Σε κάθε χώρα υπάρχουν δύο αφηγήσεις, ελαφρώς αντιφατικές μεταξύ τους, οι οποίες χρησιμοποιούνται κατά το δοκούν, αναλόγως του ακροατηρίου και του μηνύματος που ο ομιλητής θέλει να περάσει.
Η πρώτη αφήγηση, ας την πούμε του «μυαλού», μιλάει για τα επιτεύγματα και την πρωτοπορία, για την καινοτομία, την επιχειρηματικότητα, την τέχνη και την τεχνολογία. Απαριθμεί πρωτιές και βραβεία, στοιχεία σε σχέση με την ποιότητα ζωής: Μειωμένη θνησιμότητα, αυξημένο μορφωτικό επίπεδο, εναλλακτικές πηγές ενέργειας, επαναστατικές αρχιτεκτονικές λύσεις, τόσα θέατρα, τόσα μουσεία, τόσα πανεπιστήμια και ούτω καθεξής, εντάσσονται σε αυτήν την αφήγηση που στόχο έχει να υπογραμμίσει την εξέλιξη αλλά και ως ένα βαθμό τον κοσμοπολιτισμό ενός έθνους. «Μας περνούσατε για άξεστους χωριάτες αλλά κοιτάξτε πόσα έχουμε καταφέρει», είναι το νόημά της.
Η δεύτερη αφήγηση, ας την ονομάσουμε της «καρδιάς», μιλάει για τους «αληθινούς ανθρώπους», την αγνή και αμόλυντη ψυχή του γνήσιου κατοίκου της χώρας, ο οποίος συνήθως μένει κάπου στην επαρχία και όχι σε κάποια μεγαλούπολη, ο οποίος δεν είναι ακαδημαϊκός ή πολιτικός μηχανικός ή γιατρός ή δάσκαλος, αλλά είναι αγρότης, ψαράς, γελαδάρης ή υφάντρα. Δεν έχει σπουδάσει αναγκαστικά αλλά έχει αξίες, οι οποίες δεν έχουν διαβρωθεί από τις σειρήνες των αστικών κέντρων όπου υπάρχει αυξημένη εγκληματικότητα, αρρώστιες, έκφυλοι και σε κάθε γωνιά παραμονεύει ο σατανάς για να σου πάρει την ψυχή.
Εδώ και πέντε ημέρες βρίσκομαι στη Νότια Ντακότα, την πιο αραιοκατοικημένη πολιτεία των ΗΠΑ. Αναλόγως με τον ποιον θα ρωτήσεις, θα στην περιγράψουν ως «την αληθινή Αμερική», ή «τη μέση του πουθενά». Όταν μιλούσα σε Αμερικάνους στην Ουάσινγκτον για το επικείμενο ταξίδι μου στη Νότια Ντακότα, οι περισσότεροι γούρλωναν τα μάτια τους προσπαθώντας να καταλάβουν τι στο καλό θα έκανα σε ένα μέρος που οι ίδιοι δεν είχαν δει ποτέ και ούτε είχαν την παραμικρή πρόθεση να επισκεφθούν στο μέλλον, ενώ πολλοί το αποκαλούσαν απαξιωτικά «flyover state», δηλαδή μια πολιτεία που απλώς προσπερνάς με το αεροπλάνο πηγαίνοντας από την ανατολική ακτή στη δυτική και αντιστρόφως. Από την άλλη, αν συζητήσεις με περισσότερο πολιτικά ορθούς Αμερικάνους, ή Αμερικάνους που κατάγονται από τις σνομπαρισμένες μεσοδυτικές πολιτείες, θα σου περιγράψουν τη Νότια Ντακότα και τις όμορες πολιτείες της ως τη «heartland», την καρδιά της Αμερικής, την ηθική της πυξίδα που την κρατάει προσγειωμένη και προσηλωμένη σε αξίες και ιδανικά.
