Περιμένω τη βροχή. Κάθε πρωί κοιτάζω πέρα προς τα βουνά, πασχίζοντας να διακρίνω μία κάποια αλλαγή των χρωμάτων της ατμόσφαιρας. Μάταιος, επί του παρόντος, κόπος. Οι κορυφογραμμές τους δε μου υπόσχονται τίποτα. Έχουν ακόμα καλοκαίρι εκεί πάνω. Ούτε καν φθινόπωρο. Όμως τα φθινόπωρα έχουν πια γεράσει, συνήθως δεν προφταίνουν να έρθουν. Τα προλαβαίνουν οι -πάντα κραταιοί- χειμώνες. Σ’ αυτό ελπίζω. Στον θάνατο των διαχωριστικών γραμμών ανάμεσα στις εποχές.
Ξέρω καλά πως πίσω απ’ τις καλοκαιρινές κορυφογραμμές λουφάζουν καταιγίδες. Τις ψυχανεμίζομαι να κρέμονται στις άκρες των καθαρών οριζόντων. Η βροχή υπάρχει. Θα έρθει ένα απόγευμα μαζί με τις αστραπές και τα μπουμπουνητά της. Δεν θα χρειαστούν οι ήχοι και οι φωτιές της για να την αντιληφθώ αμέσως, όπου κι αν είμαι. Πριν τη βροχή έρχονται τα σκοτεινά της σύννεφα και πριν τα σύννεφα ο ηλεκτρισμός τους. Μαγευτικός ηλεκτρισμός αυτός.
Κάνουν λάθος όσοι λένε πως η γη μυρίζει μετά την πρώτη βροχή. Μυρίζει πριν καν φθάσουν οι ψιχάλες της. Και μόνο με την αναμονή τους, η φύση αναστατώνεται σα γυναίκα που περιμένει στο κρεβάτι τον πιο ποθητό απ’ τους εραστές της. Αλλοίμονο στον άντρα που θ’ ανοίξει την εξώπορτα και δεν αντιληφθεί ακαριαία την αλλαγή στην ατμόσφαιρα. Αν δεν διογκωθούν αμέσως τα ρουθούνια του, αν δεν τον κεραυνοβολήσει ο μαγευτικός ηλεκτρισμός που εκπέμπει η κυρία, έχασε. Δεν θα αξιωθεί πολλές τέτοιες εισόδους στο σπίτι.
Περιμένω τη βροχή. Παλιότερα, έρμαιο αυτής της μοιραίας μυρωδιάς και μιας ασύλληπτης εκκένωσης στις φλέβες μου, πεταγόμουν έξω και γινόμουν μούσκεμα. Τώρα πια δεν το τολμώ. Δεν το αντέχω μάλλον, όπως τα περισσότερα που κάποτε με συγκλόνιζαν. Δεν πειράζει. Μου αρκεί που όταν έρχεται η βροχή, κάθομαι και την κοιτάζω έκθαμβος. Όπως τότε που ήμουνα παιδάκι, εκεί στον υγρό νότο. Με τη βροχή μεγαλώσαμε μαζί και χαίρομαι πολύ όταν ξανασμίγουμε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News