN, η GOLDMAN SACHS, η Ford -που ήδη προειδοποίησαν ότι θα αποχωρήσουν από τη Βρετανία σε περίπτωση αποκόλλησής της από την Ε.Ε.- λάβουν την άγουσα, ποιες θα είναι οι επιπτώσεις και οι πιέσεις που θα δεχθεί ο βασικός πυλώνας της βρετανικής οικονομίας, το City, δεδομένου ότι η συμμετοχή της Βρετανίας στην Ε.Ε. της εξασφάλιζε μια προνομιακή αγορά, την Ενιαία Αγορά;
Και αν συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις για την εμπορική συμφωνία Ε.Ε.-ΗΠΑ, πώς θα διασφαλίσει τα συμφέροντά της η Βρετανία, όντας εκτός των διαπραγματεύσεων;
Τα μειονεκτήματα ενός διαζυγίου, μοιάζουν να είναι σοβαρότερα για τη Βρετανία. Φυσικά, υπάρχουν μειονεκτήματα που θα βαρύνουν επίσης την Ε.Ε., καθώς η Βρετανία είναι μια πυρηνική δύναμη που συμμετείχε στην εξωτερική πολιτική της Ε.Ε. και έχει μια διοίκηση υψηλής ποιότητας που «καπέλωνε» μεν την ευρωπαϊκή διοίκηση, πλην όμως ήταν και το σωσίβιό της. Ωστόσο, το κρίσιμο μειονέκτημα θα βαρύνει την Ε.Ε. – και είναι το μήνυμα που θα διαχυθεί, ότι το πλεκτό της Ε.Ε. άρχισε να ξηλώνεται. Και όχι απ' την Ελλάδα – από την πανίσχυρη Βρετανία.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News