Δεν ξέρω αν μπορώ να περιγράψω με ακρίβεια αυτές τις αξίες και τα ιδανικά των κατοίκων της Ντακότα, αλλά κάπου μεταξύ του σχολικού ροντέο, του σκοπευτηρίου, του Mount Rushmore, αποκαλούμενου «μνημείου της δημοκρατίας» με τις σκαλισμένες μορφές τεσσάρων προέδρων, και του Saloon number 10 στο Deadwood, κάτι πήρε το μάτι μου ως προς τις συνήθειες και τις γενικότερες τάσεις. H Νότια Ντακότα είναι καταπράσινη, με υπέροχα τοπία και αχανή εθνικά πάρκα. Παρ’ όλα αυτά οι περισσότεροι κάτοικοι δεν περπατούν, δεν χρησιμοποιούν ποδήλατα, και είναι προσκολλημένοι στα αυτοκίνητά τους. Δεν ανακυκλώνουν ιδιαιτέρως, ούτε κάνουν κομποστοποίηση, παρότι οι περισσότεροι έχουν μεγάλους κήπους και εκτάσεις. Δεν υπάρχει ιδιαίτερη εγκληματικότητα, αλλά το 56,6% των κατοίκων έχει τουλάχιστον ένα όπλο. Τα μουσεία είναι ελάχιστα, ενώ προτιμούνται τα μνημεία που αναπαράγουν απλοποιημένες εκδοχές της ιστορίας του αμερικανικού έθνους. Μια βόλτα στο ροντέο είναι η καλύτερη εκπαιδευτική εκδρομή: Από τον ενθουσιώδη κονφερασιέ που ενθαρρύνει τα πλήθη να δείξουν την αγάπη τους για την αστερόεσσα, και την αποκλειστική παρουσία λευκών (αν εξαιρέσεις κάποιους ελάχιστους Ινδιάνους οι οποίοι προσπαθούσαν να περάσουν απαρατήρητοι μέσα στο πλήθος), μέχρι τους σταυρούς από στρας που κοσμούν μπλούζες, καπέλα, τζην, ζώνες και αβυσσαλέα, χριστιανικά ντεκολτέ.
Όταν ρωτούσες τους ντόπιους γιατί θεωρούν ότι αποτελούν την καρδιά της Αμερικής, σου μιλούσαν για την ελευθερία. Η ελευθερία αποτελεί ακόμα και σήμερα μία γλυκιά καραμέλα στο στόμα πολλών. Ποια ελευθερία όμως; Συνήθως θα σου μιλήσουν για την ελευθερία της οπλοφορίας και οπλοχρησίας και την ελευθερία από το μεγάλο γραφειοκρατικό κράτος και τους φόρους, όχι όμως για την ελευθερία μιας γυναίκας να κάνει έκτρωση ή ενός γκέι ζευγαριού να παντρευτεί.
Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια, λοιπόν, είναι οι αξίες και τα ιδανικά και αν, τελικά, η Νότια Ντακότα σας ακούγεται γνώριμη, ίσως αυτό συμβαίνει γιατί είναι. Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει για τη «γνήσια Ελλάδα», για μέρη στα οποία χτυπά η καρδιά της πατρίδας δυνατά, για ηλιοκαμένους, αυθεντικούς Έλληνες με αυλακωμένα πρόσωπα και ροζιασμένα χέρια που αποτελούν τους θεματοφύλακες της ψυχής του έθνους; Δεν ήταν λίγες οι φορές που σκέφτηκα πως εδώ στη Νότια Ντακότα η Χρυσή Αυγή θα ένιωθε πολύ άνετα.
Οι γενικεύσεις είναι κακές και επικίνδυνες, και προφανώς έχω γνωρίσει υπέροχους ανθρώπους τόσο στην αμερικάνικη όσο και στην ελληνική «καρδιά του έθνους». Αν λοιπόν οι δικές μου γενικεύσεις ενοχλούν, γιατί θα πρέπει να θεωρούμε ότι οι δύο εθνικές αφηγήσεις, αυτές του μυαλού και της καρδιάς, με όλα τους τα στερεότυπα, θα πρέπει να συνεχίσουν να αναπαράγονται αντιπαραβάλλοντας την πρόοδο και την εξέλιξη με την απλή και αγνή ζωή στην επαρχία; Γιατί ο εκτροφέας αλόγων στο Cheyenne Crossing ή ο Καλύμνιος ψαράς θα πρέπει εκφράζει εντονότερα την καρδιά του έθνους από τον Βοστωνέζο ακαδημαϊκό ή τον Αθηναίο αρχιτέκτονα; Γιατί το μυαλό και η καρδιά δεν μπορούν να συνεργαστούν, μεγιστοποιώντας τα οφέλη; Ποιον εξυπηρετεί αυτή η διαφοροποίηση;
Καθώς τόσο στην Αμερική όσο και στην Ελλάδα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχει ξεκινήσει μία τάση μετακίνησης ανθρώπων από την πόλη στην ύπαιθρο, εφοδιασμένων με καλύτερη μόρφωση, νέες ιδέες, περισσότερες εμπειρίες, ανοιχτά μυαλά και όρεξη για δουλειά, θέλω να πιστεύω ότι επιτέλους θα αποδειχθεί η ματαιότητα των δύο αυτών αφηγήσεων και ότι θα αναδειχθεί μια νέα γενιά ανθρώπων η οποία δεν θα τις έχει πια ανάγκη προκειμένου να αυτοπροσδιοριστεί και, το κυριότερο, δεν θα τις αναζητά στις ομιλίες των πολιτικών για να νιώσει καλύτερα για τον εαυτό της.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News